United States or Azerbaijan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και εγώ, είπεν ο Κλεόδημος, έτσι το ήξευρα άλλοτε, ότι πρέπει να είνε το δέρμα από λάφι, διότι το λάφι είνε γρήγορον αλλά προ ολίγου καιρού μ' έκαμε ν' αλλάξω γνώμην κάποιος Αφρικανός, σοφός εις αυτά τα πράγματα, ο οποίος μου είπεν ότι το λεοντάρι είνε ταχύτερον και από τα λάφια, αφού τα καταδιώκει και τα συλλαμβάνει. Όλοι επεδοκίμασαν και είπαν ότι ο Αφρικανός έχει δίκαιον.

Ο ευγενής ο δούκας, ο κύριός μου κι' αρχηγός, έρχετ' εδώ απόψε, και επ' ονόματι αυτού θα προκηρύξω, ότι όποιος τον φέρη ζωντανόν τον μιαρόν κακούργοντα χέρια του δημίου του, ανταμοιβήν θα λάβη· κ' όποιος τον κρύψη θάνατος! ΕΔΜ. Αφού του κάκου είδα ότι με λόγια προσπαθώ την γνώμην του ν' αλλάξω, τον εφοβέρισα κ' εγώ ότι θα τον προδώσω.

Καθένας έχει την θρησκείαν του. Η ηγουμένη έδακνε τα χείλη, και δεν είχε πλέον τι να είπη. — Ώστε βλέπετε, επανέλαβεν η Αϊμά, ότι δεν μ' έφεραν εδώ διά να βαπτισθώ, καθώς σας έλεγα. Η ηγουμένη δεν απήντησε. — Διότι κανείς δεν βαπτίζεται δυο φοράς, εκτός εκείνων οπού αλλάζουν την θρησκείαν των. Και επειδή η εδική μου είνε η καλλιτέρα, δεν θέλω να την αλλάξω.

Μπήκε μέσα μου μια παλληκαριά, μια ξαποφασιά, σαν κείνη που μου ήρχουνταν κατόπι στις θαλασσινές τις φουρτούνες απάνω. Βρίσκω αφορμή και τρέχω στην κάμαρά μου. Ίσια στο κρεββάτι μου χώθηκα. Όλη τη νύχτα συλλογή στο κρεββάτι. Ν' αλλάξω σπίτι και να γλυτώσω από τη γαλανομάτα τη Νεράιδα, καλό κι άγιο.

Ν' αλλάξω καρδιά και να γλυτώσω από την αγάπη της, από τη δύναμη την κρύφια της ομορφιάς της που ξεπρόβαλε και με λώλανε την αξέχαστη εκείνη βραδινή, δύσκολο, ίσως αδύνατο! άλλο δεν τήραγα ομπρός μου παρ' αφανισμό, αφανισμό για μάννα, για πατρίδα, για καθετίς. Παίρνω λοιπόν απόφαση μεγάλη και σοβαρή. Να φύγω μια και καλή από την Πόλη!

Ναι, αλλά είναι άνοστον και ανάλατον, και δεν ημπορώ να το χωνεύσω, είπεν η πάπια η οποία το είχε δαγκάσει. — Νόστιμα παιδάκια έχει του λόγου της, είπεν η πάπια με το κόκκινον κουρέλι εις το ποδάρι. Μόνον το έν είναι κακοκαμωμένον. Κρίμα ότι δεν ημπορεί να το ξανακάμη. — Δεν ημπορώ να το αλλάξω κυρία μου, είπεν η μάνα.

Άφησε λοιπόν, ω δαιμόνιε, και μη φθονήσης τον νέον διά τον έπαινον που θα του κάμω· διότι πολύ επιθυμώ να τον εγκωμιάσω. — Ιού, ιού! εφώναξεν ο Αγάθων, Αλκιβιάδη, δεν είνε δυνατόν να μείνω εδώ, διότι εννοώ προ παντός να επαινεθώ από τον Σωκράτη, και δι' αυτό θ' αλλάξω θέσιν.

ΚΟΒΙΕΛ Τα καταφέρατε με τα ευγενικά σας αισθήματα. ΚΛΕΟΝΤ Τι τα θέλεις; αυτές είνε οι ιδέες κι' ούτε μπορώ να τις αλλάξω. ΚΟΒΙΕΛ Μα είστε στα σωστά σας να τον παίρνετε στα σοβαρά έναν τέτοιον άνθρωπο; Δε βλέπετε πως είνε τρελλός; Τι σας κοστίζει να κάνετε πως συμμορφώνεστε με τις μούρλιες του;

ΚΕΝΤ Εάν και ήχον δανεικόν 'μπορέσω ν' αποκτήσω, ως κ' η φωνή μου να κρυφθή, τότ' εκτελείται ίσως ο αγαθός μου ο σκοπός που μ' έκαμε ν' αλλάξω μορφήν και πρόσωπον. — Λοιπόν, ω Κεντ, εξωρισμένε, εκεί οπού σ' επαίδευσαν, αν σε δεχθούν ως δούλον, ο σεβαστός σου κύριος ακούραστον θα σ' εύρη! ΛΗΡ Να μην αργοπορήση ούτε στιγμήν το γεύμα μου. Ετοιμάσατέ μου το αμέσως. — Ποιος είσαι συ;

— Α! εψιθύρισεν εκπλαγείς, ήρθες; κάτσε και θ αλλάξω το σκοπό μου. Χωρίς δε να είπη τι άλλο, έφερε πάλιν την φλογέραν εις τα χείλη και ήρχισε νέον αύλημα. Η Σμάλτω ως περίεργον παιδίον, λαβόν παρά της μάμμης του την υπόσχεσιν ότι θ' ακούση κανέν νέον παραμύθι, εκάθησε προθύμως εις μίαν πέτραν πλησίον του βοσκού, στηρίζουσα την κεφαλήν επί του απέναντι στύλου της σκιάδος.