United States or Kazakhstan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πώς λοιπόν είναι διάφορα πράγματα και δύο, συ το έλαβες από εμέ διά του λόγου. Αλλά τόρα πάλιν πώς είναι έν και το ίδιον, ειπέ συ κατ' ανταπόδοσιν εις εμέ. Έχε υπ' όψει σου δε ότι οφείλεις να ειπής και πώς, ενώ είναι τέσσαρα, είναι έν, και αφού συ δείξης ότι είναι έν απαίτησε από εμέ να ειπώ πώς είναι πάλιν τέσσαρα.

Τώρα, ω Οιδίπου μέγιστε στους θνητούς όλους, γονατισμένοι πέφτουμεν εμπρός σου ικέται και σωτηρίαν γυρεύομε να μας χαρίσης είτε θεός, είτε άνθρωπος τρόπον σου δείξη. Γιατί καλό πως πέρνουνε νομίζω τέλος όσα καλά οι φρόνιμοι τ’ αποφασίσουν. Την πόλιν δέξου, άριστε, τούτην να σώσης. Μη χάσης το καλό όνομα στας Θήβας που ’χεις. Σωτήρα εδώ σε κράζουνε για την φροντίδα που έλαβες άλλοτε για μας.

Μετ' ολίγον έφθασεν η μάγισσα και έτρεξε πρώτον εις τον άνδρα της τον νέον βασιλέα των Μελανών Νησίων, και άρχισε να τον δέρνη, κατά την συνήθειάν της τόσον σκληρά, ώστε αι θλιβεραί φωναί οπού έβγαζεν ο δυστυχής εκινούσαν εις έλεος και τα άψυχα κτίσματα, και την καλούσε να κάμη έλεος εις αυτόν και αυτή του έλεγε· συ δεν έλαβες ευσπλαγχνίαν διά τον ιδικόν μου αγαπητικόν, ούτε εγώ δεν θέλω ποτέ λάβει συμπάθειαν διά σε . . .

Επομένως έξω από αυτά, ωσάν κάτι τι τρίτον δεν θεωρείς με τον νουν σου το ον, και ότι περικλείει εντός του την στάσιν και την κίνησιν, και επειδή έλαβες υπ' όψιν σου ότι συμμετέχουν της υπάρξεως, κατά λογικήν συνέπειαν εχαρακτήρισες και τα δύο ως υπάρχοντα; Θεαίτητος. Πραγματικώς σχεδόν εξάγεται ότι κάτι τι τρίτον είναι το ον, όταν λέγωμεν ότι υπάρχει κίνησις και στάσις. Ξένος.

Έχω τόσον καιρό, που καρτεράω κι' ακόμα ο γυιός μου δεν ηύρε δρόμο! Γριά γυναίκα είμαι. Πού ξέρω τι μου ξημερόν'; Και λέγοντας αυτά έρριξε τα μάτια δακρυσμένα ψηλά στη Μαριανθούλα, για να δώση του παπά να νοιώση πλειότερα. — Δεν έλαβες άλλο γράμμα; Τη ρώτησε πάλι ο παπάς, από κείνο που σου έχω διαβάσει εδώ κι' ένα μήνα; — Δεν έλαβα άλλο... — Τότε θα πη πως μπορεί ναρθή αυτές τες ημέρες..

Η πυρκαϊά αυτή, την οποίαν περιγράφεις, δεν φλέγει αρκετά, το πυρ σου δεν καίει μετά σφοδρότητος. Μη ακούης τας κολακείας του Λουκιανού. Διά τοιούτους στίχους θα ανεγνώριζα εις αυτόν πνεύμα, όχι εις σε, διότι συ είσαι μεγαλείτερος από αυτούς. Δικαιούται κανείς να απαιτή περισσότερα από Σε, όστις έλαβες το παν από τους θεούς. Αλλά υπείκεις εις την οκνηρίαν.

Αν την παρελθούσαν εβδομάδα δεν έλαβες γράμμα μου, συλλογίσου, ότι δεν έλαβα κ' εγώ ιδικόν σου, και συγχώρησόν με, αφού και συ έχεις ανάγκην συγχωρήσεως. Μην υποθέσης όμως, ότι η έλλειψίς μου ήτο πληρωμή της ελλείψεώς σου. Όχι· δεν είμαι τόσον εκδικητική. Αφορμή της σιωπής μου ήτο άλλη, κοινοτέρα πολύ και αθωοτέρα: η αμέλεια.

Αυτά δύνανται να μη κινήσουν τον γέλωτα του πλήθους; Όχι, άλλο τι πρέπει να σκεφθώμεν. Συ δε ο οποίος λέγεις ότι είσαι και μάντις και εκ τούτου έχεις μεγάλας αποδοχάς, ώστε και πλίνθους χρυσάς έλαβες μιαν φοράν, ιδού έχεις ενώπιόν σου κατάλληλον ευκαιρίαν διά να επιδείξης την μαντικήν σου τέχνην.

« 'Κεί, 'σάν τρελλή που έτρεχα » Έν φάντασμα 'μπροστά μου, » Αρχίνησε με ανθρωπινή, » Και 'σάν εκείνου την φωνή » Να μ' είπη τ' όνομά μου.» « Ανθούλα! μ' είπε, 'σάν τρελλή «'Στήν ερημιά τι τρέχεις; » Ποιόνε ζητάςτην ερημιά; — » — 'Σ εμέ, του λέγω, γνωριμιά » Πούθ' έλαβες; πού θ' έχεις; — »

Έλαβες γράμμα; Είνε καλά ο άνθρωπος σου; Τι κάθεσαι και σκοτίζεσαι; Εφημερίδα θα βγάλη να σου τα πη με το νι και με το σίγμα; «... Εγώ μπαρκάρησα τώρα μ' ένα βαπόρι Θειακό για τη Νέαν Υόρκη. Από κει θα σας γράψω πάλι σα θέλη ο Θεός. Να πήτε μόνο της Ουρανίτσας να μη στενοχωρεύεται. Ο καιρός περνάει γρήγορα. Πρώτα ο Θεός, μαζί θα κάνουμε τούτη τη Λαμπρή». Η Ουρανίτσα το είχε μάθει απόξω το γράμμα.