United States or Venezuela ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ημείς δεν αποτολμούσαμεν να διαφεντευθώμεν διά τον φόβον να μη μας θανατώσουν όλους. Αφού λοιπόν μας έρριψαν εις το νησί εκείνοι οι αγριάνθρωποι, άνοιξαν τα πανιά του καραβιού, και το έφεραν εις άλλο νησί ολίγον ξέμακρα, από το οποίον είχαν έλθει· διότι εκεί ως φαίνεται, είχον τες κατοικίες των.

Τέλος πάντων αυτός έκαμε να με δέσουν, και με έφεραν εις την ρίζαν ενός βουνού, ανάμεσα εις δυο λαγκάδια, και εκεί ήταν διάφορες καλύβες που εχρησίμευαν διά κατοικίες τους. Εγώ εβάλθηκα υποκάτω εις την καλύβα, του αρχηγού τους, η οποία ευρίσκονταν εις την μέσην από τες άλλες, και εφαίνονταν η μεγαλύτερη.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Για ποιο λόγο; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Πώς την ώρα θα σκοτώνουν λόγου χάρι; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Όλοι θα περνούν το ίδιο, κι' όλα θα τα κάνω ένα, και η πόλις μας θα γίνη ένα σπίτι για καθένα, που ελεύθερος να βγαίνη και στον άλλον να πηγαίνη. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Πού θα στρώνωνται τα δείπνα; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Και τα δικαστήρια σας κ' η στοές σας κατοικίες θα γενούν της αφεντιάς σας.

Και τούτων πάλι τα παιδιά, σαν ο καιρός περάση, πόλεις κι' αυτά θα χτίσουνε στας νήσους των Κυκλάδων και γύρω στα παράλια, που δύναμι μεγάλη θα δίνουνε στη χώρα μου• θα φτιάσουν κατοικίες στης χώρες της αντικρυνές της δύο: της Ευρώπης και της Ασίας• το όνομα του Ίωνος θα πάρουν και Ίωνες θα λέγωνται και δοξασμένοι θάνε.

Επειδή προς το μέσον της νυκτός επλακωθήκαμεν αιφνιδίως από έναν μέγαν αριθμόν Μαύρων, οι οποίοι εμβήκαν εις το καράβι μας, και φορτώνοντές μας σίδηρα μας έφεραν εις τες κατοικίες τους. Ερχομένης δε της ημέρας, αυτοί οι Μώροι μας έφεραν εις μίαν τένταν μεγάλην, εις την οποίαν είχε την κατοικίαν του ο βασιλέας τους.

Κι όταν ήρθα στο μικρό λευκοχρισμένο σπίτι μας, έξω στην άκρη άκρη του δυτικού ακρωτηριού, μακριά από τις άλλες ανθρώπινες κατοικίες, τότε είδα πρώτη φορά τη θάλασσα. Στάθηκα πολλή ώρα και κοίταζα έξω αυτήν την θάλασσα, που κατώρθωσα να τη φτάσω τέλος.

Ο Γιάννης χώθηκε ανάμεσα στα μνήματα προσέχοντας μη δρασκελίση κανένα, και μη σκοντάψη σε κανένα Σταυρό. Εκεί που πήγαινε, χώρια από το πλήθος των Επιταφίων, που έκραζε ακατάπαυτα «Κύριε ελέησον», περβατώντας ανάμεσα στες νεκρικές κατοικίες, απάντησε ένα σβυστό μνήμα.

Έτσι λέγοντάς με επήραν και με εσήκωσαν εις τον αέρα, και με έκαμαν να περάσω από πάνω από διάφορα βουνά, και εγυρίσαμεν διάφορες θάλασσες, διά να φθάσωμεν εις τες κατοικίες των, αι οποίαι δεν ήτον άλλο παρά ένα αναρίθμητον πλήθος σπηλαίων υπογείων, και τρύπες εις τα βουνά· και εις κάθε ένα από αυτά εκατοικούσεν από ένα τελώνιον.