United States or Myanmar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και εις το καράβι ως έφθασα κάτωτο περιγιάλι, όλους ομού γλωσσόδερνα και χωριστά• και ο νους μας διόρθωσι δεν εύρισκεν• ήσαν νεκρά τα βώδια. τέρατα ευθύς οι αθάνατοι τους δείχναν• εσερνόνταν τα δέρματα, και εις τα σουβλιά τα κρέατ' εμουγκρίζαν, 395 ωμά, ψητά, και ωσάν βωδιών ακούετ' η φωνή τους.

Είχε θολώσει στα καλά πλειο. Οι αγέλες του χωριού συμμαζεύονταν από τους κάμπους στα κατώγια των σπιτιών ή στες καλύβες, κι' ακούονταν τα μουγκρητά των βωδιών. Τα σπιτιάρικα τα γίδια έμπαιναν στες πλατύχωρες αυλές, λαλώντας τα κυπριά τους «γλαν-γλαν», κάθε σπιτιού κοπή χωριστά, γνωρίζοντας το κατοικειό της.

Κι όλο το χρόνο, στους βωμούς που φλογοκοκκινίζουν, κάνει θυσίες από μεριά βωδιών καλοθρεμμένων κ' εκείνος κ' η γυναίκα του· ευγενικιά γυναίκα, που σαν αυτή τον άντρα της καμμιά δεν αγκαλιάζει, γιατί τον έχει κι αδερφό γιατί τον έχει κι άντρα· έτσι κι ο γάμος έγινε των δυο των αθανάτων που η Ρέα τους εγέννησε για βασιλείς του Ολύμπου· και στρώνει το κρεββάτι τους, του Δία και της Ήρας, παρθένα η Ίρις, πλένοντας τα χέρια της με μύρα.

«Άκου με, κόρη αδάμαστη του αιγιδοφόρου Δία• εάν ποτε ο πολύβουλοςτο σπίτι του Οδυσσέας μερία σου 'καψε παχειά βωδιών ή και προβάτων, τώρα να μου τα ενθυμηθής, και σώσε το παιδί μου, 765 και παύσε την αποκοτιά των πονηρών μνηστήρων».