United States or Kosovo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την φλόγα του πυρός θεωρεί επίσης ο λαός ως εξαγνίζουσαν και απομακρύνουσαν τα πονηρά πνεύματα άτινα δολίως πολιορκούσι τον άνθρωπον. Ούτω λ.χ. εντός του θαλάμου όπου κείται η λεχώ, αρτίως απαλλαχθείσα των ωδίνων του τοκετού, ουδείς εκ των έξωθεν του οίκου εισέρχεται νύχτωρ πριν ή διασκελίση ή ψαύση διά των δακτύλων την φλόγα.

Η διακόσμησις του νυμφικού εκείνου θαλάμου παραμένει εν πάση αυτής λεπτομερεία εις την μνήμην μου, και οσάκις την αναπολώ, μοι φαίνεται παράδοξον πώς οι γονείς της νέας απέβλεψαν εις μόνην την περιουσίαν μου και συνήνεσαν να εισέλθη η κόρη των ως νύμφη εις τοιούτον νυμφικόν θάλαμον.

Άμα εισήλθε, τεταραγμένη, έβαλε το μάνδαλον και τον σύρτην. — Μαρουσώ, είσ' επάνω; έκραξε με σιγανήν, αλλά συριστικήν φωνήν, ανερχομένη την σκάλαν. Μία γυνή κοντούλα, ροδοκόκκινη, εξήλθεν από την θύραν ενός θαλάμου, κ' επαρουσιάσθη μειδιώσα, αλλά και ανήσυχος το βλέμμα. — Πούαυτόν τον κόσμο, θεια Χαδούλα; ηρώτησε.

Αίφνης εν μέσω δύο γογγυσμών, έβαλλε μίαν φωνήν, κ' έκραζεν από της κλίνης προς την εκτός του ισογείου θαλάμου πηγαινοερχομένην και υπηρετούσαν παιδίσκην·Μη χύνης στην αυλή τα νερά· χίλιαις φοραίς σ' το είπα, στο νεροχύτη!

Δεν είναι καλά, το παιδί; Φωναί και σπαραγμός και κλαύματα ηκούσθησαν. Η μήτηρ εύρισκε το θυγάτριόν της νεκρόν εντός του λίκνου. Από τον θόρυβον, εξύπνησεν εις το διπλανόν χώρισμα ο Κωνσταντής, όστις είχε χορτάσει καλά τον ύπνον. — Τι είναι; έκραξε τρίβων τους οφθαλμούς. Εχασμήθη, ετανύσθη, ετινάχθη, κ' έτρεξεν εις την θύραν του θαλάμου.

Αλλ' ήτο καιρός να μεταφερθώσι τέλος επάνω εις την οικίαν τα πλήρη πινάκια, και οι καλεσμένοι εστρώθησαν εις μακροτάτην σειράν κατά μήκος και πλάτος του μεγάλου θαλάμου, και έφαγον και ευφράνθησαν εις τιμήν των νεονύμφων. Τότε αι διάφοροι φλάσκαι και φιάλαι ήρχισαν να κυκλοφορώσι κατά πολλάς διευθύνσεις ανά τας τάξεις των συμποσιαστών.

Εις τούτον τον νόμον λέγεται ότι προσετέθη και η ακόλουθος διάταξις· ο δανείζων ήτο κύριος του επιταφίου θαλάμου του λαμβάνοντος το δάνειον, εις εκείνον δε όστις ηρνείτο να πληρώση το χρέος επεβάλλετο η εξής τιμωρία· όταν απέθνησκε, δεν εσυγχωρείτο να ταφή μήτε εις τον πατρικόν τάφον μήτε εις κανένα άλλον· προς τούτοις δεν εσυγχωρείτο μήτε συγγενή του να θάψη.

Η προστριβή και ο κρότος του σιδηρού εργαλείου αντήχησε βραχνώς υπό τον λίθινον θόλον. Η θύρα ηνοίχθη μετά βαρέος τριγμού. Η Βεάτη προέβαλε γοργώς την κεφαλήν όπισθεν της Σιξτίνης και προσεπάθησε να ίδη τα εντός του ανοιχθέντος θαλάμου. Αλλ' όσον άπληστον και αν ήτο το βλέμμα της ουδέν προέλαβε να ίδη. Η αδελφή Σιξτίνα έκλεισεν αύθις την θύραν και σκότος βαθύ αποκατέστη.

Η Βεάτη ήθελε να βεβαιωθή μόνον, ότι η Σιξτίνα δεν ήτο εν επισκέψει παρά τη εγκλείστω. Είτα έκρουσε θαρραλέως την θύραν. Την φοράν ταύτην η Βεάτη υπήρξεν ευτυχεστέρα. Μετά την δευτέραν κρούσιν, στεναγμός ηκούσθη λίαν ευκρινώς. Η μοναχή εξέλαβε τούτο ως ευοίωνον σημείον και έκραξε·Κόρη μου! Είσαι μέσα; — Ποίος είνε; ηρώτησεν ασθενής φωνή ένδοθεν του θαλάμου. — Μία φίλη, απήντησεν η Βεάτη.

Ο βασιλεύς ακούοντας τους τοιούτους θρήνους, κινηθείς εις ευσπλαγχνίαν, επροχώρησε προς εκείνο το μέρος όπου ηκούετο η θρηνητική φωνή· και όταν επρόβαλεν εις την θύραν ενός μεγαλοπρεπούς θαλάμου είδεν έναν νέον επί θρόνου καθήμενον, ενδεδυμένον πολυτελώς, ευγενικόν εις την θεωρίαν, αλλ' είχε ζωγραφισμένην την λύπην εις το πρόσωπον με πολλήν σκυθρωπότητα.