United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λοιπόν είναι καλλίτερον διά την ευτυχίαν της πόλεως αυτό να επαναφέρωμεν και να διορθώσωμεν και όλας τας ασχολίας να τας τακτοποιήσωμεν κοινώς μεταξύ των ανδρών και των γυναικών.

Είναι λογικόν λοιπόν καθώς μεταξύ παιδίων και ανδρών υπάρχει διαφορά γνωμών ως προς τα τιμαλφή πράγματα, το ίδιον να υπάρχη και μεταξύ χυδαίων και ευπρεπών. Καθώς λοιπόν είπαμεν πολλάκις, και τίμια και ηδονικά είναι όσα φαίνονται ως τοιαύτα εις τον σπουδαίον.

Τας ψυχικάς λοιπόν δυνάμεις εξεγείρομεν κατ' αρχάς με την μουσικήν και την αριθμητικήν και διδάσκομεν τους νέους γράμματα να τα γράφουν και να τα απαγγέλλουν μεγαλοφώνως. Όταν δε προοδεύσουν, διδάσκομεν αυτούς γνώμας και πράξεις παλαιών και σοφών ανδρών και διηγήσεις ωφελίμους στιχουργημένας διά να τας απομνημονεύουν ευκολώτερον.

Διότι ανδρών μεν φρονίμων ίδιον είναι να ησυχάζουν εφ' όσον δεν αδικούνται· των δε ανδρείων, άμα αδικηθούν, να μεταπίπτουν εκ της ειρήνης εις τον πόλεμον, και εν καιρώ τω δέοντι να επανέρχωνται πάλιν εκ του πολέμου εις την ειρήνην· και ούτε διά την εν τω πολέμω ευτυχίαν να υπερηφανεύωνται, ούτε να αφήνουν ν' αδικώνται αρεσκόμενοι εις την ησυχίαν της ειρήνης.

Αλλ' οι Χάζαροι ήσαν υπέρ το ήμισυ του στρατού, διότι εκ των 70 χιλιάδων ανδρών, όσοι απετέλουν το στράτευμα του Ηρακλείου κατά την αρχήν της εκστρατείας εκείνης, 40 χιλιάδες ήσαν Χάζαροι.

Τότε ο Δαρείος απεκρίθη· «Ω γενναιότατε ανδρών, συ ήσο όστις με εδώρησας τον μανδύαν ότε δεν είχον ακόμη καμμίαν δύναμιν; Το δώρον ήτο μικρόν, αλλ' η ευγνωμοσύνη μου είναι η αυτή ως εάν σήμερον ελάμβανόν τι μέγα.

Αλλά και των ανδρών η συγκίνησις δεν ήτο μικροτέρα. H μέθη, ήτις προ ολίγων στιγμών εθορύβει, εφάνη ως να διελύθη διά μιας.

τον εύμορφον εμπήκαμε λιμένα, 'που από βράχους κλειέται υψηλούς ολόγυρατο 'να και 'ς τ' άλλο πλάγι, και άκραις ξεβγαίνουν πετακταίς αντίκρ' η μια της άλληςτην θάλασσα, κ' έχει στενό το στόμα του ο λιμένας. 90 εκεί μέσ' όλοι ωδήγησαν τα ισόπλευρα καράβια. και τούτα μέσα εδέθηκαν εις τον βαθύ λιμένα, σύνεγγυς όλα, ότι ποτέ δεν φούσκονε αυτού κύμα ούτε μεγάλο, ούτε μικρό, αλλ' άσπρη έχει γαλήνη• εγώ μόνος εκράτησα έξω το μαύρο πλοίο 95 αυτούτην άκρα, κ' έδεσατον βράχο το σχοινί του. και ανέβηκα κ' εστάθηκα εις κορυφήν πετρώδη, και ούτ' έργα εφαίνονταν βωδιών αυτού και ούτ' έργ' ανθρώπων. τον καπνό μόνον βλέπαμε, 'που από την γην επήδα. τότε συντρόφους έστειλα να υπάγουν και να μάθουν 100 ποιοι σιτοφάγοι άνθρωποιτην γην εκείνην ήσαν, δυο διαλεκτούς, και κήρυκα μ' αυτούς έσμιξα τρίτον. τον δρόμον ακολούθησαν εκείνοι, όπου τ' αμάξια τα ξύλ' άπ' τα υψηλά βουνάτην πόλιν καταιβάζαν, και άντεσαν νέαν, πώπαιρνε νερόν εμπρόςτην πόλι 105 του Αντιφάτη, βασιληά των Λαιστρυγόνων, κόρη. κατέβ' η νέατην λαμπρή πηγή, την Αρτακία, ότι απ' εκείνην έφερναν όλοι νερότην πόλι. την επλησίασαν αυτοί, της μίλησαν, κ' ερώταν ποιος είν' εκείνων βασιληάς, και ποιους εξουσιάζει. 110 και η κόρη ευθύς τους έδειξε το δώμα του πατρός της. εις το παλάτι ως έφθασαν την σύντροφόν του ευρήκαν, 'που ως κορφοβούν' ήτο υψηλή, και τους επήρε φρίκη. έκραξε από την σύνοδον τον άνδρα της εκείνη, τον Αντιφάτην, οπού ευθύς να τους χαλάση εσκέφθη. 115 άρπαξε αμέσως κ' έφαγεν τον έναν των συντρόφων• οι άλλοι δυο πετάχθηκαν καιτα καράβια φθάσαν. και αυτόςτην πόλι σήκωσε βοή, και οι Λαιστρυγόνες, ως άκουσαν, οι δυνατοί κείθε κ' εδώθ' ερχόνταν άπειροι, και δεν ώμοιαζαν ανδρών αλλά Γιγάντων. 120 και με πέτραις αβάστακταις των βράχων απ' ταις άκραις κτυπούσαν και άρχισε κακός εις τα καράβια κρότος, οι άνδρες ως φονεύονταν κ' εσπώνταν τα καράβια. και ως ψάρια τους καμάκιζαν και, άθλιο φαγί, τους παίρναν. και αυτούς ενώ ξολόθρευαν εις τον βαθύ λιμένα, 125 απ' το πλευρό μου έσυρα το ακονητό σπαθί μου κ' έκοψα τα πρυμόσχοινα του μαυροπλώρου πλοίου• και τους συντρόφους πρόσταξα να πέσουντα κουπία να φύγουμε απ' τον όλεθρο, κ' εκείνοι τρομασμένοι όλοι ενταυτώ με τα κουπιά την θάλασσαν ταράξαν. 130 κ' ευφρόσυνα εις το πέλαγος έφυγε από τους βράχους τους κρεμαστούς το πλοίο μου• τ' άλλ' όλ' αυτού χαθήκαν.

Σήμερον δεν προμαντεύουν οι αστρονόμοι γεννήσεις μεγάλων ανδρών, και πτώσεις βασιλέων, και πολέμους, όπως άλλοτε· αλλά καίτοι περιορισθέντες μόνον εις την πρόγνωσιν του καιρού, φαίνεται ότι δεν έχουν εις την επιστήμην των όσην πεποίθησιν είχεν ο παπάς εις τον χοίρον του.

Εκ του Οιολύκου τούτου εγεννήθη ο Αιγεύς, από του οποίου έλαβον το όνομα οι Αιγείδαι, φυλή μεγάλη εν Σπάρτη. Επειδή δε δεν έζων τα τέκνα της φυλής ταύτης, κατά χρησμόν τινα έκτισαν ναόν εις τας Ερινύας του Λαΐου και του Οιδίποδος, και έκτοτε έζων τα τέκνα. Το αυτό συνέβαινε και εις την Θήραν εις τους από των ανδρών τούτων γενομένους παίδας.