United States or Canada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έστειλε και τον Περιστεράς Άγιον και το Σπύρο Γκούμα κ' έναν άνθρωπό του και του πήραν όλο το βιο κι αυτόν με τη φαμηλιά του τους έκλεισαν στα μπουτρούμια του Κάστρου. Κανένας δεν ήξερε την αιτία. &1832&. Όλο το Θερτή και τον αλωνάρη και τον Αύγουστο δεν έβρεξε στάλα. Γι' αυτό στέρφεψαν και τα πηγάδια των Γιαννίνων όλα κι ο κόσμος όλος πίνει από το νερό της λίμνης.

Το Σεπτέμβρη ανέβηκαν στο βουνό Γκονάρε. Ο καιρός ήταν πάλι κακός, με βίαιες καταιγίδες. Ρυάκια με θολά νερά χάραζαν τις πλαγιές, κάτω απλώνονταν τα παραμορφωμένα από τον άνεμο δάση, και όλο το βουνό σκιρτούσε από τις βροντές. Οι πιστοί όμως δεν το έβαζαν κάτω.

Ένα από τα πρώτα πρώτα έργα της Πουλχερίας, ίσως το πιο όμορφο, αγκαλά όχι δα και με τόση εθνική σημασία όση του δόθηκε, είταν ο γάμος του αδερφού της με καθάρια Ελληνίδα, την πρώτη που ανέβηκε στο Βυζαντινό το θρόνο . Δίχως μεγάλη εθνική σημασία είπαμε, επειδή κ' έτσι κι αλλιώς την έπαιρνε αγάλι αγάλι την εθνική χρωματιά μας κ' η πρωτεύουσα κι όλο το κράτος.

ΝΙΚΟΛΕΤΑ Τι βγαίνει απ' όλα αυτά; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Μου έρχεται να σκάσω όταν βλέπω αμόρφωτες γυναίκες. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θα έκανες καλύτερα να τους εξεκούμπιζες από δω όλους αυτούς τους κυρίους με τις μωρολογίες των. ΝΙΚΟΛΕΤΑ Και προ πάντων εκείνον τον κρεμανταλά το δάσκαλο του σπαθιού που μου γεμίζει σκόνη όλο το σπίτι.

Η κόψη του λάζου μου και οι γρόθοι μου ήταν φημισμένοι σ' όλο το βουνό, και μια μέρα εσήκωσα για στοίχημα μια γαϊδούρα γκαστρωμένη. Είχαμε και πολλούς συγγενείς εις τα χωριά, και το γέρο Σαλλούστρο, το μεγάλο ταμπάκη, που τον έσερνεν η γυναίκα του από την μύτη. Όλ' αυτά ημπορούσαν να χρησιμέψουν.

&Έτσι-ντο, τσι-ντο, τσι-ντο, Το βελεσάκι σου κοντό...& Εστεκόταν πάλι στον τόπο της. Έδινε μια, επηδούσε σύφωνα με του τραγουδιού το γύρισμα. Έριχτε όλο το κορμί της στα πόδια κάτω. Μια πάλι, αναπηδούσε απάνω. Εκροτάλιζε τα ζίλια. Εστριφογύριζε μια καρτέλα. Έπαιρνε πάλι στριφογυρίζοντας, με ψιλούτσικη, γαργαλιστική φωνή το γοργογύρισμα· &Κι αποπίσω σου μακραίνει, Να μην ήσαι γγαστρωμένη;..&

Να σηκώσω την κουρτίνα και να περάσω από πίσω! αυτό είναι όλο: Και γιατί να διστάζω και να φοβούμαι; Γιατί δεν ξέρει κανείς τι θα βρη από πίσω και γιατί δεν ξαναγυρίζει: Και ακόμη, επειδή είναι ιδιότης του πνεύματός μας, να υποθέτωμε το χάος και το σκότος εκεί που δεν γνωρίζομε τίποτε βέβαιο

Μην κάνεις έτσι Αννούλα μου, παιδί μου. Θα περάση, δεν είναι τίποτα. Είναι της φαντασίας σου. ΑΝΝΟΥΛΑ. Όχι! όχι, δεν είναι της φαντασίας μου. Να, άκου, άκου! Από κει είναι, από κει. Σηκώνεται ύστερα σιγά σιγά και προχωρεί φοβισμένη στο παράθυρο. Να, να! γλυστρά, αυτή η μαυρίλα, γλυστρά πάνου στο δρόμο, και μουγγρίζει, ακούτε πώς μουγγρίζει; — και προχωρεί προς τα εδώ, όλο προς τα εδώ.

«Άρχοντα Τριστάνε, φώναξε, μάθετε τι μεγάλο όρκο έκαμαν οι άνθρωποι της Κουρνουάλλης. Ο Βασιληάς έβαλε προκήρυξι σ' όλο τον τόπο. Όποιος σας πιάση θα πάρη εκατό χρυσά μάρκα κι' όλοι οι βαρώνοι ορκίστηκαν να σας παραδώσουν νεκρό ή ζωντανό. Μετανοήστε, Τριστάνε! Ο Θεός συγχωρεί τον αμαρτωλό όταν μετανοή.

Κι όλο το χρόνο, στους βωμούς που φλογοκοκκινίζουν, κάνει θυσίες από μεριά βωδιών καλοθρεμμένων κ' εκείνος κ' η γυναίκα του· ευγενικιά γυναίκα, που σαν αυτή τον άντρα της καμμιά δεν αγκαλιάζει, γιατί τον έχει κι αδερφό γιατί τον έχει κι άντρα· έτσι κι ο γάμος έγινε των δυο των αθανάτων που η Ρέα τους εγέννησε για βασιλείς του Ολύμπου· και στρώνει το κρεββάτι τους, του Δία και της Ήρας, παρθένα η Ίρις, πλένοντας τα χέρια της με μύρα.