United States or Tokelau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι αυτή είναι η ιδιότης του κακουργήματος να εκτείνη το κακόν και εις τους αθώους, καθώς της καλής πράξεως να εκτείνη πολλά των ευεργετημάτων της και εις τους αναξίους, πολλάκις χωρίς ο αίτιος μήτε να τιμωρήται μήτε να ανταμείβεται. Εις το Δράμα τούτο βλέπε τι θαύμα! Το Καθαρτήριον Πυρ στέλλει το Πνεύμα και ζητεί εκδίκησιν! αλλά ματαίως!

Βλαχογιάννης μας ανεκοίνωσεν έκδοσιν γενομένην εν Βουκουρεστίω πρώην μαθητής μου μού στέλλει εκ Κύπρου έκδοσιν γενομένην εν Λευκωσία , η δ' άρτι εκδοθείσα θαυμασία βιβλιογραφία του κ. Τιςοίδε πόσαι άλλαι τοιαύται εκδόσεις και αναδημοσιεύσεις εγένοντο! Ο εν τη ξένη θρίαμβος της «Παπίσσης» δεν υπήρξε μικρότερος.

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Η ακοή μου ανυπομονεί να τους αποσπάση εκείθεν. ΑΛΕΞΑΣ. Φίλε μου, μου είπεν: Ειπέ εις την βασίλισσαν ότι ο πιστός Ρωμαίος στέλλει εις την ισχυράν βασίλισσαν της Αιγύπτου, τον θησαυρόν ενός οστράκου, και ότι διά να επανορθώση το μικροπρεπές τούτο δώρον θα στολίση διά βασιλείων τον μεγαλοπρεπή αυτής θρόνον.

ΠΡΟΚΛΗΙΟΣ. Ο Καίσαρ στέλλει τας προσρήσεις του εις την βασίλισσαν της Αιγύπτου, και σου παραγγέλλει να σκεφθής περί των δικαίων απαιτήσεων τας οποίας προτίθεσαι να του ζητήσης. Πώς ονομάζεσαι; ΠΡΟΚΛΗΙΟΣ. Ονομάζομαι Προκλήιος. Ο Αντώνιος μου ωμίλησε περί σου, και μου είπε να εμπιστευθώ εις εσέ· αλλά δεν με μέλει πολύ αν απατηθώ, αφού η πίστις δεν μου χρησιμεύει πλέον.

Και για τη μάννα που τον γέννησε τον στέλλει το δίκιο της συγγένειας, παρά καθ’ άλλον, το κοντάρι το εχθρικό για ν’ αποκρούση. ΧΟΡΟΣ Να δώση ο θεός και να πετύχη ο αγωνιστής μου, που τον στέλλει το δίκιο πρόμαχο της πατρίδας° μα τρέμω να ιδώ αιματοφόρους θρήνους για φίλους σκοτωμένους. ΑΓΓΕΛΟΣ Σ’ αυτόν έτσ’ οι θεοί να δώσουν να νικήση.

Είδεν ο Θεός τον πόνον σου και σου στέλλει μικράν βοήθειαν, είπεν ο αγαθός ιερεύς. Ο γυιός σου, σου γράφει από την Αμερικήν. — Απ' την Αμέρικα ; ο Γιάννης! ο Γιάννης με θυμήθηκεν; ανέκραξε περιχαρής, ποιούσα το σημείον του Σταυρού η γραία. Και είτα προσέθηκε·Δόξα σοι ο θεός! Ο ιερεύς έβαλε τα γυαλιά του και εδοκίμασε ν' αναγνώση.

Ευθύς λοιπόν ο Δημοσθένης στέλλει μέρος του στρατού, διά να στήση εκ των προτέρων ενέδρας εις τας οδούς και καταλάβη τας οχυράς θέσεις. Μετά του επιλοίπου δε στρατού παρεσκευάζετο να σπεύση κατ' αυτών.

Μετά χαράς, είπεν ο ξενοδόχος, και υπήγε με το ποτήρι εις την γραίαν, η οποία ήτο στυλωμένη εις το κάρον. — Ο εγγονός σου μου είπε να σου φέρω νερόν, εφώναξεν ο ξενοδόχος. Η αποθαμένη γραία ούτε απεκρίθη, ούτε εκινήθη. — Δεν ακούεις; εφώναξεν ο ξενοδόχος με όλην του την δύναμιν. Ο εγγονός σου σού στέλλει το ποτήρι τούτο!

Άνθρωπος είμαι, άνθρωπος, και σαν χαράζ ημέρα 'στόν κάθε παληοκαφφενέ 'ξαπλόνομαι ανάσκελα, κι' αυτός, που κατ' εικόνα του μ' ετίναξ' εδώ πέρα, ως δείγμα της προνοίας του μου στέλλει πάντα φάσκελα. Άνθρωπος είμαι, φύσεως πετώσης και πεζής, Ηράκλειτος φιλόσοφος και δημοσιογράφος, κι' όταν κανένας μ' ερωτά «σ' αρέσει, βρε, να ζηςτου απαντώ «τρομάρα μας αν έλειπε κι' ο τάφος».

Το δε περισσότερον ανιαρόν είνε ότι και τον καιρόν της οδοιπορίας θα σου ορίση πάρα πολύν, έτη πολλά• δεν αριθμεί με ημέρας και μήνας, αλλά με ολοκλήρους Ολυμπιάδας, ούτως ώστε και μόνον να τον ακούη κανείς κουράζεται και απελπίζεται εκ των προτέρων και στέλλει εις τον κόρακα την επιδιωκομένην εκείνην ευτυχίαν.