Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Την ερχομένην ημέραν οι αυτοί καλεσμένοι εσυνάχθησαν εις το διωρισμένον συμπόσιον του Σεβάχ και αφού εξεφάντωσαν παρόμοια με τας προηγουμένας ημέρας τούς εδιηγήθη και την ιστορίαν του έκτου ταξειδιού του με τον ακόλουθον τρόπον. &Ιστορία, του έκτου ταξειδιού του Σεβάχ Θαλασσινού&
Το ίδιο εφώναξαν εις την γλώσσαν τους και όλα τα πουλιά, και βλέποντας ότι έκλαιεν η Μηλιά ενώ την αποχαιρετούσαν, της έδωκαν την υπόσχεσι να την βλέπουν συχνά. Οι γάμοι έγειναν την επομένην εβδομάδα με περισσή μεγαλοπρέπεια και πομπή. Εις αυτούς ήσαν καλεσμένοι και οι θετοί γονιοί της Μηλιάς, ο γέρος και η γρηά, που τους έκαμνε να φαίνωνται δέκα χρόνια νεώτεροι η χαρά.
Αυτούς τους λόγους έλεγαν εκείνοι ανάμεσόν τους• 620 και οι καλεσμένοι επήγαιναν 'ς του βασιληά το σπίτι• και άλλοι εφέρναν πρόβατα, άλλοι κρασιά γενναία• άρτον η εύμορφομάντηλαις γυναίκες τους εστέλναν, έτσι αυτού μες 'ς τα δώματα τον δείπνον ετοιμάζαν.
Ο Αριστόδημος ήθελε σώνει και καλά να βάλουν στην τραπεζαρία και το άγαλμα της Δόξας. Έτσι θα τόβλεπαν όλοι οι καλεσμένοι και θα τους καθόταν καρφί στα μάτια. — Ηθέλησαν να μας δείξουν τα πλούτη τους· να τους δείξουμε και ημείς τα ιδικά μας. — Μα τώρα θα μας μάθουνε! τούλεγε μαλακά ο Δημητράκης· τη Δόξα μας όλοι την ξέρουν. — Ας την ξεύρουν να την ιδούν πάλι· επίμενε ο Αριστόδημος.
Μίαν Κυριακήν, περί τα μέσα Νοεμβρίου, είχε τελεσθή ο γάμος. Όλη η γειτονιά και άλλοι καλεσμένοι είχον διασκεδάσει ολονυχτίς με άσματα και χορούς και με βιολιά και λαγούτα.
Όλην την ημέραν, και μέχρι βαθείας νυκτός, διήρκεσεν η ευθυμία, και ο χορός διακοπτόμενος επανελαμβάνετο πάλιν. Είτα οι καλεσμένοι, ολίγοι-ολίγοι, εσκορπίσθησαν. Τελευταίοι έμειναν ο κουμπάρος και οι στενώτεροι οικείοι, με τα βιολιά και τα λαγούτα. Πέραν του μεσονυκτίου, έφαγαν νέον δείπνον.
Η ντόνα Έστερ, με λυμένο το σάλι ν’ ανεμίζει λίγο επάνω στους ώμους της, βάζει σε τάξη την πομπή: πρώτα τα μικρά παιδιά με τα μεγάλα κεριά στα χέρια, έπειτα η νύφη με τη συγγένισσά της, έπειτα ο γαμπρός με τους συγγενείς του, στο τέλος οι λίγοι καλεσμένοι με το Μιλέζο τελευταίο που έμοιαζε να περιγελά σιωπηλά όλους. «Τώρα θα μ’ αφήσουν μόνο», σκέφτεται ο Έφις με κάποια πίκρα. «Μόνο.
— Πού να της βρούμε της λίρες· ο Στάθης μόνο συχνάτσες έφερε απ' το Βώλο . . . Κ' έπειτα, η κολλαΐνα, που έλεγεν η μητέρα, θα ταίριαζεν αν φορούσα νυφιάτικα ντόπια . . . Μ' αυτά που φόρεσα τώρα, δεν πάει . . . Την πρωίαν, καθώς ο Στάθης επέστρεψεν εις το σπίτι του, και όλοι οι καλεσμένοι επήγαν τέλος να κοιμηθούν, ο γέρων πατήρ ελθών, εφώναξε τον Στάθην, και του είπε·
Κυρία, ήλθαν οι καλεσμένοι, το δείπνον είναι έτοι- μον, εσένα σε προσμένουν, την θυγατέρα σου την ζη- τούν, την παραμάναν την βλασφημούν εις το μαγει- ρειόν, και κάθε τι είναι εις τον τόπον του. Πηγαίνω εις την δουλειάν μου. — Κοπιάσατε αμέσως, αν αγαπάτε. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Αμέσως. — Ιουλιέτα μου, ο Πάρης μας προσμένει.
Έλα, χρυσό μου έλα!..» Κ' εκείνο το άπραγο, λέγεις εμαγνητιζόταν στην όψι της άρχισε να τριζοβολή έτοιμο ν' αφίση την κλίνη του. Ολόγυρα οι καλεσμένοι, ο καπετάν Μαλάμος φρεσκοξουρισμένος, γελαστός, με την τσοχίνη βράκα και το πλατύ ζωνάρι· δίπλα του η καπετάνισα ντυμένη στα μεταξωτά άστραφταν και οι δυο τους σαν να έκαναν πάλι τους γάμους τους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν