United States or Togo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αρί-σείς, κορίτσια, είπε πάλιν η γειτόνισσα, μετά λαιμαργίας θεωρούσα τα κάνιστρα, τα πεπληρωμένα κουκκουλίων λευκών και κροκωτών ωσάν οι ξηροψημένοι λουκουμάδες, Αρί-σείς, κορίτσια, είνε αλήθεια πως τα δώσατε πίσω τα φλωριά; Εις όλον το χωρίον δεν ευρέθη άνθρωπος να εκφράση απορίαν διά τούτο.

Εσυλλογίζετο την πενίαν των την αφόρητον. Εσυλλογίζετο την χαράν του κόσμου — ω! αυτό δεν το εσυλλογίζετο! το ήκουεν έως εις τα μεσάνυκτα, ήχουν ως άσμα, ως εναρμόνιον μουσικήν, λαλούσαν εις τας οικίας όλας των Χριστιανών· το έβλεπε σχεδόν, από την ανοικτήν θυρίδα της, θεωρούσα το πολύ φως της απέναντι γειτονικής οικίας. Την επήρε λοιπόν το παράπονον και έκλαιε και με τα κλαύματα απεκοιμήθη.

Και ίστατο σιωπηλή, θεωρούσα ως να είχε κάποιον ενώπιόν της και ηρώτα οδυνηρώς: — Ποιόνε να κλάψω και ποιόνε να μη κλάψω, την Θωμαή, την κόρην μου, ή τον Λαλεμήτρον τον άνδρα της; Ποιόνε να περιμένω, ορφανά μου κλήματα, και ποιόνε να μη περιμένω; Την Θωμαή, την κόρην μου, ή τον Λαλεμήτρον τον άνδρα της; Κ' εκεί που ως λίθινον κατέπινε τον ξηρόν άρτον, αίφνης, ίστατο ακίνητος και ηκροάτο.

Η αδελφή του Ευφροσύνη, νεάνις δεκαετής, γλυκεία και φιλάδελφος, ήρχετο τακτικώτατα κατά την ώραν της γυμναστικής, όπως μετά την σωμασκίαν του αδελφού της συνοδεύη αυτόν εις την πατρικήν των οικίαν. Ενώ δε επερίμενεν ημέραν τινά εις την αυλήν του σχολείου, θεωρούσα τας διαφόρους γυμνάσεις, ο Παύλος, αποτυχών είς τινα επί του μονοζύγου στροφήν, έπεσεν επί της άμμου.

Εγνώριζε φαίνεται και αυτή τα κατά την γέννησίν μου και τον παρακολουθήσαντα αυτήν πάταγον, διότι άφωνος και συνεσταλμένη έμεινε θεωρούσα με εφ' ικανά δευτερόλεπτα, και το προς την θύραν τρεπόμενον ελαφρόν και υπόπτερον αυτής βήμα ανεστάλη αποτόμως. — Τι κυττάζεις, Μαρία; ηρώτησεν αυτήν αυτάρεσκον μειδιώσα η κυρία της. — Αχ! πόσαι μετοχαί! εψιθύρισε περιπόρφυρος εξ ηδονής η θαλαμηπόλος.

Αλλ' η Κρέουσα, θυμωθείσα διά τούτο και θεωρούσα τον Ίωνα προγονόν, αποφασίζει την δηλητηρίασίν του. Η επιχείρησις αποτυγχάνει, η Κρέουσα καταδικάζεται εις θάνατον, σώζεται δε τη μεσολαβήσει της Πυθίας και της Αθηνάς, αι οποίαι παρέχουν εις την μητέρα δείγματα περί της γνησιότητος του υιού της.

Πολλάκις εν ώρα μεσονυκτίου φεύγουσα γυμνόπους την άυπνον κοίτην της εισέδυεν ακροποδητεί εις τον θάλαμον, όπου εκοιμάτο ο υποψήφιος διάδοχος του Φρουμεντίου, και σκιάζουσα διά των δακτύλων το φως της λυχνίας, ως η Σελήνη τας ακτίνας της διά νεφελών, ότε επεσκέπτετο τον Λάτμιον ποιμένα, έμενεν ολοκλήρους ώρας θεωρούσα τον υπνώττοντα νεανίαν.

Και θεωρούσα πάσαν παράκλησιν περιττήν πλέον, αφού κατέστρεψε το μέσον διά του οποίου την εταλάνιζεν ο βοσκός, εστράφη προς το χωρίον, συγκεκινημένη αλλ' ήσυχος διά το μέλλον. . « Ο Γιάννος πάειτα βουνά κ' η Μάρω πάειτους κάμπους ». — Γιάννο! καϋμένε Γιάννο!. . .

Προς εκτίμησην αυτού δύναται να χρησιμεύση, ότι μη θεωρούσα τον μύστακα και τα σαρανταπέντε τουλάχιστον έτη της ικανά να εμπνεύσωσιν επαρκή σεβασμόν, εθεώρει πρέπον να προσφέρεται μετά περισσής σοβαρότητος και αιδημοσύνης με τους ουδόλως «βλέποντας προς το επιθυμήσαι αυτής». Ο φόβος της των ασέμνων θεαμάτων ήτο τοσούτος, ώστε λησμονούσα ότι και αυταί αι καλογραίαι θεωρούσι τους πάσχοντας ως ουδετέρους, ουδ' εις εξαετές παιδάριον έστεργε να επιθέση κατάπλασμα, περί δε κλύσματος ουδέ λόγος ηδύνατο να γείνη.

Μα γιατί ναποθάνη; Γιατί ήτο τόσο βέβαιον ότι θα πέθαινε από την αρρώστια της; Πώς τόσοι άλλοι που αρρώσταιναν εγίνοντο καλά, κιαυτή θα πέθαινε; Τι αν το είπε ο γιατρός, όταν ο Θεός έχει τη δύναμη και νεκρούς νανασταίνη; Με τις θρησκευτικές ιδέες, πούχα τότε, όλα τα θαύματα θεωρούσα δυνατά.