United States or Iran ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτά 'πε' κ' ευθύς έστρεψε κ' εκάθισ' ο Οδυσσέας. κ' έστρωσ' ο Εύμαιος κλαδιά με μιαν προβιάν επάνω, κ' εκάθισεν ο ποθητός υιός του Οδυσσέα. τότε πινάκια κρέατα ψητά, 'πού 'χαν τους μένει από τον δείπνον, έφερεαυτούς ο χοιροτρόφος, 50 κ' εσώρευσεν ογλήγορατα κάνιστρα τον άρτο, και εις καυκί μέσα γευτικό κρασί τους συγκερνούσε, και αντίκρυ αυτός εκάθισε του θείου Οδυσσέα. άπλωσαν 'κείνοιτα έτοιμα φαγιά 'που 'χαν εμπρός τους• και του φαγιού και του πιοτού την όρεξι αφού σβύσαν, 55 ωμίλησε ο Τηλέμαχος, του θείου χοιροτρόφου• «Πατέρα, πόθεν σου 'φθασεν ο ξένος; 'ς την Ιθάκη οι ναύταις πώς τον έφεραν; από ποιο γένος ήσαν; τι δεν πιστεύ' ότι πεζός εδώ 'φθασεν ο ξένος». Και προς αυτόν απάντησες, ω Εύμαιε χοιροτρόφε• 60 «Όλην θ' ακούσης απ' εμέ, παιδί μου, την αλήθεια• το γένος έχει απ' το νησί το ευρύχωρο της Κρήτης• και λέγει ότι παράδειρε πλανώμενος εις χώραις θνητών πολλαίς, ως θέλησεν η μοίρα του, και τώρα από καράβι Θεσπρωτών πάλιν φευγάτος ήλθε 65 εις την καλύβα μου, κ' εγώ θα σου τον παραδώσω• πράξε όπως θέλης• ήξευρε 'που ικέτης σου προσπέφτει».

Άλλοι δε πάλιν έλεγον ότι έφερον την νέαν εις προτελετήν του γάμου της εδώ παρά τη θεά της Αυλίδος Αρτέμιδι. Αλλά ποίος άραγε να ήναι ο γαμβρός; Εμπρός λοιπόν, ετοίμασον τα κάνιστρα διά την θυσίαν. Στεφανώσατε με άνθη την κεφαλήν.

Κάτω από το δέντρο, οι βοσκοί καθισμένοι καταγής, οι γυναίκες με τα κάνιστρα στο χέρι, ο παπάς με ένα δισάκι ριγμένο στους ώμους σαν σάλι για να προφυλαχτεί από την υγρασία, τα παιδιά που γελούσαν, τα σκυλιά που κουνούσαν την ουρά και κοίταζαν τ’ αφεντικά τους μες στα μάτια περιμένοντας να γλείψουν το κόκαλο, όλα θύμιζαν τη γλυκιά γαλήνη μιας βιβλικής σκηνής.

Αρί-σείς, κορίτσια, είπε πάλιν η γειτόνισσα, μετά λαιμαργίας θεωρούσα τα κάνιστρα, τα πεπληρωμένα κουκκουλίων λευκών και κροκωτών ωσάν οι ξηροψημένοι λουκουμάδες, Αρί-σείς, κορίτσια, είνε αλήθεια πως τα δώσατε πίσω τα φλωριά; Εις όλον το χωρίον δεν ευρέθη άνθρωπος να εκφράση απορίαν διά τούτο.

Κι' η φλόγα αφού ξεθύμανε και χώνεψαν τα ξύλα, στρώνει τη θράκα, τα σουγλιά μ' αλάτι πασπαλίζει, τ' απλώνει απάνου απ' τη φωτιά, ακουμπιστά στις φούρκες. Κι' αφού πια τα καλόψησε και κένωσε σε δίσκους, 215 πήρε μες σ' ώρια κάνιστρα ψωμί, και στο τραπέζι τόβαλε απάνου.

Κι' οι μπιστικοί συντρόφοι το γδέρνουν και το συγυρνούν καλά με κάθε τέχνη, και λιανισμένο ταχτικά στις σούγλες το περνούνε, το ψαίνουν όμορφα όμορφα κι' απ' τη φωτιά το βγάζουν. Κατόπι παίρνει το ψωμί να δώσει ο Αφτομέδος 625 μες σε πανώρια κάνιστρα, και πάει και στο τραπέζι τα βάζει απάνου· και το κριάς μοιράζει ο Αχιλέας. Και τότες σ' έτοιμα άπλωσαν καλούδια, ομπρός στρωμένα.

Και του έδειξε πολλούς των ανθρώπων εκείνων οι οποίοι έκυπτον από τα κιονόκρανα και με σχοινία έσυρον πελώρια κάνιστρα, γεμάτα κρέατα, οπωρικά, λαχανικά, αντιλόπας και πελαργούς πλατείς αργυρόχρους ιχθύς, σταφυλάς, υδροπέπονας και ριπίδια στημένα εις πυραμίδας. Ο Αΰλος δεν εκρατήθη, ώρμησεν εις το μαγειρείον, παρασυρόμενος από την βουλιμίαν εκείνην η οποία κατέπληττε τον κόσμον.

Σεις δε, νεανίδες, υμνήσατε την Άρτεμιν, την κόρην του Διός, τελούμενης της θυσίας μου, ίν' ακούση τον ύμνον σας όλον το ελληνικόν στρατόπεδον εις ευτυχίαν του. Ας φέρουν τα ιερά κάνιστρα, ας ρίψουν εις το πυρ της θυσίας τον καθαρτήριον σίτον, ίν' αναδώση την φλόγα ο βωμός, ο δε πατήρ μου ας επιθέση την δεξιάν του χείρα επί του βωμού. Έρχομαι να δώσω σωτηρίαν και νίκην εις τους Έλληνας.