Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
Αλλ' εάν πάντως είσαι ερωτευμένος και θέλης το ταχύτερον να συνέλθης με την ρητορικήν, ενώ ακόμη ευρίσκεσαι εις την ακμήν σου, και μάλιστα να την ίδης να τρέχη προς εσέ, αυτόν τον δασύτριχον και καθ' υπερβολήν ανδροπρεπή οδηγόν άφησε ν' αναβαίνη ο ίδιος και να οδηγή όσους άλλους κατορθώνει να εξαπατά, ν' ασθμαίνη και να πνίγεται εις τον ιδρώτα.
Και μέσα στη σαλαλοή φωνή αργιόχρωμη σαν κουκοβάγιας ανάκρασμα ακούεται να λέγη: Τάω — τω και πίσω δεν κυτώ! τ' αχνάρια μου πάνε μπροστά κ' εγώ γυρίζω πίσω. Έλα βλάμη σήκω, σήκω να μοιράσουμε!.. Ο καπετάν Λαχτάρας πνίγεται τόρα στον ίδρωτα. Γνώριμη του είνε η φωνή, γνώριμη η οφυριγματιά και η σαλαλοή. Δεν είνε άλλος από τον Τρακάδα τον βλάμη του.
Πνίγεται, σκοτώνεται, δε σε θέλει. Κ' είντα να τση κάμω; Ό,τι 'μπόρουνα τώκαμα. — Κιαμ' η αγουρίδα που μούλεγες; — Εθάρρουνα κ' εγώ, μα σαν έχη αράπικο ινάτι είντα θες να κάμω; Ο Μανώλης εστέναξε. — Κιαμ' εδά; είπε περίλυπος.
Εδώ πνίγεται άνθρωπος· σκάνει και πάει. Να φύγω, να φύγω, δεν είναι για μένα η Πόλη! Και κει που τα μισομουρμούριζα όλ' αυτά, κοιτάζοντας τον ασημένιο γιαλό, ακούγω περπατηξιές από πίσω μου. Είταν η Μαριγώ, η μοναχοκόρη του Θοδωράκη. Με συμπάθειο, που δε σου τηνε σύστησα, τότες που τρώγαμε κάτω. Πρέπει να είταν και κείνη ως δεκαφτά. Λιγάκι κοντουλή, μα δροσερή, μαυριδερή, και χαμηλοβλεπούσα.
Και όταν δεν συνδράμη ο καιρός; Όταν η θύελλα αρπάση το άνθος και ο αετός το πνίξη; Ω! τότε πνίγεται το παρόν του πατρός και της παρθένου το μέλλον!... «Ψεύσεται έργον ελαίας και τα πεδία ου ποιήσει βρώσιν!».
Μετά το εγκώμιον του Σωκράτους υπό του Αλκιβιάδου εισελαύνει όμιλος κωμαστών και η μέχρι της στιγμής εκείνης κρατήσασα εις το συμπόσιον τάξις και ευκοσμία πνίγεται μέσα εις όργια μέθης, υπό τους ατμούς της οποίας οι συμπόται υποκύπτουν ο ένας μετά τον άλλον και ή ανεχώρησαν πλέον ή απεκοιμήθησαν.
Αλλ' εις την χήραν εφάνη ούτω ωραιότερος, διότι ήτο ανδρωδέστερος και η δασύτης ενέτεινε την ρωμαλέαν εντύπωσιν, ήτις κυρίως την συνεκίνει και την έθελγε. — Είντα κάνει το Μαρούλι; εφώναξεν ο Μανώλης άμα την είδε. Πούνε; Αλλά το Μαρζούλι είχεν ήδη απέλθη εις της θείας της. — Κ' είντα λέει; επανέλαβεν ο Μανώλης. Δε με θέλει ακόμη; — Τα ίδια. Πνίγεται, σκοτώνεται, δε θέλει.
Τότες κι' άντρας έπεφτε, καν θάχε κι' άντρας σφάξει. 280 Τώρα γραφτό μου απ' άτιμο χαμό να πάω στον τάφο ζωσμένος σε νεροσυρμή, σαν γουρουνιών κοπέλι που σε χαντάκι πνίγεται περνώντας το χειμώνα.» Είπε, κι' εφτύς ο Ποσειδός κι' η Αθηνά κοντά του πήγαν και στέκουν, με μορφή σαν άντρες, κι' έτσι θάρρος 285 του δίνουν, μες στα χέρια τους τα χέρια του κρατώντας.
Και μήπως δεν ήτο απόμαχος πλοίαρχος; Και μήπως δεν έπιε την θάλασσαν με την κουτάλαν, ως λέγουν; Τι τάχα να ταξειδεύη τις εις τους φοβερούς ωκεανούς ή εις τα κοιμώμενα παράλια του Μαλιακού; Τι τάχα να ναυαγήση τις εις τον Εύξεινον Πόντον ή εις την ειρηνικήν ακτήν του Παγασητικού; Το ναυάγιον είναι πάντοτε ναυάγιον· και ο άνθρωπος πνίγεται ομοίως είτε εις το πέλαγος είτε εις τον λιμένα.
Τα σφυρίγματα των τραίνων των βαποριών κάτω, ο θόρυβος κ' η βοή της Πάτρας, των δρόμων της, των κάρρων της, των αμαξών της, του κόσμου της, που ιδρόνει δουλεύοντας σκυλίσια ολημερίς, μόλις φτάνει ίσα μ' εκεί απάνω και πνίγεται μέσα στην ιδιαίτερη ζωή του μαχαλά, στο βοητό τ' αμονιού και στον κρότο του σφυριού των γύφτων.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν