United States or Niger ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Μαρτίνος γυρίζοντας προς τον Αγαθούλη με τη συνειθισμένη του ψυχραιμία: — Ε! λοιπόν του λέγει, κέρδισα όλο το στοίχημα! Ο Αγαθούλης έδωσε δυο χιλιάδες πιάστρα στην Πακέττα και χίλια στον αδερφό Γαρουφάλη. — Σας απαντώ, είπε, πως μ' αυτά τα χρήματα τους έκανα ευτυχείς. — Δεν το πιστεύω καθόλου, είπε ο Μαρτίνος· θα τους κάνετε μ' αυτά τα χρήματα πολύ πιο δυστυχείς.

Να σου πω όμως την αμαρτία μου. Κατά μέρος τις στάμπες, βάζω στοίχημα πως είσαι ξανά ερωτεμένος. Κατεργάρη! ΦΛΕΡΗΣΆφισέ με, καϋμένε γιατρέ. Η ευθυμία σου, αυτή η αιώνια ευθυμία σου, με πειράζει κάμποσες φορές. Πήγαινε να ιδής τους αρρώστους σου. Θέλω να μείνω μοναχός μου. ΜΙΣΤΡΑΣ — Ω! νεύρα, νεύρα! Ανάψαμε πάλι. Ανάψαμε . . . Έλα, πες μου σοβαρά. Βάζω στοίχημα πως νοσταλγείς τη Λέλα.

Καλή μέρα, Κανάτα! — Ανεφώνησεν η μικρά, ως με είδε, και έτεινε περιχαρής και ερασμία την δεξιάν προς εμέ, εκπεπληγμένον διά την παράδοξον προσφώνησιν. — Βάλλω στοίχημα πως δεν μ' ενθυμείσθε πλέον! εψέλλισεν έπειτα αμηχάνως η κόρη και απέσυρε την χείρα της εκ της ιδικής μου, μετανοούσα προφανώς διά την αδιάκριτον οικειότητα μεθ' ης την προσέφερεν.

Μια φορά έβαλε στοίχημα με κάποιον να κάμη τους μισούς Χριστιανούς να κλαίνε και τους άλλους μισούς να γελούν. Ο πειρασμός τον έσπρωξε να εμπαίξη τα θεία, χωρίς να το καταλάβη. Ανέβηκε λοιπόν απάνω στον άμβωνα, γυρίζει προς το Ιερό, κι' αρχίζει να λέη τα βάσανα που περιμένουν τους αμαρτωλούς στην άλλη ζωή. Έβγαλε και το μαντύλι του, όπως συνήθιζε, κι' άρχισε να σκουπίζη τα δάκρυά του.

Αλλά, εμ- πρός· έξι βαρβαρικά άλογα από το ένα μέρος, και από το άλλο έξι γαλλικά ξίφη με τα ευτρεπίσματά τους και τρία γενναιοτάτης εφευρέσεως εφοδιάσματα, τούτο είναι το γαλ- λικό στοίχημα απέναντι του δανικού. Διατί λοιπόν τα έβα- λαν, Κύριε;

Είμουνα εγώ το βασιλόπουλο που έπρεπε ν' ανοίξω τον πύργο που έκλεινε μέσα τη χαρά. Είμουνα εγώ το παλληκάρι που έμαθα να κάνω το καλό ως και στα μικρούλια τα μερμήγκια, και που προσμένω την πλερωμή τους μια μέρα, σα θα τα χρειαστώ για το τρανό στοίχημα της Πεντάμορφης του κόσμου.

Καθώς, λόγου χάριν, εις τας εκλογάς, σαν καλή ώρα, είπεν ο Λάμπρος ο Βατούλας, όπου βάζουν στοίχημα ότι θα βγη εκείνος τον οποίον θέλει ο καθένας. — Ίσαίσα! είπεν ο Μανώλης. Λοιπόν, δεν είνε καλό να βάλουν οι δυο τους, τώρα μπροστά μας, ένα στοίχημα; — Σαν τι στοίχημα; — Να στοιχηματίσετε, συ, κουμπάρε Γιάννη, ότι θα κερδίση το δικό μας κόμμα, και συ, Κωνσταντή, ότι θα κερδίση το άλλο κόμμα.

ΑΜΛΕΤΟΣ Με την καρδιά το στέργω, και ως αγών' αδελφών το στοίχημα θα παίξω. — Δώστε τα ξίφη. — Εμπρός. ΛΑΕΡΤΗΣ Εμπρός, δώστε μου ένα. ΑΜΛΕΤΟΣ Λαέρτη, ωσάν πετάλι θα σου χρησιμεύσω· προς την αμάθειάν μου τρομερά θ' αστράπτη η τέχνη σου, 'σάν άστροτο βαθύ σκοτάδι. ΛΑΕΡΤΗΣ Κύριε, με περιπαίζεις. ΑΜΛΕΤΟΣ Όχι, 'ς την τιμήν μου.

Θες; Έλα βάλε στοίχημα... τριπόδι εδώ ή λεβέτι... 485 κι' ας γίνει ο βασιλιάς κριτής σαν πιό 'ναι το ζεβγάρι που τρέχει πρώτο, και θα δεις σα σκάσεις το λεβέτιΕίπε, κι' εφτύς πετάχτηκε ο Αίας σκυλιασμένος, και ν' απαντήσει πήγαινε με θυμωμένα λόγια.

Είμουνα εγώ ο καβαλλάρης που έτρεχα στον αγκαθωτό τον κάμπο, χωρίς κανείς να μπορή να με φτάση για να κερδίσω το στοίχημα του βασιλιά. ΑΝΝΟΥΛΑ Αλήθεια; Και είσουνα εσύ που ανάστησες το μαρμαρωμένο βασιλόπουλο; ΣΤΑΥΡΟΣ Το μαρμαρωμένο βασιλόπουλο δεν αναστήθηκε ακόμα.