Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025
Κι όταν μπήκα στην κάμαρά μας, είδα πως τα δικά μου παράθυρα είχαν την ίδια θέα, που είπα πρωτήτερα, με τη διαφορά πως η θάλασσα φαινόταν από δω ακόμα σιμότερα. Στάθηκα πάλι εκεί και δεν ήξερα τι γινότανε μέσα μου εκείνη τη στιγμή. Μα την ίδια ώρα έπεσε η ματιά μου στη γυναίκα μου.
Μα ήξερα σε ποια γωνιά είταν οι τάφοι τους, και στάθηκα κει. Στάθηκα, και παρακαλούσα κανένα φάντασμα να κατέβη και να μου πη πως το ξέρουν πως γύρισα, πως είμουν κοντά τους, πως ήθελα να είμαι ακόμα κοντήτερα, ακόμα βαθύτερα. Τι να ζω, τι να περιμένω πια τώρα! Την ανεμοσκόρπισα τη ζωή μου!
Κι όταν ήρθα στο μικρό λευκοχρισμένο σπίτι μας, έξω στην άκρη άκρη του δυτικού ακρωτηριού, μακριά από τις άλλες ανθρώπινες κατοικίες, τότε είδα πρώτη φορά τη θάλασσα. Στάθηκα πολλή ώρα και κοίταζα έξω αυτήν την θάλασσα, που κατώρθωσα να τη φτάσω τέλος.
Κόκκινο σύννεφο μου τα σκέπαζε όλα. Πλανιούμουν από δω κι από κει σαν τυφλός. Άξαφνα έρχεται άγγελος πλάγι μου! Ναι, άγγελος με φτερά. Με παίρνει από το χέρι, και δίχως λέξη να πη, με φέρνει σ' ένα στασίδι. Είταν το στασίδι του Ψάλτη. Ό,τι στάθηκα κει, με τον άγγελο πλάγι, με ξύπνησε η φωνή της Αννούλας. — Εδώ μαθές είσαι τόσην ώρα και δε μιλάς; Τι έπαθες; Μια ώρα σε γυρεύουμε τώρα.
Η αλήθεια είνε πως ερχόταν ολόρθο στα κύματα. Μπροστά του ένα φως τρανό του φώτιζε το δρόμο. Έλαμπε το φως· μα πιο πολύ έλαμπε το τίμιο το ξύλο. Περίγυρα το πέλαγο απέραντο και μελαψό ανάδευε με σύγκρυο. Ήρθε το κόνισμα και στάθηκα σιγά στον άμμο, κρύφτηκα σε μια βουρλιά. Και το φως κοντά του παραμόνευε. Κάποιο καλογεράκι σύρθηκε απάνω του και γνώρισε το θάμα.
Μου φάνηκε, αλήθεια, πως στάθηκα λίγο σκεπτικιστής στη θεωρία αυτή. Ίσως όμως να σε αδίκησα.
Τις εκκλησιές, τις πέτρες και τους πύργους, τα φίλησα, τα τείχη τα αγάπησα μέσα στο λιοπύρι του μεσημεριού. Και σκληρά σκληρά στάθηκα στους ρωσικούς τους λόφους του Άγιου Στέφανου, εκεί που δεν είναι άλλο καλλίτερο μέρος για να σταθεί το Γένος όλο, να κοιτάζει την παρμένη Πόλη. Σκληρότατα οι Ρώσοι ξεδιάλυσαν τα όνειρά μου τα βυζαντικά και μ' έδεσαν αλύπητα με την τωρινή κατάστασή μου.
Μου είπεν ότι πολύ κακά έκαμεν η Καρολίνα· ότι δεν έπρεπε κανείς να απατά τα παιδιά· ότι τα τοιαύτα δίδουν αφορμήν εις απείρους πλάνας και δεισιδαιμονίας, από τας οποίας πρέπει κανείς ευθύς εξ αρχής να προφυλάττη τα παιδιά. — Τώρα θυμήθηκα πως ο άνθρωπος εβάπτισεν ένα παιδί του προ οκτώ ημερών· γι' αυτό δε επέμεινα και στάθηκα μέσα στην καρδιά μου πιστός εις την αλήθεια: Πρέπει να φερώμεθα προς τα παιδιά όπως ο Θεός προς ημάς, που μας κάνει ευτυχεστάτους όταν μας αφίνη να ζούμε μέσα σε γλυκειές πλάνες.
Και κείνος είτανε τότε πέντε ως έξι χρονών και το ζήτημα είτανε το ίδιο — ναλλάξη το πουκάμισο. Μεταχειρίστηκε απαράλλαχτα τα ίδια λόγια: Πρώτη φορά, είπε, έννοιωσα πως με πιάνανε τραχιά. Στάθηκα κοντά στο κρεββατάκι του Σβεν και τον κοίταζα πολλή ώρα. Τα μελίγγια του είχαν κάνει μικρούς λάκκους. Μα κοιμότανε βαθιά κ' ήσυχα κ' έσκυψα και τονέ φίλησα στο μέτωπο.
Δεν πρόσεξα τα προμηνύματα που ήρθαν; Στάθηκα τυφλός και κουφός στις υποψίες, που ανάβανε μέσα μου σα φλόγες και φοβερίζανε το χτίριο της ευτυχίας μου, που το θαρρούσα στεριά θεμελιωμένο; Δεν το γνωρίζω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν