United States or Malaysia ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΓΛΟΣΤ. Φίλε καλέ, παρακαλώ, ειπέ μου ποίος είσαι; ΕΔΓΑΡ Ένας πτωχός απ' την οργήν της Τύχης δαμασμένος, ένας που τον εμάλαξαν τα πάθη και οι πόνοι και συμπονεί τους δυστυχείς. — Έλα, το χέρι δος μου, να σ' εύρω καταφύγιον. ΓΛΟΣΤ. Ω! των θεών η χάρις τα όσα μ' έκαμες, διπλά να σου τ' ανταποδώσω! ΟΣΒ. Προκηρυγμένε! Σ' έπιασα! Την τύχην μου θα κάμη τ' αόμματο κεφάλι σου. Επλάσθηκ' επί τούτου!

Πώς τάχασε τα 'μάτια του; — Τέχνη κακή που είναι να κάμνη τις τον παλαβόν ενώπιον της λύπης! Κ' εις άλλους βάρος γίνεται και εις τον εαυτόν του. Να σ' ευλογήσουν οι θεοί! ΓΛΟΣΤ. Είν' ο γυμνός εκείνος; ΓΕΡΩΝ Μάλιστ', αυθέντα μου. ΓΛΟΣΤ. Λοιπόν φύγε και άφησέ με. Μιας ώρας δρόμον απ' εδώ ή δύο πρόφθασέ μαςτου Δούβρου την διεύθυνσιν.

ΓΛΟΣΤ. Να ιδώ, να ιδώ. Ελπίζω, χάριν του αδελφού μου, ότι μου τα έγραψε μόνον διά να με δοκιμάση. Α! Συνωμοσία! «Ν' αποκοιμηθή, έως ου να τον εξυπνίσω». — Θα εγίνετο ιδική σου η μισή του περιουσία. — Ο Έδγαρ, ο υιός μου! Είχε χέρι να τα γράψη αυτά! Είχε καρδιάν να τα σκεφθή! — Πότε το έλαβες αυτό; Ποίος σου το έφερε; ΕΔΜ. Δεν μου το έφερε κανείς. Εδώ ήτον η τέχνη.

Και έγιναν τα πάντα διά μιας εξαφνικά! — Εσύ, Εδμόνδε, είσαι; Τι νέα έχεις; Τίποτε, αυθέντα, δεν γνωρίζω. ΓΛΟΣΤ. Τι κρύπτεις αυτό το γράμμα με τόσην βίαν; ΕΔΜ. Δεν ηξεύρω τίποτε νέον, αυθέντα μου. ΓΛΟΣΤ. Τι χαρτί εδιάβαζες; ΕΔΜ. Τίποτε, αυθέντα μου. ΓΛΟΣΤ. Τίποτε; Τι εχρειάζετο λοιπόν τόση βία να μου το κρύψης; Το τίποτε δεν έχει ανάγκην από τόσον κρύψιμον. Φέρε να ιδώ. Δος το.

Και πώς το έκαμες αυτό; Δεν είχες προσταγήν μας... ΚΟΡΝ. Πώς εις το Δούβρον; — Άφες τον ν' αποκριθή εις τούτο. ΓΛΟΣΤ. Δεμένον χειροπόδαρα μ' έχετ' εδώ! Κτυπάτε! ΡΕΓ. 'Σ το Δούβρον πώς τον έστειλες και διατί; ΓΛΟΣΤ. Διότι δεν ήθελα με τ' άσπλαγχνα τα 'νύχια σου να βλέπω να ξερριζώνης τα πτωχά, τα γέρικά του 'μάτια!

ΚΕΝΤ Θα ήτο κρίμα να μη εγίνετο, αφού είχε τόσον καλόν καρπόν. ΓΛΟΣΤ. Έχω και άλλον υιόν γνήσιο, κανένα χρόνον μεγαλείτερον από τούτον· και όμως δεν ημπορώ να ειπώ ότι τον αγαπώ εκείνον περισσότερον. Το παληόπαιδο αυτό μου εξεφύτρωσε ολίγον αδιάντροπα, και πριν να του ειπή κανείς να έλθη.

Όποιος ζήση τότε έχει να ιδή ότι με τα πόδια θα βαδίζουν τότε. θα τα προφητεύση ο Μερλίνος ταύτα. Πριν εκείνος έλθη, έζησα εγώ. Θάλαμος εν τω μεγάρω του Γλόστερ. ΓΛΟΣΤ. Αλλοίμονον, Εδμόνδε, αυτά τα φερσίματα είναι παρά φύσιν. Όταν τους εζήτησα την άδειαν να τον ευσπλαγχνισθώ, μου αφήρεσαν πάσαν εξουσίαν μέσα εις το σπίτι μου.

Αίθουσα εν τω ανακτόρω του Ληρ. ΚΕΝΤ. Ενόμιζα ότι ο βασιλεύς ευνοούσε τον δούκα της Αλβανίας περισσότερον από τον δούκα της Κορνουάλλης. ΓΛΟΣΤ. Κ' εγώ το επίστευα· αλλ' από την σημερινήν διαίρεσιν του βασιλείου δεν φαίνεται διόλου, εις ποίον από τους δύο δίδει την προτίμησιν. Τους το εμοίρασε εις τρόπον, ώστε δεν ημπορεί κανείς να ειπή τίνος μερίδιον είναι το καλλίτερον.

ΓΛΟΣΤ. Ο βασιλεύς είναι τρελλός, κι' ο νους ο ιδικός μου αντέχει να αισθάνωμαι τον άμετρόν μου πόνον! Καλλίτερα να έχανα κ' εγώ τα λογικά μου, να χωρισθούν οι πόνοι μου από τους στοχασμούς μου, και μέσατα φαντάσματα της τρέλλας πλανημένος ο νους μου την συναίσθησιν της λύπης μου να χάση! Δος μου το χέρι. — Τύμπανα μου φαίνεται ακούω. Έλα εις σκέπην φιλικήν, πατέρα, να σε κρύψω.

ΚΟΡΝ. Τι συμφωνίας έχεις με τον εχθρόν, που έφθασε εις τα παράλιά μας; ΡΕΓ. Εις τίνος χέρια έστειλες τον γέροντα; — Ομίλει! ΓΛΟΣΤ. Έλαβα γράμματα εδώ, αυτό είν' η αλήθεια αλλά δεν μ' ενοχοποιούν, κι' από εχθρόν δεν ήλθαν, έρχοντ' από ουδέτερον. ΚΟΡΝ. Ω πονηρέ! ΡΕΓ. Ω ψεύτη! ΚΟΡΝ. Και πού τον έστειλες τον Ληρ; ΓΛΟΣΤ. 'Σ το Δούβρον. ΡΕΓ. Α! 'ς το Δούβρον!