United States or Turks and Caicos Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΧΟΡΟΣ Αλλοίμονον, ας αρχίσωμεν να κλαίωμεν τον βασιλέα μας σύμφωνα με την συνήθειαν των νεκρών. ΠΗΛΕΥΣ Ω, εγώ θ' απαντώ εις τους θρήνους σας με τα δάκρυά μου. ΧΟΡΟΣ Κάμε υπομονήν• από τον θεόν είναι αυτή η συμφορά. ΠΗΛΕΥΣ Ω αγαπημένο μου παιδί, αφήνεις έρημον το σπίτι σου και εμένα τον γέροντα χωρίς παιδί. ΧΟΡΟΣ Ω γέρον, έπρεπε να είχες πεθάνη πριν από τα παιδιά σου.

Άνθρωπος είμαι, άνθρωπος, και σαν χαράζ ημέρα 'στόν κάθε παληοκαφφενέ 'ξαπλόνομαι ανάσκελα, κι' αυτός, που κατ' εικόνα του μ' ετίναξ' εδώ πέρα, ως δείγμα της προνοίας του μου στέλλει πάντα φάσκελα. Άνθρωπος είμαι, φύσεως πετώσης και πεζής, Ηράκλειτος φιλόσοφος και δημοσιογράφος, κι' όταν κανένας μ' ερωτά «σ' αρέσει, βρε, να ζηςτου απαντώ «τρομάρα μας αν έλειπε κι' ο τάφος».

Διότι τόρα, που έλαβαν τέλος αυτά, πρέπει και εγώ κατά την συμφωνίαν μας να απαλλαχθώ από το να απαντώ εις εσέ, αφού πλέον έλαβε τέλος η συζήτησίς μας διά τον λόγον του Πρωταγόρου. Θεαίτητος. Μη, σας παρακαλώ, καλέ Θεόδωρε, πριν τόρα πάλιν ο Σωκράτης και συ ερωτήσετε εκείνους, οι οποίοι λέγουν ότι το παν μένει ακίνητον, καθώς προ ολίγου είχατε σκοπόν. Θεόδωρος.

Μου απαντά διά του βλέμματος: — Σιώπα! άφησε πρώτον να χορτάση ο δίπους από το ξύλον το οποίον τρώγω εγώ, ο τετράπους, και κατόπιν σου εξηγώ το διατί. Και προσέθηκε θεωρών με υπόπτως: — Μολονότι δίπους είσαι και συ και δίκαιον έχω να σε φοβούμαι. Απαντώ στενάζων: — Ναι, δίπους είμαι και εγώ, αλλά τούτο ουδέν σημαίνει. Μη βλέπης την ομοιότητα των ποδών, αλλά την διαφοράν των κεφαλών.

Ο Μαρτίνος γυρίζοντας προς τον Αγαθούλη με τη συνειθισμένη του ψυχραιμία: — Ε! λοιπόν του λέγει, κέρδισα όλο το στοίχημα! Ο Αγαθούλης έδωσε δυο χιλιάδες πιάστρα στην Πακέττα και χίλια στον αδερφό Γαρουφάλη. — Σας απαντώ, είπε, πως μ' αυτά τα χρήματα τους έκανα ευτυχείς. — Δεν το πιστεύω καθόλου, είπε ο Μαρτίνος· θα τους κάνετε μ' αυτά τα χρήματα πολύ πιο δυστυχείς.

Απαντώ: — Υπάρχουσιν αλήθειαι τρομεραί, τας οποίας θα προετίμα κανείς να μη ήκουεν. — Όχι· πρέπει να πιστεύσης διά του ιδίου εαυτού σου. Και με σύρει διά του βλέμματος πλησίον κιβωτίου κεκλεισμένουΤι είνε εδώ;, ερωτώ. — Ο αιώνιος δεσμώτης, όστις, μόλις φαίνεται εις το φως του ηλίου, φυλακίζεται αμέσως.

Σωκράτης Και εάν επρόκειτο και περί του ποτού θα σου απαντούσα πάλιν κατά τον ίδιον τρόπον, ότι δηλαδή ποτόν δεν είναι τίποτε άλλο παρά το όνομα της υγράς τροφής του σώματος, είτε καλόν είναι αυτό, είτε κακόν· και δι' όλα τα άλλα πράγματα θα σου απαντούσα επίσης κατά τον ίδιον τρόπον. Προσπάθησε λοιπόν και συ να με μιμηθής και να μου απαντάς καθώς εγώ σου απαντώ.

Και αλλάξας αποτόμως θέμα, εχώθη εις ένα πολιτικόν λαβύρινθον αδιέξοδον, εις τον οποίον με παρέσυρεν ακουσίως μου και από τον οποίον είδα κ' έπαθα να γλυτώσω. Ήτον πολύ αργά όταν εχωρίσθημεν. Τον απαντώ και τώρα ενίοτε, δεν έχωμεν όμως τας πρώτας στενές σχέσεις.

Εγώ, άφες που το ήξευρα και πριν, μα μου το είπε κ' ένα όνειρο προχθές. Θέλετε ν' ακούσετε; — Βέβαια, θέλουμε· είπαν όλοι μονόγνωμοι. — Είμαστε περίεργοι· επρόσθεσε ο Θεομίσητος χαμογελώντας. — Ακούσατε λοιπόν: Ο Κουρδουκέφαλος έρχεται και μου λέγει: ή τον παρά ή το σπίτι. — Ούτε παρά ούτε σπίτι· τ' απαντώ εγώ αξιοπρεπώς. — Θα σε πολεμήσω! μου λέγει. — Πολέμα! του λέγω.

Τώρα κι ομπρός λοιπόν, του απαντώ, εγώ σωπαίνω και συ λαλείς. Κι αρχίζει ο φίλος. — Από τα Χανιά ξεκινήσαμε με μουλάρια, ο αγωγιάτηςένας ως εκεί απάνω — κ' εγώ. Είχαμε γράμματα για τον Πέτρο το Μελουδάκη, νομικό στην Αγιά Ειρήνη. Μήτε τουφέκι, μήτε μαχαίρι, μήτε ραβδί μαζί μας δεν πήραμε. Κάμποσοι Οθωμανοί στα ξώχωρα, κ' είχαν πιασμένες τις κοντορραχούλες, με τα τουφέκια στον ώμο.