Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025
Φαίνεται πως ο Ρωμιός ο ίδιος, σε όσα καταπιάνεται, γράφει, συλλογιέται και λέει, δεν έχει ποτέ άλλους λόγους παρά προσωπικούς, πάντα με το εγώ του κι ομπρός. Έτσι λέει πως άμα είσαι και συ Ρωμιός, τέτοιους λόγους θάχης. Όταν τα διαβάζει κανείς αφτά, σα φρόνιμα του φαίνουνται. Όταν τα συλλογιστή, βλέπει πως ο αγαθός μας ο Ξενόπουλος δεν έννοιωσε ποιο είναι καθαφτό το ζήτημα.
Αν ίσως κάνης συ αυτά οπού εγώ σου λέω, θάχης τα στήθηα δυνατά, το χρώμα σου ωραίο, θάχης τον ώμο σου μακρύ, θάχης τη γλωσσά σου μικρή, θάχης πλατειά τα πισινά θάχης κοντά τα μπροστινά. Το κάθ' αισχρό, καλό πως είναι θα σε πείση, και το καλό, πως είν' αισχρό θάχης νομίση, και εις το τέλος θα γεμίσης κι' από κείνη του Αντιμάχου του αισχρού την πουστοσύνη.
Είνε όλ' οι άρχοντές μας παληανθρώποι πέρα-πέρα, κι' αν φανή κανείς πως είνε αγαθός για μιαν ημέρα, Θάνε μασκαράς για δέκα. 'Σ άλλον έδωκες τη θέσι; άλλα θάχης' απ' τα χείρου στα χειρότερα θα πέση. Δύσκολο κανείς να βάλη νου και φρόνησι με λόγια σε ανόητο κεφάλι. Σεις φοβείσθε πάντα όσους την αγάπη τους σας δίδουν κι'όλο γλείφετε εκείνους, όπου πάντα σας προδίδουν.
Με τόση καρδιά θα παρακαλούσα την Παναγία, που θεωρούσα βέβαιο ότι θα με εισήκουε. — Αι; ρώτησε η μητέρα μου· είντα λες; πας; — Πάω, της είπα. Θαρθής και τουλόγου σου; — Όι, παιδί μου, δε μπορώ 'γώ. Είνε μεγάλη κούραση για μένα. Μα είντα με θες εμένα; Εκειά θάχης τη θεια σου, το μπάρμπα σου και τα ξαδέρφια σου. Θαρθή κιο Βασίλης ίσα 'κειά να σου κάνη συντροφιά.
— Τα κρύα πάντα ταχτικά θα του ταλλάζης, το γιατρικό στις ώρες του θα του δίνης και θάχης το νου σου να μην πατάη κανείς εδώ εξόν απ' τη γυναίκα του. Και λίγα λόγια. Άκουσες, παιδί μου; Ο άνθρωπος είνε βαρειά. Απ' τη λάτρα που θα του κάνης κρέμεται να τη γλυτώση. Και πάλι ο Θεός ξέρει! Από στιγμή σε στιγμή τι μας παρουσιάζεται δεν το ξέρομε. Στην ώρα είχε συνεφέρει κ' η γυναίκα του.
Οι δύο σύζυγοι αντήλλαξαν βλέμμα απορίας. — Μαπώς σούρθε πάλι αυτό; ηρώτησεν ο Σαϊτονικολής. — Ετσά θέλω, απήντησε με πείσμα ο Μανώλης. — Μα θάχης μια αφορμή. Δε μας τη λες; — Δεν έχω πράμμα, μόνο δε θέλω να τσοι κατέω μπλειο τσοι Θωμαδιανούς. Αυτό 'νε. — Τσοι Θωμαδιανούς και την Πηγή μαζή; — Μούδε την Πηγή θέλω, μούδε κιαμμιά. — Κιαμμιά!
Μωρή, έλα στο νου σου, και στοχάσου πως όποια θα τόνε 'πάρη το Μανώλη της κλώθει η μοίρα της με το χρυσό σφεντύλι. Καλλίτερο δεν θα βρης σ' ό,τι κι' άνε πης. Η καλή γνώμη στον άντρα είνε το καλλίτερο πράμμα. Ποτέ δε θα σου χαλάση το χατήρι σου. Και θάχης άντρα να τόνε χαίρεσαι, να γεμίζη το σπίτι όντε θα μπαίνη και να τρέμη η γης στο πάτημά του.
Είναι τώρα πια αργά για σένα ό,τι κι αν σου πω. θα μου δώσης δίκιο όταν ανακατωθής στη δουλειά μου, και θάχης να παλεύης, κάθε μέρα με χίλιους οχτρούς, που κοιτάζουν από παντού να σε καταστρέψουν. ΣΤΑΥΡΟΣ Με χίλιους οχτρούς; ΦΙΝΤΗΣ Ναι, κάθε εργάτης είναι κ' ένας εχτρός σου. Και στο εργοστάσιο έχω τώρα χίλιους τέτοιους. ΣΤΑΥΡΟΣ Το πιστεύετε αληθινά, πως όλοι αυτοί είναι οχτροί σας;
Εκείνην την φοράν, ο παππα-Νικόλας, άμα έφθασε την παραμονήν, ακολουθούμενος από πλήθος προσκυνητών διά την πανήγυριν, εστάθη πλησίον της θύρας του ναού, παρά την γωνίαν, και του είπε μυστηριωδώς· — Θάχης μουσαφιρλίκια, θαρρώ. — Τι τρέχει παππά; ηρώτησε μειδιών ο Φραγκούλης, όστις εμάντευσε πάραυτα. — Θα σου έλθη τ' ασκέρι . . . Κύτταξε, Φραγκούλη, φρόνιμα, χωρίς πείσματα . . .
Αλλά εσένα, κόρη μου, ποιός θα σε αναθρέψη όπως σου πρέπει; Άρά γε της μητρυιάς τα λόγια, 'σαν μεγαλώσης, δεν μπορούν να σε κακοφημίσουν και να σου καταστρέψουνε την τύχη σου, παιδί μου; Δεν θάχης τη μαννούλα σου, αυτή να σε παντρέψη και να σταθή στο πλάι σου, στου τοκετού την ώρα, που τίποτε γλυκύτερο δεν είν' από την μάννα. Γιατί εγώ πεθαίνω πια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν