United States or Poland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και όμως η θειά-Αρετώ δεν ήτο στρίγλα· και όμως, αφού επί δέκα έτη της έδιδεν ευχάς και συμβουλάς, αρχίζουσα πάντοτε από την φράσιν αυτήν: «Ζήσης, χρονίσης, θυγατέρα», την ημέραν καθ' ην έγεινε νύμφη εκείνη, οργισθείσα η μήτηρ από περισσάς ίσως απαιτήσεις του γαμβρού, ως προς την προίκα, από διφορουμένην ίσως και παθητικήν στάσιν της κόρης, τις οίδεν, από τι τέλος, της είπεν, εις τον θυμόν της επάνω «να μη χρονίσηΚαι πράγματι δεν εχρόνισε.

Έτρεμε δε σύσσωμος και έβλεπε κάτω εις στάσιν καταδίκου. Ο Μανώλης ωπισθοδρόμησεν ολίγον και την παρετήρησε με μάτια διαπλατυσμένα, ως να έβλεπε φάντασμα· και είπε με φωνήν πνιγμένην: -Εσύ 'σαι, μωρή!!.., Εσύ, διάλε τσ' αποθαμένους σου; Η χήρα ύψωσε προς αυτόν μάτια παράφρονος και με φωνήν ικετευτικήν και κλαυθμηράν του είπε: — Ντα δε σ' αρέσω 'γώ, Μανωλιό;

Αφού λοιπόν τούτο είναι αληθές, τόρα νομίζω ότι πρέπει να εξετάσωμεν εκείνα τα ονόματα διά τα οποία συ ερώτησες, δηλαδή την ροήν και την κίνησιν και την στάσιν, αν με τα γράμματα και τας συλλαβάς πλησιάζουν τα ιδικά των όντα, ώστε να μιμούνται την ουσίαν των, ή όχι; Ερμογένης. Πολύ ορθά. Σωκράτης. Λοιπόν ας εξετάσωμεν μήπως άραγε μόνον αυτά είναι από τα πρώτα ονόματα ή και άλλα πολλά. Ερμογένης.

Κάτι μέσα τρέφει, οπού η βαθειά κλωσσά μαυρίλα της ψυχής του, και, όταν ανοίξη και πτερώση αυτό, φοβούμαι μη κίνδυνον μας φέρη· και όπως τον προλάβω, χωρίς καιρόν να χάνω ιδού τι αποφασίζω· ευθύς θ' αναχωρήση αυτός διά την Αγγλίαν, τον φόρον να ζητήση 'πού αμελούν να δώσουν· ίσως η θάλασσαις και ξένα μέρη νέα και τα θεάματα πολλά του ξερριζώσουν κείνο το πράγμα, οπού καθίζειτην καρδιά του, και οπού, καθώς ολοκαιρίς τον νουν του κρούει, από την στάσιν του τον βγάζει.

Η Μαλάμω δεν συνηκολούθει εις τον ναόν. Έμενεν εκεί, τηρούσα, την αγαλματώδη στάσιν της προ της θύρας και ατενίζουσα μακράν, ως να διέκρινεν ακόμη μέσα εις το σκότος τον υιόν της. Αίφνης όμως συνέσπασε τας οφρύς κ' εν σπουδή εισήλθεν εις τον οικίσκον κ' έκλεισε θορυβωδώς την θύραν όπισθέν της.

Βλέπων κανείς την πενιχράν του περιβολήν και συγκρίνων αυτήν προς την αξιοπρεπή του στάσιν, τον εκλαμβάνει ως αρχαίον στωικόν, ενώ κατά βάθος δεν είνε διόλου αδιάφορος εις τα εγκόσμια θέλγητρα και, ως οι πλείονες των θνητών, ονειρεύεται και αυτός την εκπλήρωσιν τούτου ή εκείνου του πόθου.

Εγγίσετε το σπαθί με την τετάρτη. Ένδυο: Εις στάσιν! Επαναλάβετε! Έν άλμα όπισθεν. Όταν πρόκειται να κτυπήσετε, πρέπει το ξίφος να βγαίνη εμπρός και το σώμα να είνε πολύ προφυλαγμένο. Ένδυο! Εγγίσατε το σπαθί μου με την τρίτην. Εμπρός! το σώμα ευθυτενές. Εμπρός! Ένδυο! Εις στάσιν! επαναλάβετε. Έν άλμα όπισθεν. Προφυλαχθήτε, κύριε, προφυλαχθήτε! ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Αι!

Κατά το στάδιον τούτο του έργου Του, η γοητεία του φόβου εκείνου, η προερχομένη εκ της αγάπης και της καθαρότητός Του, και εκ της ενδοτέρας εκείνης θειότητος ήτις έλαμπεν εις την στάσιν Του και ήχει εις την φωνήν Του, δεν είχε θραυσθή ακόμη.

Αλλ' ήτο τόσον ωραία εις την ικετευτικήν εκείνην στάσιν και τόσον γοητευτικά ήσαν τα βουρκωμένα μαύρα της μάτια, ώστε ο Μανώλης, αντί να υποχωρήση, έγινε τολμηρότερος. Τόση δε ήτο η παραφορά του, ώστε ελησμόνησε και κατεφρόνησε πάντα κίνδυνον. — Πηγιό μου, Πηγιό μου, Πηγιό μου! ανεφώνησε και τα τρία «μου» ήχησαν ως τρία φλογερά φιλήματα.

Αλλά τα απλά ενδύματα δεν κρύπτουσι τον Βασιλέα· καίτοι δε εις την στάσιν Του δεν υπάρχει τίποτε εκ της αυτοσυνειδήτου αλαζονείας του Ραββί, όμως εις την φυσικήν ευγένειαν και την απέριττον χάριν Του, υπάρχει τι το οποίον εν αρκεί ακαρεί ν' αναχαιτίση πάσαν δριμείαν γλώσσαν και να καταπλήξη πάντα πονηρόν λογισμόν.