Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Χορεύουν και χορεύουν ως που ξαπλώνονται στον άμμο αναίσθητα κορμιά. Πάγανα τόρα οι μαύροι δαίμονες! Τότε αφίνει τον κρυψώνα του το βασιλόπουλο· κυτάζει άφοβα τους αράπηδες, χαμογελά και οικτείρει την κατάστασί τους. Δεν χάνει καιρό, δένει τους καλά, με βαρυές αλυσίδες τους φορτώνει, σαβούρα ρίχνει στη μπρατσέρα· φθάνει γοργά στο Λιβόρνο.

Αφόντις γουν εποτίσθη βαθέως ο Γεμιστός με τα κακόδοξα νάματα της εβραϊκής απονοίας, ήλθεν εις την βασιλεύουσαν πόλιν και έμεινεν εκεί χρόνους επτά διδάσκοντας εις το φανερόν τα ιερά γράμματα και την φιλοσοφίαν, αμμή εις το κρυφόν όσους ειμπορούσε να σαγηνεύση διά να τους κάμη ομόφρονάς του, τους εδίδασκε την κακόδοξον πλάνην του, και πολλούς από τους μαθητάς του εφαρμάκωσε με αυτόν τον τρόπον, φέρνοντάς τους εις την απώλειαν, ώστε να μη λατρεύουν πλέον τον αληθινόν Θεόν, αλλά να προσκυνούν — ω της απονοίας και αναισχυντίας! — κωφά και αναίσθητα ξόανα.

Και από το κακόν των, που θα σκάσουν θαρρείς, φυσούν και αναρρίπτουν προς τ' άνω βροχήν ραγδαίαν το κύμα, μετά κρότου εκπωματιζομένων τεραστίων φιαλών. Και συναθροίζονται πέριξ των αι μικραί ταχύπτεροι αλκυόνες, και άλλα μαύρα μακροτράχηλα θαλασσοπούλια, αι μελαψαί Καλικαντζούναι, και τα τσιμπούν τ' αναίσθητα «γκαβοντόλια» και τα περιπαίζουν τα αχρεία κήτη, ταπρόσιτα του Αιγαίου θηρία.

Τέλος η μήτηρ είχε φθάσει πλησίον της σκηνής και η Φραγκογιαννού έσυρεν αποφασιστικώς το σώμα προς τα έξω. Απέθηκε τούτο πλησίον του άλλου σώματος. Τα δύο μικρά πλάσματα εφαίνοντο αναίσθητα.

Και ένα θεοκάραβο αγκυροβολημένον κάτω εκεί, μου φαίνεται ωσάν να είναι βάρκα, και 'σάν φελλόν την βάρκα του την διακρίνω μόλις. Εδώ επάνω η βοή δεν φθάνει των κυμάτων, που σπάνουντην ακρογιαλιά και βράζουντα χαλίκια τ' αμέτρητα κι' αναίσθητα. — Δεν ξαναβλέπω κάτω, μη μου γυρίση η κεφαλή και ζαλισθή το φως μου και πέσω κατακέφαλα! ΓΛΟΣΤ. Βάλε μ' εκεί 'πού στέκεις.

Αχ! την τρομάρα που πήρα! Ακούω ένα μπλουμ! Καλά που βρέθηκα! Ο Θεός μ' έστειλε . . . Αμμή, έτσι αφήνουνε, χριστιανοί μου, μικρά κορίτσια, να παίζουν μοναχά τους κοντά στη στέρνα, γεμάτη νερό! . . . Ο Γιάννης, ιδών τα δύο αναίσθητα σώματα, εις τας ωχράς ακτίνας της αμφιλύκης, τραβών τα μαλλιά του, δάκνων τους αρμούς των δακτύλων του, απήντησε·

Κάτι ελάχιστο σαν θαμπό καντηλάκι έβλεπα να ζη στο κέντρο της υπάρξεως μου και γύρω κρύα στάχτη να σκορπούνε τ' άκρα, να σμίγουν και να χωνεύουν μέσα στ' αναίσθητα σανίδια του καταστρώματος. Πόσο έμεινα έτσι δεν ηξεύρω. Τι μαύρες ιδέες έκλωσα στο πνεύμα μου ή και αν έκλωσα καθόλου δεν θυμούμαι.

Το ποτόν καθαρόν Θεραπεύει τα φύλλα, Κ' όπου άφησε το χόρτον Ευρίσκει ρόδα ο ήλιος Και μυρωδίαν. Ούτω υπό τους δακτύλους σας Η ελικώνειος λύρα, Τρέμει, και τ' άνθη αμάραντα Της αρετής γεμίζουσι Πάσαν καρδίαν. Όχι πατέρες, τύραννοι· Όχι άνθρωποι και τέκνα, Αλλά δειλά και αναίσθητα Ποίμνια τον κύκλον ήθελον Τρέξειν του βίου.

Τάχα δεν έπρεπε να τραβήξω τον κόπανο επάνω, να ξεφράξω τη μπούκα, για ν' αδειάση μονομιάς η στέρνα, πριν πνίγουν τα κοριτσάκια, τα καϋμένα! Ήτο αληθές άλλως, ότι δεν το είχε σκεφθή. Πλην υπάρχει υποκρισία και εν τη ειλικρινεία. Η Φραγκογιαννού ετίναξε τα κράσπεδα των ενδυμάτων της, τα διάβροχα, και ρίπτουσα βλέμμα επί τα δύο αναίσθητα σώματα, ήρχισεν εν βία και σπουδή να λέγη·

Καθώς επλησίασε το τέλος της, και μου είπε: Φέρε μου τα επάνω, και καθώς τα επήγα μέσα, τα μικρότερα, τα οποία δεν ήξευραν, και τα μεγαλύτερα, τα οποία ήσαν αναίσθητα καθώς εστέκοντο γύρω εις την κλίνην, και εκείνη ανύψωσε τα χέρια της, και εδεήθη επάνω των, και τα εφίλησε το έν μετά το άλλο και τα απέπεμψε, τότε δα μου είπε: να είσαι η μητέρα των! Της έδωκα τον λόγον μου.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν