United States or Montserrat ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γι' αυτό έρχου κάθε μέρα να σε βλέπω, νάχης την ευχή μου, και να με λέγης δα κι' όλα, πώς πηγαίν' η κρίσι μας. Η οικία της χήρας Οθωμανίδος κείται επί της ευρείας μεν τώρα, αλλ’ όχι πλέον ως πριν γραφικωτάτης οδού, της Ν δ ι β ά ν — γ ι ο λ ο ύ, ου μακράν της πλατείας του βυζαντινού ιπποδρομίου. Προφανώς είναι παλαιόν κτήμα, ευπόρου άλλοτε οικογενείας.

Κ' έβλεπες τότε τον ήμερο, τον άκακο Άνθιμο, να μεταμορφώνεται και να κεραυνοβολά τον πταίστη, όποιος και να ήταν αυτός. Γράμματα ήξερε λίγα, μα είχε κρίσι ορθή και με τη βοήθειά της εσκεπτότανε καλλίτερα από πολλούς διαβασμένους· έπειτα είχε την αρετή, που είνε μεγάλη δύναμις και οπού τον ωδηγούσε.

Γιατί γνωρίζω καθαρά σαν πόσην έχεις θλίψι, Οχ τον καιρό, κι' οχ τη στιμη, που ο φίλο σου έχει λήψει. Και το μετρώ οχ του λόγου μου, με της καρδιάς μου κρίσι, Οπού δεν ίδα πλιο καλό αφόντης σ' έχω αφήση. Δε νιόθω της ημέραις μου, και τι καιρός διαβαίνει, Χώριατης πίκρας τον ποσό, οπού όσο πάει, πληθαίνει.

Μα κι' αν απ' αυτούς κανείς πανδρευθή, μα ή και φίλος ή δικός του συγγενής, θα του βρέχουμ' όλη νύχτα, που μπορεί να προτιμήση και την Αίγυπτον ακόμα, παρά την κακή την κρίσι. Μα δεν πρέπει και ν' αργήσω στο σχολείο να περάσω και την θύρα να χτυπήσω. — Παιδί!... παιδί!... μωρέ παιδί!... ΣΩΚΡΑΤΗΣ Τον Στρεψιάδη χαιρετώ! ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Κ' εγώ το ίδιο. Πρώτον μεν, να πάρης το σακκί αυτό.

'Σ τ' Αλή-Πασσά τη φυλακή· Μ' αφίνει, και πηγαίνω, Πριν φθάσωτον Αλή-Πασσά Θύραις εφτά διαβαίνω, Καιτην εβδόμη 'στάθηκα Ν' ακούσω του την κρίσι . 'Ψηλά, ψηλά καθόντανε Τρεις Δαίμονες μεγάλοι. 'Μπροστά τους ο Αλή-Πασσάς Κ' η Χάμκω του κοντά του, Και 'πίσω η γυναίκα του, Τα δυο του τα παιδιά του, Κι' από τα παλληκάρια του Μια συντροφιά μεγάλη. Ιουσούφ Αράπης , ο μπαμπάς.

Ίσως κι' από 'ψηλά κανείς βασανισμένος εδώ 'στά χαμηλά κυττάζει σαστισμένος. Κι' ο νους του όλος κρίσι καθώς και ο 'δικός μου ζητεί να 'βρη μια λύσι 'στό πρόβλημα του κόσμου· Και δεν 'μπορεί και κλαίει, και δεν 'μπορώ και κλαίω, όρσε κι' αυτός μου λέει, όρσε κι' εγώ του λέω. Την σοφίαν, λέγει, ζήτει ο μεγάλος Πυθαγόρας, και αυτήν σκοπόν κηρύττει πας σοφός εκ πάσης χώρας.

Θυμήθηκε ότι δεν ανεγνώρισα το έγκλημά μου, κι' ότι μάταια ζήτησα κρίσι, δικαιοσύνη και μονομαχία, και με την ευγένεια της καρδιάς του κατάλαβε τα πράγματα, που γύρω του δεν καταλαβαίνει κανείς. Όχι πως ξέρει ή μπορεί ποτέ να μάθη την αλήθεια για την αγάπη μας. Αλλ' αμφιβάλλει, ελπίζει, αισθάνεται ότι δεν είπα ψέμματα, θέλει ν' αποδείξω το δίκηο μου.

Κι' από ποιον θα το μάθαινα, αν όχι από σας; Μόνη σ' αυτό τον τόπο, ξένη, δεν έχω κανένα εκτός από σας, Μεγαλειότατε, για να με υπερασπίση. — Έστω. Ήθελαν λοιπόν να σε προκαλέσουν να δικαιολογηθής με όρκο και με τη δοκιμασία του καυτού σίδερου. «Η Βασίλισσα, έλεγαν, δεν οφείλει από μόνη της να ζητήση την κρίσι; Αυτή η δοκιμή είναι τίποτα για τους αθώους.

Η ΘΕΑΤΡΙΝΑΑυτός σ' αγαπάει πάντα; ΛΕΛΑΟι άνδρες δεν αγαπούν ποτέ. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑΚαι όμως μούχες πη ότι σου υποσχέθηκε, πως όταν αποκαταστήση την κόρη του, όταν ξαναγίνη ελεύθερος και δεν θα φοβάται πια την κρίσι του κόσμου, θα ζήση πάντα μαζή σου. Δεν είναι έτσι; ΛΕΛΑΜου το είπε. Η αλήθεια είναι πως μου το είπε. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑΓιατί κλαις Λέλα; ΛΕΛΑΑχ! μη μ' ερωτάς περισσότερα.

Ω φρόνιμοι κατήγοροι, Κριτάδες του κοινού, Για κάμετε την κρίσι σας, Με προσοχή και νου. Σκληρός αυτός δεν είναι τος, Μον είμεστε σκληροί Εμείς, οπού τον θέλομε Με γνώμη σοβαρή. Παιγνίδια, φίλοι, ορέγεται, Και γέλια σαν παιδί. Φτερά βαστάει, κι' απέταξε, Ενάντια σαν ιδή. Μαζί του παίξε, γέλασε, Αν θες να σ' αγαπάη. Μην αποστάσης τρέχοντας Να πας εκεί που πάει.