United States or Caribbean Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αν όλοι οι νέοι σαν κιαυτόν έπαιρναν τανάπλαγα να ζουν σαν αγριόγιδα, τι θα εγίνοντο η κοπελιές; καλόγρηες; Κείχε τώρα τώρα κάτι κορίτσια το χωριό, κάτι νέα βλαστάρια, που δεν ήξερε κανείς να διαλέξη. — Αι, μωρέ παιδί, ανεφώνησεν ο Σαϊτονικολής ευθύμως, να μην έχω 'γώ τη νιότη σου!

Χούγιαξε τότε ο Νέστορας με μια φωνή μεγάλη «Βλαστάρια τ' Άρη ξακουστά, Αργίτικα ξεφτέρια, μη τώρα πλιάτσικα! κανείς μην καρτεράει ξοπίσω ζητώντας με τα πιο πολλά στα πλοία να γυρίσει, παρά έλα ομπρός! ας σφάζουμε νομάτους, και στον κάμπο 70 στερνά τα παίρνετε ήσυχοι κι' αφτά απ' τους σκοτωμένουςΕίπε, και σ' όλους έβαλε απόφαση και θάρρος.

Μα ο Αίας ο τρανόκαρδος δεν έστεκε εκεί χάμου 674 να πολεμήσει όπου οι λοιποί Αργίτες πολεμούσαν, Μον με μεγάλα βήματα τα ξύλα δρασκελούσε του πλοίου, σιώντας ναφτικό στις χούφτες του κοντάρι, πήχες εικοσιδιό μακρύ ζουναροκολλημένο. 678 Κι' όλο στους άντρες έβαζε φωτιά θεριοφωνώντας 732 «Βλαστάρια τ' Άρη ξακουστά, Αργίτικα ξεφτέρια, σαν άντρες βάρτε τους, παιδιά, σαν άξια παλικάρια!

Πέντ' έξ μικρά θαλασσοπούλια με ασπρόμαυρα πτερά, ένα ωραίο κοπαδάκι, ήλθαν γύρω-γύρω εις τον βράχον κ' εκαράβιζαν, θελγόμενα από το θαλασσινόν του Μανώλη άσμα, ενώ τα γαλάρια του γέρω-Παππού εισορμήσαντα εις τον εγγύς ελαιώνα, έβοσκον, λαιμάργως καταβροχθίζοντα τα τρυφερά των ελαιών βλαστάρια, πλήρη ελαιοκάρπου.

Και εκεί που όλοι τον ελεύθερον από τον δούλο ξεχωρίζομε, του λόγου του έρχεται και μου λέει να τον καλομεταχειρίζομαι τον δούλο και σαν αδερφό μου τον βάρβαρο να αγαπώ και τον εχθρό μου! Είμαστε τα βλαστάρια 'πάνω στα κλαριά, Την ώρα πού εσείς θε να κυλιώστε μέσ' στα χώματα, για μας του ήλιου η χρυσή θωριά, για μας τ' αρώματα, για μας τα χρώματα. Μια νέα σήμερα του κόσμου αρχινάει εποχή.

Τότες τους είπε ο ξακουστός αφέντης Αγαμέμνος έτσι όπως κάθουνταν, χωρίς να σηκωθεί στη μέση «Βλαστάρια τ' Άρη ξακουστά, Αργίτικα ξεφτέρια, καλό όταν σηκωθεί κανείς ν' ακούτε, μηδέ πρέπει ναν τον διακόφτουν, τι κι' αφτός σαστίζει ο κατεχάρης. 80 Μα αν πλήθος θορυβάει πολύ, πώς τότες θες κανείς μας να πει ή ν' ακούσει; Πνίγεται φωνή κι' η πιο λαλούσα.

Χωρίς να χάση στιγμήν, βγάζει νερό και ποτίζει το αρνάκι. Τρέχει έπειτα και μαζεύει μίαν αγκαλιά τριφύλλια και τρυφερά βλαστάρια. Αλλ' ενώ έβλεπε με χαράν το αρνί να τρώγη, ακούει να της κτυπούν μέσα από την καλύβα. Μία γρηά με ζαρωμένο πρόσωπον εφάνη εις το παράθυρον. — Αι! κοριτσάκι, της φωνάζει, αφού εσυλλογίσθης να ποτίσης το αρνί μου, συλλογίσου κ' εμένα και γέμισέ μου την στάμνα μου.

Ακουμπισμένος πας σ'αφτό λόγο να βγάλει αρχίζει 110 «Βλαστάρια τ' Άρη ξακουστά, Αργίτικα ξεφτέρια, ο Δίας μ' έχωσε βαθιά μες σε ζημιά μεγάλη, ο έρμος! πριν που μούταξε κουνώντας το κεφάλι, πως πριν μισέψω εγώ από δω, την Τρια θα την κουρσέψω, και τώρα γέλασμα κακό βουλήθηκε στο νου του, και στ' Άργος πίσω μού μηνάει να σύρω ντροπιασμένος 115 κι' ας έχασα τόσο λαό ... μα φαίνεται πως έτσι το θέλει ο παντοδύναμος του Κρόνου γιος, που ως τώρα πολλών χωρώνε γκρέμισε, κι' ακόμα θα γκρεμίσει, τα κάστρα· τι στο χέρι του να κάνει ότι τ' αρέσει.

Ας κρυφοτρέξουμε τώρα ως απάνω, να καμαρώσουμε και τη μάννα της. Ανεσαίνει άνθρωπος εδώ πέρα. Ορθάνοιχτα τα παράθυρα. Μπαινοβγαίνει ο δροσάτος ο μπάτης, και τους φέρνει την υγειά, τη ζωή και τη δύναμη. Χρειαζούμενος είναι κι αυτός για τα βλαστάρια που θα μας δώσης μια μέρα, λυγερή μου κοπέλλα! Είναι η μεγαλήτερη η κόρη τούτη, που ακκουμπάει εκεί στο παράθυρο, και λογιάζει τη θάλασσα.