United States or Saint Pierre and Miquelon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατήλθον εις τα δωμάτια, όπως βεβαιωθώ συγχρόνως αν κατέχω ακόμη την κλίνην μου, αλλ’ ούτ' εν τη ευρεία και πολυτελεί του πλοίου αιθούση υπήρχε τι προδίδον πολυκοσμίαν. — Καλά, είπον, αφού εφορτώθησαν αι αποσκευαί, δεν θ' αργήση να επιβιβασθή και ο στρατός.

Ο βεζύρης του, που είχε φθάσει εκεί ομού με τους άλλους, που ήσαν εις την συντροφιά του, δεν έλαβαν ολιγωτέραν την έκστασιν. Ο δε βασιλεύς αφού έκαμε διαφόρους στοχασμούς, λέγει· δεν ημπορώ να βεβαιωθώ πώς εκείνη η έλαφος είνε αληθώς ένα ζώον άγριον, αλλά λογιάζω πώς είνε μία εξωτική του δάσους, η οποία υποκάτω εις τούτην την μορφήν λαμβάνει ηδονήν να γελά τους κυνηγούς.

Θα ερωτήσω τον Αντώνιον διά να βεβαιωθώ περί τούτου. — Αντώνιε, Αντώνιε· βλέπω ότι τόσα πολλά νερά κάμνεις, ώστε πρέπει να σε αφήσω να βυθισθής, διότι και οι αγαπητότεροί σου σε εγκαταλείπουν. ΘΥΡΣΟΣ. Να αναγγείλω εις τον Καίσαρα τας αιτήσεις σου; διότι είναι πρόθυμος να χορηγήση άμα παρακληθή.

Ο ψαράς ακούοντας ότι θα πλουτίση διά να ελαφρωθή από το βάρος της φτώχιας με αυτήν την ελπίδα άρχισε να κλίνη εις τας παρακλήσεις του Τελωνίου, και λέγει του· πώς ημπορώ να βεβαιωθώ εις την υπόσχεσίν σου; φοβούμαι να μη με γελάσης· κάμε όρκον πρώτον εις το όνομα του μεγάλου Προφήτου, ότι θα φυλάξης όσα μου έταξες, και εγώ είμαι έτοιμος να ανοίξω το αγγείον, και στοχάσου καλά να μην αυθαδιάσης και παραβής ένα τέτοιον όρκον, διότι η παράβασίς σου θέλει σε παιδεύσει χειρότερα.

Εγώ δεν ηξεύρω τίποτε, ω βασιλέα μου, απεκρίθη ο βεζύρης, μα με όλον τούτο που αυτός φαίνεται πολλά ευτυχής, δεν ήθελα τολμήσει να σε βεβαιώσω, ότι αυτός βεβαίως θα είνε έτσι. Θέλω να βεβαιωθώ, επάνω εις τούτο, εφώναξεν ο βασιλεύς, διά να ιδώ την αλήθειαν, και να σε βγάλω ψεύτην.

Έτσι; — Βέβαια. — Πώς τούτο; — Διότι αυτό λέγουν. — Ποίοι το λέγουν; — Ο κόσμος. — Ε, και θα επίστευα εγώ τούτο. — Ίσως. — Αλλά τότε δεν θα είχα ανάγκην να ψάξω. — Πώς; — Διά να βεβαιωθώ με τα μάτια μου. — Έσωνε να παραδεχθώ τι λέγει ο κόσμος. — Και ύστερα; — Και δεν θα εζητούσα πληροφορίας. — Λέγεις; — Ούτε σε θα ερωτούσα. — Όχι δα. — Ούτε θα έλεγα τίποτε. — Μη δα.

Κάμετε μου μια χάρι. Κρύψετέ με στο Λιντάν, πέστε της πώς ήρθα και κάμετε να την ξαναΐδώ μια φορά ακόμη». Ο Ντινάς απάντησε: «Λυπάμαι τη Βασίλισσα και δε θα της πω τίποτε, αν δε βεβαιωθώ ότι σου έχει μείνει αγαπητή πειο πολύ απ' όλες της γυναίκες του κόσμου. — Α! Άρχοντα, πέστε της ότι μου έμεινε αγαπητή περισσότερο από όλες της γυναίκες του κόσμου.

Και αφού δεν ηδυνάμην ν' ανέλθω την κλίμακα πριν ή βεβαιωθώ ότι το χαρέμιον απεσύρθη εκ της σ ά λ λ α ς, εχώρησα διστάζων προς αυτήν, και παρακύψας είδον εις τον κήπον.

ΓΛΟΣΤ. Να θέλη το κακόν του πατρός του, ο οποίος τόσον τον αγαπά! Κύτταξε να τον εξετάσης. Κατάφερέ τα, όπως σε φωτίση ο νους σου. Έδιδα ό,τι και αν έχω διά να βεβαιωθώ την αλήθειαν. ΕΔΜ. Πηγαίνω, αυθέντα μου, αμέσως. Θα προσπαθήσω να καταφέρω το πράγμα, όπως ημπορέσω καλλίτερα, και σε πληροφορώ ευθύς. ΓΛΟΣΤ. Αυταί αι τελευταίαι εκλείψεις του Ηλίου και της Σελήνης δεν μας προμηνύουν τίποτε καλόν.

— «Μα, την ξέρ'ς καλά τη μάννα μ';» Του είπα. — «Μωρέ την κάκω τη Μήτραινα δεν ξέρω, τη γειτόνισσα μ'; Για χαμένο μ' έχειςΤότε τον αγκάλιασα σφιχτά και φιλιώντάς τον, του είπα για ύστερη φορά να βεβαιωθώ καλύτερα: — «Αλήθεια, ζη η μάννα μ';» — «Ζη και παραζή, σου είπα, και σε καρτεράει κάθε μέρα, και κάθε ώρα και στιγμήΜου φάνηκε, ότι κέρδισα ένα βασίλειο.