United States or Comoros ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ημείς, όπως πρέπει εις δυστυχείς και όπως απαιτεί η ανάγκη, επικαλούμενοι τους θεούς τους τιμωμένους εις τους αυτούς και ομοίους βωμούς και κοινούς εις όλους τους Έλληνας ικετεύωμεν να σας πείσουν περί τούτων, συνάμα ζητούντες να μη λησμονήσετε ότι ενθυμούμενοι τους όρκους, τους οποίους ώμοσαν οι πατέρες σας, εγενόμεθα ικέται των πατρόων τάφων σας και επικαλούμενα τους αποθανόντας να μη δουλωθώμεν υπό των Θηβαίων μήτε να παραδοθώμεν εις εχθίστους, ενώ είμεθα φίλοι.

Τούτο δε ακριβώς πράττουν και τα καλά τέκνα και οι χρηστοί πατέρες• διότι ούτε υιός καλός και ενάρετος δύναται να προτιμήση άλλον αντί του πατρός του, ούτε πατήρ δύναται να παραμελήση τον υιόν του και αντ' αυτού ν' αγαπήση άλλον ως τέκνον του• εξ εναντίας τόσον οι πατέρες τυφλούνται υπό του φίλτρου των, ώστε τα τέκνα των φαίνονται εις αυτούς τα ωραιότερα και ευρωστότερα και υπό πάσαν έποψιν καλλίτερα• εκείνος δε ο οποίος δεν βλέπει κατ' αυτόν τον τρόπον το τέκνον του, δεν μου φαίνεται να έχη οφθαλμούς πατρός.

Αλλ' επειδή το αυτό επανελήφθη και τρίτην φοράν, τότε ως εξ' εμπνεύσεως της Θεοτόκου έκτισαν οι Πατέρες το ολόχρυσον αυτό Παρεκκλήσιον αμέσως μετά την είσοδον της Μονής κατέναντι της Μεγάλης Πόρτας και ενεθρόνισαν αυτήν εν αυτώ, ήτις έκτοτε παραμένει εκεί φρουρός και φύλαξ και μυστηριώδης της παμμεγίστης αυτής Μονής πορτάρισσα.

Νά σου ο Τυδιάς το τι είτανε, μα γέννησε το γιο του χειρότερό του στο σπαθί, καλύτερο στους λόγους400 Είπε, μα λέξη ο δυνατός δεν έβγαλε Διομήδης, τι σα στρατιώτης τ' αρχηγού σεβάστηκε το λόγο. Όμως του Καπανέα ο γιος γυρίζει και του κάνει «Ψεφτιές μη λες, τ' Ατρέα γιε, και ξέρεις την αλήθια. Ναί, εμείς απ' τους πατέρες μας πολύ πιο παλικάρια 405 λέμε πως είμαστε.

Σας εξορκίζουν λοιπόν εις τους όρκους, τους οποίους ώμοσαν οι πατέρες ημών, να μη μεταβάλετε κατ' ουδέν την υπάρχουσαν συμμαχίαν». Αφού ανήγγειλαν ταύτα οι πρέσβεις, οι Πλαταιείς απεφάσισαν να μη προδώσουν τους Αθηναίους, αλλά να ανεχθούν εν ανάγκη και την λεηλασίαν της χώρας των υπό τους οφθαλμούς των και πάν ό,τι άλλο ηδύνατο να συμβή.

Εν τούτοις πάντες έπιπτον και επροσκύνουν αυτήν, και έλεγον προς αλλήλους, παρερχόμενοι ενώπιόν μου: — Πόσον ατυχείς ήσαν οι πατέρες μας! Τι έχασαν! — Πόσον ευτυχείς είμεθα ημείς! Τι έχομεν! — Πόσον ευδαίμονα θα ήνε τα τέκνα μας! Τι θα ίδουν! Και όλοι ταυτοχρόνως ελούοντο εις ιδρώτα και εις αίματα! Τούτο ελέγετο Πρόοδος, ω Διδάσκαλε.

Στερούμενος τοιούτου οδηγού ενδέχεται να πλανηθώ· αλλά το αμάρτημά μου και εφ' υμάς θέλει πέσει, Άγιοί μου Πατέρες, οίτινες αντί να θέσετε τον λόγον, την έκθεσιν δηλ. υμών, «ω ς λ ύ χ ν ο ν τ ο ι ς π ο σ ί κ α ι φ ω ς ε ν τ α ι ς τ ρ ί β ο ι ς » των πιστών, προτιμάτε να περιφέρετε αυτόν εν τω σκότει από του εισαγγελέως εις του ανακριτού.

Ως του Σολωμού και εν γένει των επτανησίων έχει ενίοτε και του Λευκαδίου η ποίησις συγγένειάν τινα προς τον Δάντην. Εν τω τρίτω άσματι της «Φροσύνης» παριστάμεθα εις βδελυράν σκηνήν ευθύμων Λιάπηδων, διασκεδαζόντων δι' ανθρωπίνων λειψάνων και ποδοκοιλούντων νεοκόπους κεφαλάς. Ενώ ούτω παίζουσιν οι πατέρες, τ' άξια τούτων τεκνία αμιλλώνται,

Άλλο δεν είχε από σπουδαστής ακόμη στο νου του παρά να τους μεταχειριστή όλους εκείνους τους κλασσικούς θησαυρούς του προς όφελος της Χριστιανωσύνης. Εικοσιεφτά χρονώ λοιπό νέος βαφτίζεται στη Μητρόπολη της Καισαρείας, μοιράζει το έχει του, κι αρχινάει περιοδείες από μοναστήρι σε μοναστήρι, από χώρα σε χώρα, ακούγοντας θεολόγους, συνομιλώντας με σοφούς και μ' άγιους, με Πατέρες και μ' Ερημίτες.

Μόλις βαφτίστηκε και τον έκαμε Αναγνώστη του ο Μελέτιος της Αντιόχειας. Άξαφνα ως τόσο τον πιάνει ακαταπόνετη λαχτάρα τον Ιωάννη να σύρη και να βυθιστή σ' απομόναχες μελέτες και σε καλογερικούς στερεμούς για το καλό της Χριστιανωσύνης. Αρρώστια του καιρού του, καθώς είδαμε κι από τους άλλους Πατέρες.