United States or Niger ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μίαν λέξιν είχεν ειπεί μετά γενικότητος ο κυρ Αλέξανδρος ο Κονόμος. — Δεν πάμε καλά. — Ξωκείλαμε, επρόσθεσεν ο κυρ Φραγκούλης του Φραγκούλη. — Μπαττάραμεπέσαμ' όξου, επέφερεν ο καπετάν Πέρρος ο Μαυρογιαλής. — Ο φόβος του Θεού έλειψε, συνεπέρανεν ο Σακελλάριος, ο παπά- Ζαχαρίας. Και ο κυρ Δημητράκης ήρχισε στωμύλος ν' αναπτύσση το ζήτημα.

Κι' αν θέλης να ξέρης, παπά μου, άκουσε τι λέει ο Εκκλησιαστής: «Τον καθαιρούντα φραγμόν δήξεται αυτόν όφις»· όποιος χαλνάει φράχτη το φίδι θα τον φάη. — Και ποιον φράχτη, σε παρακαλώ, κυρ Φραγκούλη, χάλασ' ο γυιός μου; — ηρώτησε με πείσμα ο κυρ Δημητράκηςγιατί ενόησα καλά, μη μου το αρνείσαι, πως τάχεις με το γυιό μου. — Ένας αρραβώνας μιας κόρης είνε φράχτης, είπεν ο Φραγκούλης.

Είνε παραπέρα, εκεί . . . Στέκονται στο δρόμο μαζί μ' ένα γέρο απόμαχον . . . Έχουν πιάσει κουβέντα με τον γείτονά μας τον ψαρά, τον Φραγκούλη. — Και κυττάζουν κατά δω; — Κυττάζουν στην αμμουδιά, πέρα. Η γραία ήτο έμφοβος, κ' έφερε τας χείρας περί το πρόσωπον, ως διά να τραβήξη τα τσουλούφια της, ή να σχίση τα μάγουλά της. Η Μαρούσα την ώκτειρε.

Δεν πάει κάτω, παιδί μου. . . Απ' το χολοσκασμό που έχω . . . Φαρμάκι βγάζ' ο ουρανίσκος μου. Είτα επέφερε·Δεν κάνεις τον κόπο να κυττάξης πάλι απ' το παραθυράκι, έξω;. . . Είναι ακόμη ο Κυριάκος κάτω; Η Μαρούσα υπήκουσεν. — Εκεί είναι, θεια Χαδούλα . . . Επιασαν μεγάλην κουβέντα με τον Φραγκούλη.

Εν τούτοις, εξ όσων ηδυνήθην ν' αντιληφθώ, την προς την εγκυκλοπαιδικήν μόρφωσιν ροπήν του Μανώλη, ως και το σατυρικόν του πνεύμα, ούτος εκληρονόμησε μάλλον εκ των προς μητρός συγγενών, και δη εκ των δυο αδελφών του πάππου και ομωνύμου του Μανώλη Ροδοκανάκη, Φραγκούλη και Σταματίου. Ο Σταμάτιος Ροδοκανάκης ήτο έτι μάλλον καινοτόμος και νεωτεριστής.

Και τι θα πη ασύνθετοι και άσπονδοι, κυρ Φραγκούλη; ηρώτησεν ο παπά-Ζαχαρίας. Βαθειά ελληνικά μας είπες σήμαρε. — Ασύνθετοι είνε κείνοι που δεν στέκουν στον λόγον τους, παπά- Ζαχαρία· και άσπονδοι είν' εκείνοι που δεν θέλουν να παραδεχθούν όρκους και συμφωνίες.

Εκείνην την φοράν, ο παππα-Νικόλας, άμα έφθασε την παραμονήν, ακολουθούμενος από πλήθος προσκυνητών διά την πανήγυριν, εστάθη πλησίον της θύρας του ναού, παρά την γωνίαν, και του είπε μυστηριωδώς·Θάχης μουσαφιρλίκια, θαρρώ. — Τι τρέχει παππά; ηρώτησε μειδιών ο Φραγκούλης, όστις εμάντευσε πάραυτα. — Θα σου έλθη τ' ασκέρι . . . Κύτταξε, Φραγκούλη, φρόνιμα, χωρίς πείσματα . . .

Ακούστε να σας πω, άρχοντες, είπεν ο κυρ Φραγκούλης του Φραγκούλη, οι νέοι τούτου του καιρού άλλαξαν πλέον τα φερσίματά τους και την διαγωγή τους. Όσοι μας έρχονται από της Βλαχίες, κι' από άλλα μέρη, έμαθαν εκεί άλλα καμώματα, κι' άλλους τρόπους, κι' αυτά τα καμώματα τα μαθαίνουν και στους άλλους συνομιλήκους τους, τους εδώ. Τι τα θέλετε; Αυτό είνε πράμμα που κολλάει σαν ψώρα.