Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Και όσον ήκουε το ηδύ κελάδημά του η κυρά-Μανωλάκαινα, τόσον έσπευδε να συμπληρώση τον ιματισμόν της, φοβουμένη μη δεν προφθάση, μη κλείση ο νυμφών, και αυτή δεν εκοιμήθη ως αι πέντε μωραί παρθένοι· απεναντίας ηγρύπνει με πλέον ανοικτά τα μάτια από τας φρονίμους.

Ηκούετο ο ρογχασμός του ως κρότος υπόκωφος συρομένης αλύσεως πλοίου μακράν εις τον λιμένα, συνεχής και μονότονος. Νέα ακόμη η κυρά-Μανωλάκαινα, μόλις τριάκοντα πέντε ετών, πρώτην φοράν από του γάμου τηςγενομένου προ πέντε ετώνευρίσκετο εις την ευτυχή περίστασιν να φορέση τα νυμφικά της και σταθή εις την πρώτην γραμμήν της γυναικωνίτιδος.

Τον εσυνείθισαν δε και οι άνθρωποι τόσον, ώστε όταν δεν έβλεπον την υψηλήν φέσαν επί του θρόνου της, του μαρμαρίνου παγκαρίου, ενόμιζον πως κάτι έλειπε. Προ πάντων δε ετακτοποίησε τας σχέσεις του μετά της συζύγου του, ήτις ραδινή και αναζήσασα τον εκαμάρωνεν από την καλλιτέραν θέσιν της γυναικωνίτιδος, όπου εγκατέστη πλέον. — Ορίστε, κυρά-Μανωλάκαινα! ορίστε κυρά-Μανωλάκαινα!

Η κυρά-Μανωλάκαινα όμως, ανυπόμονος ως όλαι αι γυναίκες όταν πρόκειται να επιδειχθώσιν, έσπευδεν έτι μάλλον, θαρρείς και της είπεν ο κυρ-Μανωλάκης να βιάζεται. Και ο κώδων ο εύλαλος γλυκύτατα αντήχει εν τη νυκτί, καταθέλγων με τους συμπαθεις ήχους του όλον το χωρίον.

Τι ώμορφα! επανελάμβανε συνεχώς η κυρά-Μανωλάκαινα. Έτσ' του ψέλνουν πρώτα του Μιτάφιου κ' ύστερα του ραίνουν! Τι ώμορφα! Αλλ' αν ηυφράνθη αληθώς ανέκφραστον ευφροσύνην η κυρά-Μανωλάκαινα, εντρυφήσασα εις την κατανυκτικήν λάμψιν του Επιταφίου, όμως την νύκτα του Πάσχα ανέμενε με διπλούς πόθους. Θα έβλεπε διά πρώτην φοράν καλώς την φαεινήν της Αναστάσεως παράταξιν.

Δεν φταις εσύ, έλεγε και η κυρά-Μανωλάκαινα μετ' αγανακτήσεως, φταίω εγώ που πήρα γέρο! Ούτως η φοβερά φιλοδοξία κατέφαγεν όλα τα άλλα θελκτικά προτερήματα της έξυπνης Γερακίτσας, ως ένας καυστικός λίβας οπού κατακαίει τα άνθη. Και εμαράνθη εκείνη η ανθηρότης του προσώπου της.

Ίσως εφρόνει ότι θα έπαυε πλέον η απρεπής έρις μεταξύ αυτού και της συζύγου του, ην ηγάπα υπερβαλλόντως. Ως και εγένετο, — Να, τώρα έκαμες καλά! τω έλεγεν η κυρά-Μανωλάκαινα. Έτσι άρχισε και ο καπετάν-Μιχαλιός, και σήμερα είνε δήμαρχος.

Και μόλις ετελείωνε τα Ευαγγέλιον, ήναπτε το τσιμπουκάκι του, το οποίον προητοίμαζε, ψαλλομένων των Αίνων, και μαζεύων τα δίκτυά του έκαμνε τον κατήφορον. Αλλ' η κυρά-Μανωλάκαινα, η κόρη του ψαρά, αν και δεν ανήκεν εις τα σόια εκ καταγωγής, ανήκεν όμως εις αυτά ολόκληρος εκ καρδίας.

Τα πιθάρια μας γεμάτα, έλεγεν, αι αποθήκαι μας γεμάται, τα βαρέλια μας γεμάτα. Τι άλλο θέλεις; — Να γένης δήμαρχος! Ετόλμησε να είπη η κυρά-Μανωλάκαινα. Ο κυρ-Μανωλάκης εφόρεσε την καπίτσα μουρμουρίζων. Φαίνεται ότι ανεμνήσθη την μάγισσαν, η οποία του είπεν ότι εις το πεντηκοστόν έτος της ηλικίας του κάτι θα πάθη. Έρις λοιπόν και ταραχή.

* — Να μη αργήσης, είπεν η κυρά-Μανωλάκαινα εις τον σύζυγόν της. Όστις ευρέθη μετ' ολίγον εις το στιλπνόν παγκάριον ως πολυόμματος Άργος, πανταχού βλέπων, και τα πάντα τακτοποιών.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν