Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025
Αν είνε αλλοιώς, συμπάθα με. Τον είχα πάρει, που λες, με το μπρίκι μου. Πήγαμε να φορτώσωμε πυρήνα στο Βώλο. Καλός γεμιτζής ο Αγγελής και γερό παλληκάρι Σε κείνο το ταξίδι ωστόσο έγινε άλλος άνθρωπος. Η δουλειά του δουλειά, δε σου λέω! Μα ούτε να φάη, ούτε να πιή, ούτε να κοιμηθή μαθές. Ζαρωμένος στην πλώρη, κοντά στο τσιμπούκι, αγνάντευε το πέλαγο σα χαζός.
Μία κορασίς ιδίως, ανυπόδητος, ως ήσαν και οι περισσότεροι αρσενικοί, και μαύρη εκ φύσεως και από το ηλιόκαυμα, δεν έπαυεν, αλλά χοροπηδώσα ως τρελλή, επανελάμβανεν: Έβγα μύγια απού το βώλο κέμπα στου βουγιού τον κώλο ... Κού-κου! κού-κου! κού-κου! — Κατερινιά! εφώναζεν ο βουκόλος και ώρμα εναντίον της.
Πότε πότε έσκυβε λίγο, έβλεπε τα πόδια της, μεγάλα και ωχρά, να κινούνται μες στο νερό, έβγαζε πότε το ένα και πότε το άλλο και ξεκολλούσε πάνω από το βρεγμένο πόδι ένα μαύρο, γυαλιστερό βώλο που είχε κολλήσει εκεί και τον έβαζε μέσα στην μποτίλια σπρώχνοντάς τον με ένα βούρλο. Ο βώλος ξεδιπλωνόταν, στένευε, έπαιρνε τη μορφή μαύρου δαχτυλιδιού: ήταν μια βδέλλα.
— Ναι, βέβαια, τι μας μέλλει; είπε κι ο Δημητράκης γελώντας. Ό,τι χάλασε-χάλασε. Το μέλλον είνε για μας και μεις για κείνο· δεν είν' έτσι Ελπίδα; Την κύτταξε στα μάτια τρυφερά με απεριόριστη αφοσίωση. Άξαφνα της άρπαξε και τα δυο χέρια, τάσφιξε στη χούφτα του σα νάσφιγγε βώλο χρυσάφι. — Να σου ειπώ κατιτί, Ελπίδα; τη ρώτησε κοντοζυγώνοντας.
— Πού να της βρούμε της λίρες· ο Στάθης μόνο συχνάτσες έφερε απ' το Βώλο . . . Κ' έπειτα, η κολλαΐνα, που έλεγεν η μητέρα, θα ταίριαζεν αν φορούσα νυφιάτικα ντόπια . . . Μ' αυτά που φόρεσα τώρα, δεν πάει . . . Την πρωίαν, καθώς ο Στάθης επέστρεψεν εις το σπίτι του, και όλοι οι καλεσμένοι επήγαν τέλος να κοιμηθούν, ο γέρων πατήρ ελθών, εφώναξε τον Στάθην, και του είπε·
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν