United States or France ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ότι δε υπήρχε και αγών μουσικής και ήρχοντο όπως αγωνισθούν εις τα τοιαύτα, τούτο το μαρτυρεί διά των άλλων στίχων του αυτού ύμνου. Διότι υμνήσας τον Δηλιακόν χορόν των γυναικών τελειώνει τον έπαινον διά των εξής επών, εις τα οποία αναφέρει και τον εαυτόν του· «Αλλ' ας είναι εις ημάς ίλεοι ο Απόλλων και η Άρτεμις· σεις δε πάσαι, χαίρετε.

Λοιπόν ας υπάρχη αυτός ο νόμος εις ημάς ανάμικτος με έπαινον, και συμβουλευτικός, όχι όμως υποχρεωτικός διά το πλήθος των πολιτών, να τιμά κατά δεύτερον λόγον τους αγαθούς άνδρας, όσοι είναι σωτήρες όλης της πόλεως είτε με την ανδρείαν των είτε με πολεμικάς εφευρέσεις.

Αυτός ο λόγος είναι ορθότατος προς έπαινον του πολίτου, και ο νομοθέτης οφείλει όχι μόνον να γράφη νόμους, αλλά εκτός των νόμων να παρενείρη μεταξύ των νόμων και όσα του φαίνονται καλά και όσα άσχημα, ο δε τέλειος πολίτης όχι ολιγώτερον αυτά να φυλάττη, παρά όσα προλαμβάνονται από τους νόμους με τιμωρίας, ως μαρτυρίαν δε φέρομεν αυτό το ζήτημά μας.

Εξηγούμαι: Ψυχραίμως εξετάζων τις μετά πάροδον τριακονταπέντε σχεδόν ετών τα πράγματα, άγεται να πιστεύση ότι έδωκε μεν ο Ροΐδης εις την θεωρίαν του υπερβολικήν πως μορφήν,—αφ' ου και ο ίδιος αναγνωρίζει ότι υπήρξαν παρ' ημίν πολλοί στιχουργοί άξιοι του ονόματος του ποιητού, εν οις και δύο τότε εισέτι ζώντες, ο Βαλαωρίτης και ο Παράσχος , βραδύτερον δε απέδωκε τον οφειλόμενον έπαινον εις την μετά το 1880 αναφανείσαν σχολήναλλ' όμως, εάν τις αφήνων τας θεωρητικάς συζητήσεις έλθη εις την ουσίαν, θα ίδη ότι η παρούσα γενεά έδωκεν απολύτως δίκαιον εις όλας τας συγκεκριμένας προτάσεις του.

Εάν αρμόζη επίσης να υπομνήσω ποία πρέπει να είναι η αρετή των γυναικών, αίτινες εις το εξής θα ζήσουν εν χηρεία, διά βραχείας παραινέσεως θα είπω τα πάντα. Μεγάλη θα είναι δι' αυτάς η υπόληψις, εάν δεν φανώσι κατώτεραι της ιδίας των φύσεως, και μάλιστα δι' εκείνην, της οποίας το όνομα δεν θα αναφέρεται υπό των ανδρών ούτε δι' έπαινον ούτε διά κατηγορίαν.

Και πάλιν, όταν υποχωρή εις τας ηδονάς παραβαίνων την συμβουλήν και τον έπαινον του νομοθέτου, και τότε διόλου δεν την τιμά, αλλά την ατιμάζει, διότι την παραγεμίζει από κακά και από μετανοίας. Ούτε πάλιν, όταν αντιθέτως δεν κοπιάζη, να υποφέρη τους αξιεπαίνους κόπους και φόβους και πόνους και λύπας, αλλά υποχωρή, και τότε δεν τιμά αυτήν με την υποχώρησιν.

Άφησε λοιπόν, ω δαιμόνιε, και μη φθονήσης τον νέον διά τον έπαινον που θα του κάμω· διότι πολύ επιθυμώ να τον εγκωμιάσω. — Ιού, ιού! εφώναξεν ο Αγάθων, Αλκιβιάδη, δεν είνε δυνατόν να μείνω εδώ, διότι εννοώ προ παντός να επαινεθώ από τον Σωκράτη, και δι' αυτό θ' αλλάξω θέσιν.

Ο Πετρώνιος ανέκραξεν: — Η γνώμη μου περί της μουσικής του ύμνου τούτου είναι ότι ο Ορφεύς πρέπει να ωχριά και αυτός από φθόνον, όπως και ο παρευρισκόμενος Λούκανος· όσον διά τους στίχους, θα τους επροτίμων ολιγώτερον ακόμη καλούς, θα εύρισκον δε τότε έπαινον όστις να μη είναι ανάξιος αυτών.

Διότι κοινώς θυσιάζοντες τα σώματά των ελάμβανον ατομικώς καθείς αθάνατον έπαινον και επισημότατον τάφον, όχι δηλαδή τον τόπον της ταφής, αλλά την απονεμομένην εις αυτούς δόξαν, η οποία αιώνια τους παρακολουθεί εις κάθε περίστασιν και λόγου και έργου.

ΑΙ ΤΡΕΙΣ ΟΜΟΥ Γύριζε, βάζε, βράζε, ανακάτονε. Καίε φωτιά και τρίζε, κόχλαζε νερό! Β’ ΜΑΓΙΣΣΑ Και τώρα ράντισέ το μ' αίμα της μαϊμούς, να πήξη, να κρυώση το μαγόβρασμα. ΕΚΑΤΗ Καλά! τον έπαινόν μου τον αξίζετε. Θα έχετετα κέρδη όλαις μερτικό. Του κακκαβιού τον γύρον τώρα κάμετε, και 'σαν στοιχειά, 'σάν Μοίραις, 'σάν Νεράιδες κι αι τρεις χειροπιασμέναις τραγουδήσετε.