Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025
Εβάδιζα ταχέως και απελάμβανα πλήρη την ηδονήν του ωραίου εκείνου εσπερινού περιπάτου, αι δε μελαγχολικαί εντυπώσεις μου, χωρίς ουδαμώς ν' αποσβεσθούν, έπαυον όμως να πιέζουν ως πρότερον την φαντασίαν μου. Ο Παντελής με παρηκολούθει σύρων το ζώον του.
Και ο μεν βίαιος ελογίζετο ως πάντοτε πιστός, ο δε αντιλέγων ως ύποπτος. Ο σύρων τους εχθρούς εις ενέδραν τινά ενομίζετο συνετός, επιτηδειότερος δε ο αποφεύγων αυτήν. Ο αποφεύγων με φρόνησιν τα μέτρα ταύτα υπεδεικνύετο ως προδότης και ως φοβούμενος τους αντιπάλους. Και μ' ένα λόγον επηνείτο ο προλαμβάνων τον μέλλοντα να κακοποιήση και ο παρορμών τον μη έχοντα κατά νουν τούτο.
Βλέπεις τα άχυρα εκείνα; σημαίνουν ότι γεννάται είς άνθρωπος. Βλέπεις και εκείνο το άστρον; σημαίνει ότι αναγεννάται είς θεός. Και ο Σκύλλος με απεχαιρέτισε. Κατόπιν κινεί την άλυσιν διά του λαιμού του μετά πείσματος και διευθύνεται προς την θύραν, σύρων όπισθεν τον άνθρωπόν του. Λέγει τότε το Φάσμα: — Ιδέ ο Σκύλλος!. . . Ιδέ ο Άνθρωπος!
Αλλ' ο Βινίκιος δεν έδωσε προσοχήν εις την απάντησιν του στρατιώτου. — Θέλω απλώς να ίδω την Ακτήν, είπε. Και διήλθεν. Αλλά και η Ακτή ευρίσκετο πλησίον του ασθενούς παιδίου, ο δε Βινίκιος ηναγκάσθη να αναμείνη. Η Ακτή ήλθε μόλις περί την μεσημβρίαν. Ο Βινίκιος την έδραξεν από την χείρα και σύρων αυτήν προς το κέντρον του θαλάμου ανέκραξεν: — Ακτή, πού είναι η Λίγεια;
ΣΑΜΨΩΝ Έξω τα σπαθιά, αν είσθε παλληκάρια! — Γρηγόρη, μη ξεχνάς την σπαθιάν οπού σ' έμαθα. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ, σύρων το ξίφος. Σταθήτε, ανόητοι! Κάτω τα σπαθιά! Δεν ηξεύρετε τι κάμνετε! ΤΥΒΑΛΤΗΣ, εφορμών με τα ξίφος εις την χείρα. Με τούτα τ' άκαρδα σκυλιά τι παίζεις το σπαθί σου; Γύρνα εδώ, Μπεμβόλιε, κι’ αντίκρυσε τον Χάρον.
Ως πάντες γνωρίζουσι τα βουνά της Σύρου είνε γυμνότερα του Αδάμ, το χόρτον είνε τελείως άγνωστον και η βλάστησις περιορίζεται εις ψωριώσας τινός το φθινόπωρον φασκομηλέας και ηλιοκαείς κατά το θέρος ακάνθας. Εις απόστασιν ολίγων βημάτων προηγείτο ημών κατάξηρος κ' εκείνος ψωραλέος όνος, σύρων επιπόνως βαρέλαν ύδατος, τοποθετημένην επί είδους διτρόχου χειραμάξης υπό την οδηγίαν γραίας χωρικής.
ΤΥΒΑΛΤΗΣ, σύρων το ξίφος. Εδώ είμαι εγώ, να σου δείξω εσένα. ΡΩΜΑΙΟΣ Μερκούτιέ μου, κρύψε το σπαθί σου. ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Έλα, Κύριε· να ιδώ την τέχνην σου. ΡΩΜΑΙΟΣ Ξεσπάθωσε, Μπεμβόλιε, και κτύπα τα σπαθιά των είν' εντροπή σας, άρχοντες· είν' εντροπή· σταθήτε· Τυβάλτη! ω Μερκούτιε! Επρόσταξεν ο Πρίγκηψ να παύσουν τα μαλώματα 'ς τους δρόμους της Βερώνας· Τυβάλτη, κάτω το σπαθί! Μερκούτιε καλέ μου!
Ο ταλαίπωρος μοναχός, φορτώσας επί οναρίου την γυναίκα του και τέσσαρας μαύρους σαξωνικούς άρτους, ήρξατο της νέας οδοιπορίας, σύρων το ζώον εκ του χαλινού και μετά δακρύων ενθυμούμενος τας αναπαύσεις της πατρώας καλύβης.
Πλην τέλος εφάνη εις την άμμον έξω ο οικονόμος ο πάτερ-Γαλακτίων, σύρων μετά κόπου ονάριον φορτωμένον. Ο Μανώλης ιδών αυτόν, πάραυτα με τα κουπιά επλησίασε προς την ακτήν, εις μέρος, όπου εσχηματίζετο φυσική διά σκοπέλων αποβάθρα, και εδιπλάρωσε την σκαμπαβίαν του με φόβον και με προσοχήν, να προφθάση πριν ξεσπάση ο άνεμος.
ΚΕΝΤ Τι τους επικαλείσαι εις μάτην τώρα τους θεούς; ΛΗΡ σύρων το ξίφος. Ω άπιστε προδότη! ΔΟΥΞ ΑΛΒΑΝΙΑΣ και ΚΟΥΡΝΟΥΑΛΛΗΣ Ησύχασε, αυθέντα μου! ΚΕΝΤ Φόνευσε τον ιατρόν σου να ιατρευθή το πάθος σου ! Πάρε τα δώρα 'πίσω, ή όσον 'βγαίνει μια φωνή από τον λάρυγγά μου θα κράζω: Έκαμες κακά! ΛΗΡ Προδότη, άκουσέ με!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν