United States or United Arab Emirates ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατά τα άλλα δε όταν θελήσης να μάθης πώς είσαι, όταν θα είνε γαλήνη ανέβα εις μίαν πέτραν και κύτταξε τον εαυτόν σου εις το νερόν και θα ιδής ότι είσαι μόνον λευκόν χρώμα και τίποτε άλλο• αλλά το λευκόν δεν αρέσει παρά μόνον εάν το στολίζη και το ερύθημα.

Η αναπνοή εξήρχετο ήρεμος εκ των ημιανοίκτων κοραλλίνων χειλέων, και εις το πάλλευκον πρόσωπον, όπερ έβαφεν ελαφρά ροδίνη χροιά, επεκάθητο γαλήνη. Ο σύζυγος επανέλαβε την ανάγνωσιν. Μετά ημίσειαν ώραν η νεαρά γυνή ήνοιξε τους οφθαλμούς. — Τι καλά που κοιμήθηκα! είπε. — Και όμως ήσουν εις την αρχήν πολύ ανήσυχος· επαραμιλούσες μάλιστα. — Α! και τι είπα;

Τι να προτιμήσουν; εκείθεν πάλη αδιάκοπος, εδώθεν ηρεμία και γαλήνη!. . . Ο Γιάννος συνεκινήθη προ των δύο τούτων εικόνων, διαφόρων φάσεων ζωής πολυκυμάντου κ' έκλινεν ήδη να πιστεύση εις τους λόγους της Κυρά Ρήνης η οποία επροχώρει πάντοτε, γελώσα κ' επαναλέγουσα: — Ελάτε πίσω και δε σας πειράζω.

Λαμπρυνθέντες περισσότερον εκ της τελευταίας δοκιμασίας φεγγοβολούν ήδη εν τη γαλήνη του ουρανού, άστρα μεταξύ αστέρων, ψυχαί αγναί και μεγάλαι, ίσως μεταξύ άλλων ομοίων των.

Ξαναδένει στο μεσάλι ό,τι απόμεινε, και τηράει πάλε γύρω με μάτια σα νυσταγμένα, ορθάνοιχτα όμως και γαλήνη γεμάτα· θάλασσα σωστή, όσο θέλεις βαθειά, μα αυτή την ώρα ατάραγη κι ακυμάτιστη. Δε βλέπει ψυχή πουθενά! Της ήρθε όρεξη να πλαγιάση απάνω σε μερικά κιτρινόφυλλα που θάρρειες πρόλαβαν και πέσανε, να της δώσουνε στρώμα πιο ταιριαστό.

Μια 'μέρα καθρεφτίστηκα στου πόντου τη γαλήνη κ' είδα τα γένεια μ' ώμορφα κι ώμορφο τώνα μάτι κ' είδα κι αυτά τα δόντια μου, τα κάτασπρά μου δόντια να ξαπερνούν στη λάμψη των τα μάρμαρα της Πάρου. Κ' εγώ για να μη βασκαθώ, χωρίς στιγμή να χάσω, έφτυσ' αμέσως τρεις φορές στον εδικό μου κόρφο· γιατ' έτσι μ' έμαθε η γρηά Κοτυταρίς να κάνω.

Ο Τιγγελίνος με ενίκησεν . . . ή μάλλον όχι! Απλώς αι νίκαι μου εγγίζουν εις το τέλος των. Έζησα όπως ήθελον. Θα αποθάνω, όπως μου αρέσκει. Μην το πάρετε κατάκαρδα. » Κανείς Θεός δεν μου υπεσχέθη την αθανασίαν, και ό,τι μου συμβαίνει, δεν είναι απροσδόκητον. Συ, Βινίκιε, πλανάσαι βεβαιών ότι μόνος ο Θεός σας διδάσκει να αποθνήσκωμεν εν γαλήνη. Όχι!

Και ξέρει μέσα εκεί βαθιά να βρίσκη και να χύνη του πιο υψηλού αγαθού μια ακτίνα ολάστραφτη, γλυκειά μια ακτίνα απ τη γαλήνη του ξάστερου ουρανού. Ευτυχισμένε, αφού οι καλοί θεοί σου έχουν δωρήσει τόσο τρανή χαρά, από την ξέρα ανένοιαστος τριγύρω, σαν τη βρύση τραγούδα στην ερμιά.

Μα πάλι θα είτανε τόσο ωραίο να γεράση κανείς, να είναι μαζί σου και να μπορή να περιμένη την ημέρα που θαρθή η μεγάλη γαλήνη. Μου φαίνεται πως θα σ' αγαπούσα περσότερο, αν εγέραζες κι άσπριζες και κανείς άλλος δεν μπορούσε να σε βλέπη με τα ίδια μάτια όπως εγώ.

Ο αλιεύς, ον η γαλήνη, καταδελεάσασα παρέσυρε μέχρι των αποτόμων ακτών του, έντρομος βλέπει την νύκτα να κατρακυλώσιν εν βρόντω σατανικώ βράχοι αμαξιαίοι, υπό αοράτων δαιμονίων ωθούμενοι, άτιναλεγεών όληεξώσθησαν εκεί εκ του Άθωνος διά των προσευχών του οικιστού αυτού Πέτρου του Αθωνίτου.