United States or Tanzania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είς μόνος ανεξέργαστος λίθος εσημείου την κεφαλήν και επ' αυτού εκάπνιζεν ο νεκρολίβανος, καιόμενος εντός του κοιλώματος ευτελούς κεράμου. — Το χώμα προσφάτως ανασκαφέν εφαίνετο εξωγκωμένον και κύκλω ολίγη χλόη εχάραττε τα στενώτατα όρια, εν οις πάντα περικλείονται τα ανθρώπινα. — Ένθεν κακείθεν άλλα διεσπαρμένα μνήματα και έν τινι γωνία προσηλωμένον επί γηραιάς ελαίας το σήμαντρον του κοιμητηρίου, πολλαχώς εκ της σκωρίας πεποικιλμένον και μη κινούμενον παρά διά μακρού σχοινίου έρποντος σπειροειδώς περί τον απηρχαιωμένον κορμόν.

Και ο Γιωργάκης, ο εύσωμος ναύτης, με τους κυανούς του οφθαλμούς, εν οις κατηυγάζετο, θαρρείς, το γλυκύ του Αιγαίου χρώμα, με ένα πρόσωπον στρογγύλον και πράον, στιλπνόν και άμωμον, ως η αθωότης, με μίαν χάριν άπλαστον και διαυγή, ως το νάμα του Ταξιάρχου μας, τρεις μήνας σχεδόν δεν απεμακρύνετο από το πενιχρόν κλινίδιον της μητρός του, ήτις γυρμένη, ως ήτο πάντοτε, του εφαίνετο σαν ζωγραφιά της Αγίας Φωτεινής της Σμύρνης, απαστράπτουσα αγάπην και στοργήν.

Εις τοιαύτην κατάστασιν ήτον το στρατόπεδον όταν έφθασεν εις τον Πειραιά και ο Κόχραν διωρισμένος από την Εθνικήν Συνέλευσιν Ναύαρχος. Έφερε δε μεθ' εαυτού διάφορα πολεμικά πλοία, εν οις και το δίκροτον η «Ελλάς». Ο Καραϊσκάκης συνωδευμένος από τους σημαντικωτέρους των αξιωματικών του στρατοπέδου επήγεν εις συνέντευξιν αυτού.

Δος τόξα μοι κερουλκά, δώρα Λοξίου, οις μ' είπ' Απόλλων εξαμύνεσθαι θεάς. ει μ' εκφοβοίεν μανιάσιν λυσσήμασιν... Ουκ εισακούετ'; ουχ οράθ' εκηβόλων τόξων πτερωτάς γλυφίδας εξορμωμένας; α α· Τι δήτα μέλλετ'; εξακρίζετ' αιθέρα πτεροίς· τα Φοίβου δ' αιτιάσθε θέσφατα. Έα· Τι χρήμ' αλύω, πνεύμ' ανείς εκ πλευμόνων; Ποι ποι ποθ' ηλάμεσθα δεμνίων άπο;

Το σώμα των εις Κλημάκι στρατοπεδευμένων εχθρών εσύγκειτο από χιλίους οκτακοσίους περίπου Τούρκους και Χριστιανούς, εν οις ήσαν και ο Ανδρέας Ίσκου, ο Σωτήρης Στράτος και ο υιός του γνωστού διά την τουρκολατρείαν Σαδήμα, εσκόπευε δε να διαβή από τα Σάλωνα και να υπάγη εις τον Κιουταχήν· αλλ' ο ερχομός των Ελληνικών στρατευμάτων εματαίωσε το σχέδιόν των.

Τωόντι, κ' εγώ με όλον τον πόνον και τα δάκρυά μου, είχα αναλογισθή εκείνην την στιγμήν την ακολουθίαν των νηπίων, και ακουσίως έλεγα μέσα μου τα τραγούδια του Θεού «των του κόσμου ηδονών, αναρπασθέν άγευστον...», και «ως καθαρόν, Δέσποτα, στρουθίον προς καλιάς επουρανίους έσωσας», και «του Αβραάμ εν κόλποις σε, εν τόποις ανέσεως, ένθα το ύδωρ εστί το ζων......Χριστός ο δι' ημάς νηπιάσας» και «οις αριθμοίς το πλάσμα σου νήπιον.....τα νυν προς σε».

Άλλοι πάλιν εκήρυττον, ότι ο Καίσαρ είχε τρελλαθή, ότι εκάλεσε τους πραιτωριανούς και τους θηριομάχους να κτυπήσουν τον λαόν και ότι επέκειτο η γενική σφαγή. Εδώ και εκεί ηκούοντο ψαλμοί αδόμενοι υπό ανδρών νέων, γερόντων, γυναικών και παιδίων· ύμνοι των οποίων η έννοια έμενε σκοτεινή και εν οις επανελαμβάνοντο πάντοτε αι λέξεις: «Ιδού έρχεται, ο κρίνων την γην, εν ημέρα οργής και θλίψεως».

Τα αισθητά όμως, τα οποία απαύστως ρέουσι και μεταβάλλονται, και γεννώνται και φθείρονται, είναι όντα σχετικά και εξηρτημένα, απλά φαινόμενα, εν οις εμφανίζονται αι ιδέαι. Η σχέσις αισθητού και ιδέας είναι σχέσις εικόνος και αρχετύπου, μιμήσεως και παραδείγματος. Το αισθητόν άρα δεν είναι όντως ον, ή άλλως, είναι μη ον, είναι τι γινόμενον.

Ο χαρακτήρ των γυναικών προς μόνον τον χαλκόν εκείνον της Κορίνθου δύναται να παραβληθή, όστις συνέκειτο εκ μυρίων ετερογενών μετάλλων, εν οις όμως υπήρχε και άδολος χρυσός.

Διό την αγαθήν εξελέξω μερίδα κοινολογών μοι, εμπιστευμένοις πατριώταις, τα εχεμυθίας δεόμενα. Οι Γαλαξειδιώται οις συνεχώς επιστέλλεις μοι, πεφροντισμένως ενεργούσι, και αφ' ων έγνων αδύνατον αντί παντός τιμίου ούδ' ελάχιστον λόγον έρκος οδόντων φυγείν· ου μόνον τα σα, αλλά και τα των εν Μωρέα αδελφών γράμματα κομίζουσί μοι.