United States or Qatar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε, και κείν' υπάκουσαν και, αφού λουσθήκαν πρώτα, χιτώναις φόρεσαν αυτοί κ' ενδύθηκαν και η κόραις. επήρ' ο θείος αοιδός την βαθουλήν κιθάρα καιτην καρδιά τους γέννησε γλυκειάν επιθυμία προς τον εξαίσιον χορόν και το τερπνό τραγούδι. 145 και από το κρούσμα των ποδιών το μέγα δώμα εβρόντα, οι νέοι και η καλόζωναις γυναίκες ως χορεύαν, και κάποιος είπ', ως άκουσεν απ' έξω από το δώμα· «Κάποιος την πολυμνήστευτη βασίλισσα νυμφεύθη· αχ! δεν εβάσταξε η κακήτου πρώτου ανδρός να μείνη 150 το μέγα δώμ', ασάλευτα και όσο να φθάση εκείνος». αυτά' λεγαν, και ως έγειναν τα πράγματ', αγνοούσαν.

Τας λέξεις του άσματος δεν ηδυνήθη να νοήση, και το μέλος επί μακρόν χρόνον προσεπάθει ακολούθως να ανασχηματίση εν εαυτώ, αλλ' υπήρξεν αδύνατον. Ήτο ουρανία φωνή άδουσα εξαίσιον μέλος, συνοδευομένη υπό θαυμασίων οργάνων. Κατά μικρόν ο ήχος προσήγγιζε. Τότε ηκούσθησαν βήματα αντηχούντα.

Η σελήνη είχε κρυβή και πάλιν και η βροχή εξηκολούθει κατ’ αραιάς σταγόνας, αλλ' ευτυχώς υπήρχεν εκεί που πλησίον μικρόν τι κοίλωμα υπό εξέχοντα βράχον, όπου κατεφύγομεν συμμαζευθέντες επί βελέντζας, ην επρονόησε να παραλάβη εξερχόμενος ο σύντροφός μου. Το προ ημών θέαμα ήτο αληθώς εξαίσιον, αν και δεν εβλέπομεν σχεδόν τίποτε, ούτε ουρανόν ούτε θάλασσαν ουδέ ξηράν.

Αμμή αν είνε κατά βάθος μέγα το ζητούμενον, αγκαλά και να είνε αδύνατον κατά πράξιν, οι θεοί θα μου το εκτελέσουν». Και ο Νίκανδρος: «Ας είνε όσον μέγα και εξαίσιον;» Ο Γεμιστός: «Ας είνε όσον ενδέχεται εξαίσιον και θαυμάσιον». Λέγει του ο Νίκανδρος: «Παράδοξα συντυχαίνεις, διδάσκαλε». Λέγει του ο Γεμιστός: «Διά να μη στοχασθής ότι είνε εις το μέσον καμμία απάτη, σου δίδω ελευθερίαν να προσδιορίσης εσύ το ζητούμενον, και εγώ να το ζητήσω από τους θεούς, ό,τι συ προσδιορίσης, και οι θεοί ευθύς θα μου το δώσουν». Λέγει του ο Νίκανδρος: «Ειμπορούν οι θεοί να πλάσουν νέαν πλάσινΚαι ο Γεμιστός αποκριθείς είπε: «Είπαμεν ότι τέτοιαν απόφασιν δεν έχουν οι θεοί, ύστερα από τον κατακλυσμόν του Δευκαλίωνος». Και ο Νίκανδρος: «Δεν θέλεις τους ζητήσει να πλάσουν νέαν δημιουργίαν εις όλον το πρόσωπον της γης· μόνον ένα δείγμα θέλεις τους ζητήσει». Και ο Γεμιστός είπε: «Τι λογής δείγμαΚαι ο Νίκανδρος: «Ωσάν ένα πλάσμα ανθρώπινον, οπού να μην είνε γεννημένον από γονείς κατά σάρκαΚαι ο Γεμιστός γελάσας είπε: «Το ευκολώτερον μου εζήτησεςΛέγει του ο Νίκανδρος: «Δύνασαι να το απολαύσης τούτο»; Ο γουν Γεμιστός, χωρίς να του αποκριθή, εκλείσθη εις την μιαράν φωλεάν του και ήρχισε να επικαλήται τους πονηρούς δαίμονας, συντυχαίνοντας ολοφάνερα με αυτούς και λέγοντας: «Κάμετέ μου το θέλημα τούτο, ω αθάνατοι θεοί, διά να ίδη και ο Νίκανδρος να πιστεύσηΜόλις γουν επρόφθασε να είπη τους λόγους τούτους, και ευθύς ο πονηρός δαίμων εμφανίζεται εν μορφή ευειδούς νέου ο μιαρός, με το σχήμα του θεού του Απόλλωνος, όπως τον παρίσταναν εις τα κωφά και αναίσθητα είδωλα, κρατώντας εις την αγκάλην έν νήπιον θηλυκόν, κλαυθμυρίζον, και δίδοντάς το εις τον Γεμιστόν είπε: «Λάβε ταύτην, ω Πλήθων, και γείνε τροφός να την αναθρέψης, επειδή το εζήτησες.» Ο γουν Γεμιστός έλαβε το νήπιον εκείνο, και έδειξέ το εις τον μαθητήν του, λέγοντας: «Ιδού βλέπε, ω Νίκανδρε, οπού δεν το επίστευες». Αύτη γουν η μικρά κόρη ήτον αληθώς πλάσμα του διαβόλου, και δεν εγεννήθη κατά την ανθρωπίνην φύσιν εκ συνουσίας ανδρός και γυναικός, αλλ' εγεννήθη κατά τας μεθοδείας του πονηρού δαίμονος.

Έμενα εκστατικός εις παρομοίαν διήγησιν και έλαβα την περιέργειαν διά να υπάγω να ιδώ με τους οφθαλμούς μου ένα τέτοιον εξαίσιον κτίριον, το οποίον μου εφαίνετο παράξενον.

Η δρόσος επεκάθητο άφθονος επί των θάμνων ως αδαμαντίνη βροχή, και εβράχησαν αι άκραι των ιματίων και των τριών γυναικών. Ανέβησαν ήδη εις τον λόφον. Έφεγγε καλά πλέον. Ευωδίαζεν ο τόπος. — Τι εύμορφα! είπεν η Δεσποινιώ, σταματήσασα και πνέουσα βαθέως το μεθυστικόν εκείνο άρωμα της πρωίας, σφόδρα ζωτικόν. — Και δεν ήθελες! διέκοψεν η Σοφούλα. Εξαίσιον ήτο το θέαμα.

Ιδού! Η ιερά λιτανεία προσεγγίζει ήδη εις τον ναόν. Προηγούνται τα εξαπτέρυγα και ο μέλας ξύλινος άγιος Σταυρός. Είτα ο κλήρος με χρυσά βυζαντινά άμφια, θαύμα υφαντικής και ποικιλτικής εξαίσιον, ουχί άκομψα ρωσσικά μονοκόμματα και μονοκόκκαλα ως φορέματα χιονισμένων βουνών. Και είτα το ιερόν Κουβούκλιον. Τι εύμορφον λεπτούργημα! Ως να είνε εζωγραφισμένον.

Ομοιάζουν δηλαδή μ' εκείνον όστις το μεν όλον κάλλος του Διός της Ολυμπίας, το οποίον είνε τόσον μέγα και εξαίσιον, δεν θα έβλεπεν, ούτε θα εθαύμαζεν, ούτε εις τους μη γνωρίζοντας θα εξήγει, θα εθαύμαζε δε του υποποδίου την καλήν και τεχνικήν κατεργασίαν και του βάθρου την ευρυθμίαν και αυτά όλα θα τα εξήγει με πολλήν επιμέλειαν και λεπτολογίαν.

Ό,τι αγαπητόν και εξαίσιον υπάρχει εις τον Αμλέτον, εκτός μιας ιδιότητος· είναι άνθρωπος οπού ζη εις την σκέψιν· όλα τα αίτια, τα ανθρώπινα και τα θεία, τον καλούν να ενεργήση· αλλά ο μέγας σκοπός του βίου του αποτυγχάνει, διότι αυτός ατελευτήτως σκέπτεται να ενεργήση, χωρίς να πράττη άλλο τι παρά να σκέπτεται.