United States or Tanzania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και στην άλλη την άκρη, ως είκοσι οργυιές μες στο νερό, ξετινάζουνταν κάθε λίγο μεγάλη ουρά και χτυπούσε τα κύματα. Ξεχνούμε τις πίκρες των σεφεριών, και σηκωνούμαστε στο ποδάρι... Πρώτος ο γέρος έτρεξε και πήρε το σπάγο στα χέρια. Κι αρχινάει και τραβάει κι αφίνει πάλι καλούμα, σαν τεχνίτης θαλασσινός.

Κάτι άκουσα, κ' έννοια σου. Περμ. Και πότες βγήκες εσύ ψεύτρα να βγης και τώρα! Πιπ. Άμε στο καλό, καημένη! Κάθεσαι τώρα και συλλογιέσαι ποιος τάννοιωσε και ποιος δεν τάννοιωσε, και δε συλλογιέσαι πως γίνεται μεγάλος γάμος στη γειτονιά. Κ' έχουμε να δούμε δουλειές και δουλειές! Όπου κι αν είνε αρχινάει το στολίδι της νύφης. Περμ.

Αφορμή ας μη το κεντάει, 415 Τρέχει, ρίχνεται, πηδάει· Κι' αν δεν έχει τι να κάμη Κολυμπάει μες το ποτάμι. Κι' όποτε δεν είναι χρεία, Τότε πρόφασι κι' αιτία 420 Βρίσκει ευτύς στη θέλησί του Ν' αναπάψη το κορμί του. Στη συχνή τρυφήν εκείνη, Στην πολλή του γεροσύνη, Αρχινάει ν' αποσταίνη, 425 Κάθε τι να το χορταίνη.

Κανέναν δεν έσφαξε, μήτε από τούρκικο λάθος. Να δης που είναι και της επιστήμης παιδί ο Χαφίσης. Σε πιάνει δοντόπονος. Τρέχεις στου Χαφίση και του το λες. Σε καθίζει σ' αυτό εκεί το σκαμνί, φέρνει τη μια και μοναχή του δοντάγρα, του δείχνεις το μέρος που σου πονεί, κι αρχινάει η δουλειά· δηλαδή την πιάνει από την αρχή τη δουλειά.

Τους τηρούν οι άλλοι κοντά μας, δρόμο κι αυτοί. Τους περνούμε τότες το κατόπι, και δος του βόλι στα πισινά τους καθώς τραβούσαν κατά το μονοπάτι που πάει στ' Αποκόρωνα. Καθώς κατρακυλούσαν τα μέρη που ο λόγγος αρχινάει και στενεύει, παίρνουνε μερικοί μας δίπλα τα βουναράκια, και τρέχοντας σα λαγωνικά τους προκάνουμε ό,τι αρχίζανε και ξεμύτιζαν παρακάτω στη χαράδρα.

Έτσι θρηνούσε, κι' άναψε αχόρταστο 'να κλάμα. 760 Τρίτη η πεντάμορφη αρχινάει Λενιό τα μοιρολόγια «Έχτορα, ο πιο λαχταριστός κουνιάδος της καρδιάς μου, άντρας μου ναι ο θεόμορφος ο Πάρης που στην Τροία μ' έφερε εδώ ... που έτσι ο γιαλός να μ' είχε πνίξει πρώτα!

Βέβιος τότε να τον πιάκη, Σιγανά, αλαφρά αρχινάει, 330 Στο γιαλί να ιδή, να φτάκη, Το κεφάλι να κρεμάη. Ένα αυτί πρωτοματιάζει, Κι' άλλο δεύτερο δοκέται· Και τα νύχια του συντάζει· 335 Δέξια ζέρβια του κινιέται· Εις αυτό, το ζύγι χάνει, Ξαγλιστράει παραπατόντας Το σκοπό δεν αποκάνει, Και στον πάτο πάει βαρόντας. 340

Και εκεί που όλοι τον ελεύθερον από τον δούλο ξεχωρίζομε, του λόγου του έρχεται και μου λέει να τον καλομεταχειρίζομαι τον δούλο και σαν αδερφό μου τον βάρβαρο να αγαπώ και τον εχθρό μου! Είμαστε τα βλαστάρια 'πάνω στα κλαριά, Την ώρα πού εσείς θε να κυλιώστε μέσ' στα χώματα, για μας του ήλιου η χρυσή θωριά, για μας τ' αρώματα, για μας τα χρώματα. Μια νέα σήμερα του κόσμου αρχινάει εποχή.

Κατακόκκινο, με τρίχα ορθή, φριγμένη, με μάτια κάρβουνα αναμένα. Σταβροκοπιώνται με τρομάρα πολλή, αρχινάει τα ξόρκια ο παπάς, και το σκυλί, γένεται άνεμος κ' έσβυσε, γένεται μπουχός κ' εχάθη...

Απ' αυτόν τον καιρό αρχινάει το ρωμαίικο το Βυζάντιο, και δω ξαναπαίρνουμε το νήμα της ιστορίας μας. Ήθελε ο Κωσταντίνος να συστήση Κέντρο χριστιανικό, πολιτικό, στρατηγικό. Δε γίνεται λοιπό να μην την έβαλε στο νου του τέτοια έξοχη τοποθεσία· από τότες έστησε τις σκηνές του στα ξώχωρά της να πολεμήση το Λικίνιο.