Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
Ήτο δε κατοικημένη κατά τα έξω μέρη, υποκάτω από τα ίδια τα πλάγιά της, από τους τεχνίτας και τους γεωργούς, όσοι εκαλλιέργουν τα πλησίον της μέρη· εις το επάνω δε μέρος μόνη η τάξις των πολεμιστών είχε κατοικήση ολόγυρα εις τον ναόν της Αθηνάς και του Ηφαίστου, περιτριγυρισμένη μ' ένα περιτείχισμα ωσάν το περιτείχισμα του κήπου μιας οικίας.
Τι με ωφελεί πως μπορώ τώρα να ψελλίζω με κάθε μαθητήν του σχολείου, πως η γη είναι στρογγυλή; Ο άνθρωπος έχει ανάγκην μόνο από λίγους βώλους γης, για να χαρή επάνω εις αυτούς, κι' από λιγώτερους ακόμη, για ν' αναπαυθή υποκάτω. Τώρα είμαι εδώ εις την έπαυλη του ηγεμόνος. Μπορεί ένας αρκετά καλά να περάση με τον κύριον αυτόν· είναι φιλαλήθης και απλούς.
Αυτή του έκαμνε παράπονα κατά της οικοκυράς και των γειτονισσών. — Τι κόσμος είν' αυτός, καλέ; Ο Βαγγέλης πότε εμορμύριζεν εναντίον των, πότε εσιώπα. Συνήθως είχε το λαγούτο υποκάτω από την μασχάλην του, καθώς υποκάτω από τα σκέλη του ο σκύλλος την ουράν. Μίαν εσπέραν, ότε έγεινε ραγδαιοτάτη και διαρκής βροχή, η στέγη όλων των σαθρών χαμογείων διέρρευσε. Το πάτωμα έγεινε λίμνη.
Υποκάτω, εντός του καθαρισμένου κύκλου εκάστης ελαίας, σωροί-σωροί εφαίνοντο αι πίπτουσαι ελαίαι, μεγάλαι ως κάρυα, τας οποίας ουχί πλέον ανά μίαν διά των δακτύλων, αλλά πολλάς ομού εσύναζον αι εργάτιδες, πληρούσαι αυτοστιγμεί τα καλάθια και είτα τους σάκκους. — Ως το πάσχα! Έλεγον οι κτηματίαι χαίροντες.
Αλλ' όταν έφθασα υποκάτω εις την καμάραν του σπηλαίου, εύρον τόσον σκότος, που δεν έβλεπον πλέον πού με φέρει το τρέξιμον του νερού, το οποίον μέσα εις το υπόγειον ήτον σιγανώτερον· έτρεξα λοιπόν επάνω εις το νερόν εις το υπόγειον εκείνο το σκοτεινόν μερικές ημέρες, χωρίς να ιδώ παντελώς ακτίνα φωτός.
Συμφωνήσασα περί πάντων επέστρεψεν η Ιωάννα προς τον Φρουμέντιον, περιμένοντα αυτήν εις το πλησίον του όρμου της Μουνυχίας σπήλαιον, όπου είχε στρώσει δείπνον και κοίτην. Ο καιρός ήτο υγρός, ο άνεμος δριμύς και η θάλασσα εστέναζε πενθίμως υποκάτω του σπηλαίου. Ο νέος Βενεδικτίνος έσπευσε ν' ανάψη πυράν, παρά την οποίαν εκάθισεν η Ιωάννα, ίνα ξηράνη τα ενδύματα της υγρανθέντα υπό των κυμάτων.
Με επήρε λοιπόν υποκάτω εις την επίσκεψίν του, και με ένδυσε κατά την συνήθειαν των τζοχανταρέων και μου ερμήνευσε τον τρόπον πως έχω να μεταχειρισθώ την δούλευσίν μου· με έβαλε την άλλην ημέραν εις τον αριθμόν των τζοχανταρέων του οντά του βασιλέως, και εις ολίγον καιρόν έκαμα τιμήν του βασιλέως.
Ο βεζύρης του, που είχε φθάσει εκεί ομού με τους άλλους, που ήσαν εις την συντροφιά του, δεν έλαβαν ολιγωτέραν την έκστασιν. Ο δε βασιλεύς αφού έκαμε διαφόρους στοχασμούς, λέγει· δεν ημπορώ να βεβαιωθώ πώς εκείνη η έλαφος είνε αληθώς ένα ζώον άγριον, αλλά λογιάζω πώς είνε μία εξωτική του δάσους, η οποία υποκάτω εις τούτην την μορφήν λαμβάνει ηδονήν να γελά τους κυνηγούς.
Ιδού δε πώς κινείται φυσικά αυτή η κούνια· υπάρχει έν από τα χάσματα της γης, το μεγαλύτερον άλλως από όλα, το οποίον έχει τρυπημένην ολόκληρον την γην από το έν άκρον έως εις το άλλο και είναι εκείνο, το οποίον ο Όμηρος αναφέρει λέγων· «πολύ μακράν, όπου υπάρχει το βαθύτατον βάραθρον υποκάτω της γης». Το οποίον και εις άλλα μέρη και εκείνος και πολλοί άλλοι από τους ποιητάς ωνόμασαν Τάρταρον.
Εγώ όμως διά τύχην μου εις αυτό το αναμεταξύ ηύρα ένα αηδόνι ψόφιον, το οποίον το ανάζησα δίδοντας τες αίσθησές μου εις αυτό. Και υποκάτω εις αυτήν την νέαν μορφήν επέταξα προς το παλάτι του εχθρού μου, και επήγα και εκάθησα επάνω εις ένα δένδρον που ήτον εμπρός εις τα παράθυρα της αγαπημένης μου Ζεμπρούδας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν