United States or Martinique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τίποτε απάνω του δεν έδειχνε την απελπισία, πιστόν καθρέφτη βασανισμένης ψυχής. Όλα του ήρεμα σαν τη θάλασσα που μας εκρυφάκουε. Μόνον τα χείλη του μιαδυο φορές εσπαρτάρισαν άξαφνα, λέγεις και φλόγα ο λόγος έβγαινεν από τα φυλλοκάρδιά του. Ετόλμησα τέλος κάτι να του ειπώ, να του αλλάξω τον νου. — Μα παιδί μου!... Αλλά μόλις άρχισα και βλέπω τον καπετάν Τραγούδα να πηδάη ξαφνισμένος απάνω.

Η μαμά είχε ορκιστεί να μην τον αφήση τόσο νωρίς να βασανιστή μ' ένα πράμα τόσο φοβερό. Να τραγουδά όμως μπορούσε κ' ήξερε πολλά τραγούδια. Πολύ σπάνια του ξέφευγε ψεύτικος τόνος κι όταν του ξέφευγε κανένας, θύμωνε και ξανάπιανε το τραγούδι από την αρχή. Δε ντρεπότανε κιόλας να τραγουδά κι όταν είτανε ξένοι μπροστά. Μπορούσανε ναρθούνε να τον ακούσουν όσοι θέλανε.

Και ξέρει μέσα εκεί βαθιά να βρίσκη και να χύνη του πιο υψηλού αγαθού μια ακτίνα ολάστραφτη, γλυκειά μια ακτίνα απ τη γαλήνη του ξάστερου ουρανού. Ευτυχισμένε, αφού οι καλοί θεοί σου έχουν δωρήσει τόσο τρανή χαρά, από την ξέρα ανένοιαστος τριγύρω, σαν τη βρύση τραγούδα στην ερμιά.

Αλλά κ' εκείνο ανάθεμά τοναι το νερό, που ήταν πήχτρα εμπρός μαςέκαμεν άξαφνα κάτι σούφρες κρυσταλλορρόδινες κ' επάφλασεν εδεκεί, τινάζοντας διαμαντένιο αφρόδροσο, σαν ν' ανατρίχιαζε στο βλέμμα του, σαν να του έδινε αρραβώνα αιώνιον. — Μπρε! Με το πόδι εκούνησα κρυφά τον καπετάν Τραγούδα.

Επρόφερε τα τελευταία λόγια του με τέτοιο ανάμπαιγμα που ανατρίχιασα. Νομίζεις πως του ευχήθηκαν να πιάση τον ουρανό με τα χέρια. — Γιατί όχι; του είπα· ήρθε η αράδα σου. — Η αράδα μου για ταξείδι· αποκρίθηκε με το ίδιο χαμόγελο. — Για ταξείδι! Α, το φιλαράκο! γυρίζω και λέγω του καπετάν Τραγούδα. Την έχει βλέπω και σημαδεμένη. Δεν μου λες κατά πού; Απάνω ή κάτω;

Αλλά ποτέ, ποτέ μην το πιστέψης, πως τη δική μου ηδονή θα κλέψης και δεν θα χάσω ό,τι μου γουστάρει, ούτε την ώρα για δική σου χάρι. Τραγούδα ό,τι σούρχεται και κύττα σαν την γάττα. πρώτα θα πάνε στης γρηές, και ύστερα στα νηάτα. ΝΕΑΝΙΣ Για να της θάψουν βέβαια. Α' ΓΡΑΥΣ Καινούργιο τούτο πάλι! ΝΕΑΝΙΣ Καινούργια θέλει μια γρηά με τέτοιο πούχει χάλι;

Γιατί όταν η μαμά ανακάλυψε πως ο Σβεν μπορούσε να τραγουδά, είτανε φυσικό πως άρχισε να του καλλιεργή το χάρισμα και πως καμάρωνε για τη φωνή του, όπως και για όλα όσα έλεγε κ' έκανε. Του πήρε μικρά βιβλία με τραγούδια και του έμαθε τα λόγια απόξω. Γιατί ο Σβεν μόλις είταν ακόμα πεντέμιση χρονών και δεν ήξερε να διαβάζη.

Κανένας ποιητής δεν τραγουδάει γιατί πρέπει να τραγουδά· τουλάχιστο κανένας μεγάλος ποιητής δεν το κάνει γι' αυτό. Ο μεγάλος ο ποιητής τραγουδάει γιατί θέλει να τραγουδά. Έτσι είναι σήμερα κ' έτσι ήταν πάντα.

Είπε και ξίφος άρπαξε με το δεξί του χέρι, 'που το 'χε ρίξ' ο Αγέλαος, οπότ' εξεψυχούσε, χάμαι· μ' εκείνο του 'κοφτε το σνίχι μες την μέση, κ' ενώ 'μιλούσε κύλησετο χώμα η κεφαλή του. Την μαύρη μοίρα ξέφυγεν ο αοιδός Τερπιάδης 330 Φήμιος, 'που βιαζόμενος τραγούδα των μνηστήρων.

Ο Σβεν τραγουδούσε και γελούσε και λάμπανε τα μεγάλα γαλανά μάτια του. Γιατί να ντρέπεται να τραγουδά, αφού διασκέδαζε ο ίδιος τόσο μ' αυτό κι αφού κιόλας τραγουδούσε τόσο ωραία; Αυτό το είχε πει η μαμά κι όταν εκείνη εύρισκε πως τραγουδά ωραία, έπρεπε να το βρίσκουν όλοι ωραίο.