United States or French Southern Territories ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγώ ρωλόγι, κυρ Γιάγκο! απήντησεν ο ωχρός γραμματεύς, και ανέκφραστον μελαγχολικόν μειδίαμα διέστειλε τα άναιμα χείλη του. Τι θέλετε; να μάθετε τι ώρα είνε; — Ναι, καϋμένε· μου φαίνεται ότι το ρωλόγι μου πηγαίνει τρομερά πίσω. — Εύκολο πράγμα, Να πεταχθώ μίαν στιγμήν εις το καφενείον . . .

Φρουρά τακτική εστήθη προ του ερημητηρίου των δύο περιστερών, και περιπολίαι τακτικαί μετηλλάσσοντο εις ώρας τακτάς, προς ανέκφραστον διασκέδασιν των αργών Αθηναίων και των περιέργων γειτόνων, οίτινες ούτε Άντρον των Νυμφών εσυλλογίζοντο πλέον, ούτε Βουλήν, ούτε πλατείαν του Συντάγματος.

Καθώς εσωτερικός αγών βαθύτατος καταστρέφει την ηθικήν ύπαρξιν του Αμλέτου, ομοίως ψυχικόν πάθημα ανέκφραστον ανατρέπει την διάνοιαν της Οφηλίας· καθώς ο Αμλέτος δεν έχει πλέον τόπον εις τούτον τον κόσμον άμα σκληρώς αποχωρίζεται από το Ιδανικόν, ομοίως η Οφηλία δεν ανήκει πλέον εις την ζωήν άμα η ατυχία την αποσπά από το αντικείμενον της λατρείας της, άμα το εξαίσιον εκείνο πλάσμα, το οποίον δι' αυτήν έχει την θέσιν του Ιδανικού, μεταβάλλεται εις κακοποιόν δαίμονα οπού την πληγόνει εις τα ιερώτερα αισθήματά της.

Διότι εγώ, όταν προ ολίγου εδέχθην ότι δεν πρέπει να έχη το μη ον ούτε ενικόν ούτε πληθυντικόν αριθμόν, και τότε ωμίλησα ομοίως καθώς τόρα. Δηλαδή σου ομιλώ διά το μη ον. Το εννοείς καλά; Θεαίτητος. Μάλιστα. Ξένος. Και όμως ολίγον προηγουμένως πάλιν σου είπα ότι αυτό είναι απρόφερτον και ανέκφραστον και αδιόριστον. Με παρακολουθείς; Θεαίτητος. Βεβαίως, πώς δεν σε παρακολουθώ; Ξένος.

Κατ' αυτόν λοιπόν τον τρόπον θέλεις να ειπούμεν και ότι, εάν εγώ είμαι ωραίος και είσαι και συ, τότε είμεθα και οι δύο ωραίοι, και πάλιν, εάν είμεθα και οι δύο, τότε είναι και ο καθείς μας; Ή μήπως δεν υπάρχει εμπόδιον, ενώ είναι κάπως περιττοί αριθμοί και οι δύο, να είναι το καθέν χωριστά αδιαφόρως περιττόν ή άρτιον, και πάλιν, ενώ είναι ανέκφραστον το καθέν χωριστά, να είναι αδιαφόρως τα δύο μαζί εκφραστικά ή ανέκφραστα, και άπειρα άλλα παρόμοια, καθώς είπα και εγώ ότι μου παρουσιάζονται; Εις ποίαν τάξιν λοιπόν θέτεις το ωραίον; Ή μήπως φαίνεται και εις σε περί αυτού καθώς και εις εμέ; Διότι μου φαίνεται πολύ παράλογον να είμεθα μεν και οι δύο μας ωραίοι, όχι όμως και ο καθείς μας, ή να είναι μεν ωραίος ο καθείς μας, όχι όμως και οι δύο, ή κάτι τι παρόμοιον με αυτά.

Όπισθεν οικιών νεφέλαι φωτειναί από των καιομένων λαμπάδων αναβαίνουσι προς το στερέωμα. Η ευωδία των θυμιαμάτων, τα οποία καίονται κατά την δίοδον του Επιταφίου από τας οικίας όλας, φθάνει από μακράν ως άρωμα αυτής της νυκτός ανέκφραστον.

Εγώ, όστις κατά πρώτον είδα την θάλασσαν εις ηλικίαν πέντε ή έξ ετών, ουδέποτε θα λησμονήσω τον μέγαν και ανέκφραστον φόβον και θαυμασμόν, τον οποίον μου επροξένησεν η απέραντος εκείνη κυανή και υγρά έκτασις με το «ανήριθμον των κυμάτων γέλασμα», το απειρομέγεθες εκείνο τέρας, το συστρεφόμενον και κυλιόμενον και εκπέμπον φοβερούς βρυχηθμούς.

Ενί λόγω, το κύρος της ήτο το κύρος του Σαρκωθέντος Θεού. Ήτο η θεία φωνή ομιλούσα δι' ανθρωπίνων χειλέων· και η αυστηρά καθαρότης της ήτο εμβαπτισμένη με τρυφεροτάτην συμπάθειαν, και η φοβερά αυστηρότης της με αγάπην ανέκφραστον.

Αφού λοιπόν ετόλμησα να συνάψω τι είναι, δεν αντιφάσκω προς όσα είπα προηγουμένως; Θεαίτητος. Έτσι φαίνεται. Ξένος. Και λοιπόν; Όταν συνάπτω αυτό, δεν ομιλώ περί αυτού ως να είναι ον; Θεαίτητος. Μάλιστα. Ξένος. Και πάλιν, όταν το έλεγα ανέκφραστον και απρόφερτον, δεν ωμιλούσα περί αυτού με ενικόν αριθμόν ως να είναι έν; Θεαίτητος. Πώς όχι; Ξένος.

Αλλά εξ άλλου είπαμεν, ότι δεν είναι ούτε δίκαιον ούτε ορθόν να προσπαθούμεν να εφαρμόσωμεν το υπάρχον εις το μη υπάρχον. Θεαίτητος. Πολύ ορθά. Ξένος. Ενόησες καλά λοιπόν, ότι δεν είναι δυνατόν ούτε να το προφέρωμεν ορθώς, ούτε να το ειπούμεν, ούτε να το σκεφθούμεν αυτό το μη ον μόνον του, αλλά είναι εντελώς ακατανόητον, και ανέκφραστον και απρόφερτον και αδιόριστον; Θεαίτητος. Είμαι συμφωνότατος.