United States or Réunion ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βλέπων τα ράφια γεμάτα ψωμία, εις δε την τράπεζαν παρατιθεμένην κάτασπρην πίτταν, ωργίζετο, πλην εις βάρος του, διότι έτρωγεν αρπαχτά την ζεστήν πίτταν, — εζήλευε να τρώγη η Κρατήρα φρέσκο, και αυτός ξηροκόμματα, ως τα έλεγε τότε τα ψωμία από την ζήλειαν τουκαι έπιπτεν όλη εις το στομάχι του και παρεπονείτο την νύκτα.

Όπως το διέλθη τις, έπρεπε να πιασθή από τον άνω βράχον, βλέπων προς την θάλασαν, να πατή με την πτέρναν, και να βαδίζη εκ δεξιών προς τ' αριστερά. Η ζωή του εκρέματο εις μίαν τρίχα. Η Φραγκογιαννού έκαμε τον σταυρόν της και δεν εδίστασε. Ούτε υπήρχεν άλλη αίρεσις ή προσφυγή. Δρόμος άλλος δεν υπήρχεν επάνω του βράχου.

Και ο Ιησούς, βλέπων την ειλικρίνειάν του, τον εξετίμησε, και προέβαλεν αυτώ μίαν δοκιμασίαν.

Βλέπων δε αυτήν κατά πρόσωπον ηρώτησε: — Με γνωρίζεις, γερόντισσα; — Πού να σε γνωρίσω, γυιε μ'; — Είμαι πατριώτης σου, και πάω για την πατρίδα. Μαζί θα πάμε. Η θεια-Αννούσα απόμεινε και τον εκύτταζεν ως αρνίον.

Εμπλησθέντες εκπλήξεως, οι άνθρωποι της Δεκαπόλεως δεν ηδύναντο ν' αποσπασθώσιν από πλησίον Του, και ημιειδωλολάτραι αυτοί, εδόξαζον τον Θεόν του Ισραήλ. Τρεις ημέρας ήδη είχον διατρίψει μετ' Αυτού, κ' επειδή πολλοί τούτων ήρχοντο εξ αποστάσεως, αι τροφαί των εξηντλήθησαν. Ο Ιησούς τους ώκτειρε, και βλέπων την πίστιν των, πάλιν παρέθηκεν διά τον λαόν Του τράπεζαν εν τη ερήμω.

Ταύτα δε βλέπων εγώ εστενοχωρούμην και ελυπούμην την γυναίκα, διότι είνε καλή και αδίκως πάσχει.

Ενώπιον δε της αληθείας και αυτήν την ζωήν του προθύμως εθυσίαζε. Συμβουλεύων ποτέ τους Αθηναίους και βλέπων αυτούς δυσαρεστουμένους και θορυβούντας, είπε προς αυτούς « Δύνασθε μεν, ω Αθηναίοι, να με βιάσητε να πράξω ό,τι δεν θέλω· αλλά ποτέ δεν θέλετε δυνηθή να με αναγκάσητε να σας ομιλήσω εναντίον της πεποιθήσεώς μου. »

Βλέπεις πώς έγεινες πλούσιος; υπέλαβε διά σβεννυμένης φωνής η επί του ανακλίντρου ασθενής κατακειμένη σύζυγος του πτωχεύσαντος κερδοσκόπου. — Να πάρη ο διάβολος την αντιπολίτευσιν, η οποία έκαμε την σύμβασιν όπως την έκαμε! απήντησεν εκείνος, βλοσυρώς βλέπων χαμαί.

* — Να μη αργήσης, είπεν η κυρά-Μανωλάκαινα εις τον σύζυγόν της. Όστις ευρέθη μετ' ολίγον εις το στιλπνόν παγκάριον ως πολυόμματος Άργος, πανταχού βλέπων, και τα πάντα τακτοποιών.

Εν τούτοις, ένεκα του μεγέθους του επικρεμαμένου ακόμη κινδύνου, πάντα ταύτα εφαίνοντο είς αυτούς ανεκτά. Βλέπων δε ο Νικίας το στράτευμα ευρισκόμενον εις αθυμίαν και έχον μεγάλην μεταβολήν φρονήματος διέτρεξε τας τάξεις, ενεθάρρυνεν αυτό όσον επέτρεπαν αι περιστάσεις, και το παρηγόρει.