United States or Zambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Του τρίτου πάλι τούβαλε απύρωτο λεβέτι που χώραε μέτρα ως τέσσερα, στιλπνόμορφο έτσι ακόμα. Κι' έβαλε διο του τέταρτου φλουράκια. Και του πέμπτου λαγύνα πλουμοσκάλιστη, ανέγγιχτη καινούργια. 270 Και στάθηκε όρθιος στου στρατού τη μέση και τους είπε «Τ' Ατρέα γιοι κι' οι άλλοι εσείς φτεροποδάτοι Αργίτες, να αλόγων στέκουν έτοιμα βραβεία, αφτά μπροστά σας.

Και τι θα πη ασύνθετοι και άσπονδοι, κυρ Φραγκούλη; ηρώτησεν ο παπά-Ζαχαρίας. Βαθειά ελληνικά μας είπες σήμαρε. — Ασύνθετοι είνε κείνοι που δεν στέκουν στον λόγον τους, παπά- Ζαχαρία· και άσπονδοι είν' εκείνοι που δεν θέλουν να παραδεχθούν όρκους και συμφωνίες.

Απ' το παλάτι ξέμακρα να ξαποστάσουν στέκουν Και ρίχνουν κλήρο και λαχνό, 'ς όποιον απ' όλους πέση, Γυναίκα του η βασίλισσα σκλάβοι του οι άλλοι νάναι. Κ' ένας μικρός και πλειο ώμορφος πετιέται και φωνάζει: — Σταθήτε, 'ς έναν μοναχά η βασίλισσα δεν πρέπει.

Τι στέκουν χάμου στου Διός τον πύργο διο πιθάρια, με δώρα τέτια που σκορπάει, κακά — ή καλά μες στ' άλλοκι' ο Δίας σ' όπιους κι' απ' τα διο ανάκατα χαρίσει. πότες θα σμίξουν με χαρές και πότες με λαχτάρες· 530 μα άσκημα αν δώκει, πρόσωπο θεού ποτές δε βλέπεις, και μυίγα σε κεντάει κακή απ' άκρες γης ως άκρες κι' ατίμητος από θεούς λυσσογυρνάς κι' αθρώπους.

Φωνάζουνε λοιπόν τον άγιο τους τον Ντεντέ να τη διαβάση και να τη γιατρέψη. Τη βλέπει ο Ντεντές και λέει πως αυτή γιατρεμό δεν έχει, γιατί κρατάει Τίμιο Ξύλο απάνω της, που θα τη φυλάη μισοζώντανη ώσπου να γυρίση σπίτι της. Αυτός δεν τολμούσε να ταγγίξη το Τίμιο Ξύλο, κ' είπε και τους άλλους να μην ταγγίξουνε, γιατί θα γίνουνε σκόνη εκεί που στέκουν.

Ανάμεσα από τα χωριά και μεταξύ στους κάμπους Κένταγε κι’ ωριοκένταγεν ένα αργυρό ποτάμι, Μ’ αυλάκια, με παραύλακα και με πολλά γεφύρια, Με καταρράχτες τρύψηλους, που πέφτουν αφρισμένοι, Σε μύλους, σε νεροτροβές και σε πολλά μαντάνια, Κι’ απόδιπλα του ποταμού, κατά σειρά στους όχτους, Χιλιάδες δέντρα πράσινα: ιτιές, πλατάνια, λεύκες, Κι’ απάνω στα κλωνάρια τους να στέκουν, να πετούνε Χίλιων λογιών πετούμενα, χιλιών λογιών πουλλάκια.

Δε στέκουν τότες, μον σκορπούν κι' οι δυνατοί Λυκιώτες 659 όλοι, σαν είδαν κι' έπεσε στη μάχη ο βασιλιάς τους· κι' αρπούν τα όπλα οι Δαναοί απ' του νεκρού τους ώμους, 663 αχτιδοβόλα χάλκινα, που σ' ένα διο συντρόφους τάδωκε του Μενοίτη ο γιος ναν του τα παν στα πλοία. 665

Μον τα στήθια 590 στήστε μπροστά στον Αία μας, το γιο του ΤελαμώναΈτσι είπε σα λαβώθηκε. Κι' αφτοί όλοι πυκνωμένοι στέκουν σιμά τουγέρνοντας στους ώμους τις ασπίδες — μ' όρθια κοντάρια. Κι' έσμιξε ο Αίας στους συντρόφους, κι' ανάμεσό τους φτάνοντας ξαναγυρνάει και στέκει. 595 Τότε έτσι αφτοί χτυπιόντουσαν σαν πυρκαγιά αγριεμένη.

Δε σούναι ακόμα ριζικό να κατεβείς στον Άδη, γιατί έτσι εγώ άκουσα φωνή θεών παντοτινώνεΕίπε, κι' εκείνος χάρηκε σαν άκουσε το λόγο, και μες στους Τρώες τρέχοντας τους λόχους σταματούσε, 55 τ' όπλο απ' τη μέση σφίγγοντας. Και στέκουν όλοι οι λόχοι.

Πού βόσκετε έτσι με το νου χαμένο, σα ζαρκάδια που σα διαβούν πηλαλητά μεγάλο κάμπο, στέκουν αποσταμένα, κι' η καρδιά τους παραλεί στα στήθια; 245 Έτσι κι' εσείς νεκρώσατε και χέρι δεν κουνάτε!