United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διά τούτο δε και ημείς ου μόνον δεν εντράπημεν ουδ' εντρεπόμεθα, ου μόνον δεν ηγανακτήσαμεν ουδ' αγανακτούμεν δι' όσα μωρά και ανούσια κολακεύματα σιτίζουσιν ημάς οι από της Δύσεως νεοφώτιστοι ημών φίλοι, αλλά και κομπάζομεν επ' αυτοίς και βρενθυόμεθα, και απορούμεν πολλάκις, πώς δεν γράφονται περισσότερα και θερμότερα υπέρ του περιουσίου λαού του Κυρίου, και θηρεύομεν αίνους και λιβανωτόν πάση δυνάμει και διά παντός μέσου, και γράφομεν επαιτούντες, και οδοιπορούμεν οδοιπορίας μακράς εις αναζήτησιν συμπαθειών και φίλων, κ' ευτελιζόμεθα εκλιπαρούντες ευνοίας και θωπεύματα, και χαίρομεν χαράν ανεκλάλητον, οσάκις κατορθώσωμεν να αυξήσωμεν δι' ευγενούς τινος νεοσυλλέκτου το τάγμα των φιλελλήνων, και δημοσιευθή που της Ευρώπης νέον άρθρον εις ύμνον των απογόνων του Περικλέους και της περικαλλούς αυτών χώρας.

Καθ' όλον το διάστημα της οδοιπορίας του δεν μετέβαλε διόλου το ήθος του, αλλ' είχε πάντοτε την αυτήν γενναιότητα και ωμίλει ελευθέρως περί παντός είδους αντικειμένων, περί των οποίων εγίνετο λόγος. Αυτοί όμως μη νομίζοντες καλόν ν' αφήσωσι τας θέσεις των εις μόνους τους στρατιώτας και να υπάγωσιν όλοι, έκλεξαν και έστειλαν τον Χριστόδουλον Χατζή Πέτρου και τον Γαρδικιώτην Γρίβαν.

Ο Καραϊσκάκης επροσπάθησε να πείση τους Έλληνας να μείνωσιν εις Δομπραίναν διά να φυλάξωσι πολιορκημένους τους εχθρούς, αλλ' αυτοί, μη όντες εις κατάστασιν ν' αγρυπνήσωσι διά την εκ της μακράς οδοιπορίας κακοπάθειαν, δεν επείσθησαν, αλλ' αφ' ού ελαφυραγώγησαν το χωρίον, μετέβησαν την νύκτα εις Κακόσι.

Οι λοιποί στρατιώται μετέβησαν κατ' ευθείαν εις Δίστομον, όπου μετέβη την ερχομένην ημέραν και όλον το λοιπόν στρατόπεδον. Εις τούτο το χωρίον είχε σκοπόν ο Καραϊσκάκης ν' αναπαύση μερικάς ημέρας το στράτευμα από την κακοπάθειαν της οδοιπορίας, αλλά μόλις έφθασε και του παρουσιάζεται νέων αγώνων στάδιον.

Εισήλθον εις τον περίβολον του ναού και εξεφόρτωσαν το ονάριον. Αι γυναίκες ροδοκόκκινοι, εξαναμέναι εκ της οδοιπορίας, αεννάως κελαδούσαι και καγχάζουσαι, ετίναξαν τα ουδόλως κορνιακτισμένα κράσπεδά των, και εφόρεσαν επί του κοντού φουστανίου της οδοιπορίας τας μακράς και πολυπτύχους εσθήτας.

Φθάσας ο Βράγγης εις την πηγήν εκείνην, την μάρτυρα του παθήματός του, εύρεν ευτυχώς την ράβδον και την πήραν, όπου τας είχεν αφήσει, και επαρηγορήθη μικρόν τι, διότι δεν ευρέθη και άλλος τις απροσδόκητος αλήτης, όστις να κλέψη και τους δύο τούτους συντρόφους της οδοιπορίας του. Αλλ' ήτο τοσούτον απηυδηκώς ήδη ώστε δεν ηδύνατο να εξακολουθήση την πορείαν του.

Και αφ' ενός μεν οι Σκύθαι εζήτουν τους πολεμίους εις τα μέρη της χώρας όπου υπήρχον ακόμη βοσκαί και ύδωρ, εικάζοντες ότι ο Δαρείος διά τούτων των μερών θα έφευγεν· αφ' ετέρου δε οι Πέρσαι, παρατηρούντες τα ίχνη της προτέρας των οδοιπορίας, επέστρεφον διά της αυτής οδού ην είχον χαράξει προηγουμένως, και πάλιν μόλις κατώρθωσαν να φθάσωσιν εις την γέφυραν.

Νά, ο μπάρμπα Γιωργός ξεύρει. Ο μπάρμπα-Γιωργός θα μας πη την αλήθεια, που έρχεται από τον Άγι-Αντώνη. Ήξευραν αι γυναίκες, ήξευρεν όλον το χωρίον, ότι ο γέρων βοσκός εύρισκεν ύλην ζωής εις τα τοιαύτα τα οποία παρηκολούθει, υπομένων οδοιπορίας και νηστείας και αφίνων το εκ προβάτων ποίμνιόν του.

Ο παππάς, ασκέρι λέγων, εννοούσε προφανώς την οικογένειαν του Φραγκούλα· αλλά τάχα μόνον τα παιδία, τα δύο μεγαλείτερα εκ των τεσσάρων; — καθόσον τα άλλα δύο τα μικρά, δεν θα ηδύναντο να κουβαληθούν εις διάστημα τριών ωρών οδοιπορίας χωρίς την μητέρα των. Ο Φραγκούλης ηθέλησε να βεβαιωθή. — Θάρθη μαζί κ' η μάνα τους; — Βέβαια . . . πιστεύω, είπεν ο παππάς.

Ο ταλαίπωρος μοναχός, φορτώσας επί οναρίου την γυναίκα του και τέσσαρας μαύρους σαξωνικούς άρτους, ήρξατο της νέας οδοιπορίας, σύρων το ζώον εκ του χαλινού και μετά δακρύων ενθυμούμενος τας αναπαύσεις της πατρώας καλύβης.