Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Όταν επέστρεψεν εις το χωρίον, έστειλε πάλιν το παιδί να δανεισθή το κοιλόν του μεγάλου Κλώσου. — Τι σημαίνει τούτο; είπεν ο μεγάλος Κλώσος. Μήπως δεν τον εσκότωσα; Ας υπάγω μόνος μου να ίδω τι τρέχει. Και υπήγεν ο ίδιος με το κοιλόν του. — Πού τα ηύρες πάλιν αυτά τα χρήματα, ηρώτησε. — Δεν εσκότωσες εμένα, αλλά την νόναν μου, του απεκρίθη ο μικρός Κλώσος.

Τι έχεις τέλος; Είσαι λοιπόν χριστιανός; — Όχι ακόμη, φευ! Όχι δεν είμαι άξιος ακόμη. Ο Πετρώνιος επέστρεψεν εις την οικίαν του, υψών τους ώμους και λίαν δύσθυμος, συλλογιζόμενος τα του Βινικίου. Ο πεπειραμένος αυτός σκεπτικιστής είδεν ότι είχε χάση την κλείδα της ψυχής εκείνης του ανεψιού του.

Δικαιολογών δ' ενδομύχως την ατολμίαν του προσεπάθει διά της βίας να πείση εαυτόν, ότι πας φόβος ήτο μάταιος, και αδίκως είχε βασανισθή. Ότε επέστρεψεν εκ της δευτέρας εκδρομής ο Πρωτόγυφτος είχε μεταβεβλημένον το ήθος. Είδος τι υπερηφανείας αήθους έλαμπεν εις την όψιν του, και παρείχεν έκφρασιν εις τους τραχείς αυτού χαρακτήρας. Η ταλαίπωρος Γύφτισσα δεν ετόλμησε να τω απευθύνη ερώτησίν τινα.

Αναγκασθείς υπό των Αθηναίων να φύγη εκ του εκπολιορκηθέντος Βυζαντίου εις μεν την Σπάρτην δεν επέστρεψεν, εγκατασταθείς δε εις τας εν Τρωάδι Κολωνάς κατηγγέλθη εις τους Λακεδαιμονίους ως συνεννοούμενος μετά των βαρβάρων, και ότι όχι επ' αγαθώ παρέτεινε την εκεί διαμονήν του.

Όταν δε επαρουσιάσθησαν ενώπιόν του τους ηρώτησε διατί ότε προηγουμένως ήτο εις την Μέμφιν οι Αιγύπτιοι δεν έπραξαν τοιούτο τι, αλλ' εξελέξαντο την στιγμήν καθ' ην επέστρεψεν αφού απώλεσε το πλείστον μέρος του στρατού του. Εκείνοι δε τω είπον ότι εφάνη εις αυτούς ο θεός εκείνος όστις σπανίως συνειθίζει να εμφανίζεται, και ότι, όταν εμφανίζεται, όλοι οι Αιγύπτιοι χαίροντες τελούσιν εορτήν.

O Άρπαγος λοιπόν, ως ήκουσε ταύτα, προσεκύνησε και επέστρεψεν εις την οικίαν του μακαρίζων εαυτόν εν τω βάθει της καρδίας του ότι το σφάλμα του εστράφη εις καλόν και ότι επί χρησταίς ελπίδες τον προσεκάλουν να δειπνήση. Συγχρόνως δε διηγήθη όλος περιχαρής τα συμβάντα της ημέρας εις την γυναίκα του.

Πρωί, μόλις είχε ξυπνήσει ο παππούς, η Φωτεινή επέστρεψεν από την πόλιν. — Σήκω, παππού, του εφώναξεν, έφερα τα υποδήματα! Ο παππούς δεν ήξευρε τι πρώτα να θαυμάση, τα ωραία και στερεά υποδήματα ή το πρόσωπον της εγγονής του, το οποίον έλαμπεν όλον από χαράν.

Και μου ωμολόγησε τους όρους υπό τους οποίους μας ανέλαβεν εις το πλοίον του και τας παραγγελίας του Αλεξάνδρου. Αφού δε μας απεβίβασεν εις τους Αιγιαλούς, τους οποίους και ο καλός Όμηρος αναφέρει, επέστρεψεν.

Αφού όμως διήνυσε θάλασσαν πολλήν εις πολλούς μήνας και είδεν ότι υπελείπετο το περισσότερον μέρος του πλου, επέστρεψεν οπίσω και έπλευσεν εις την Αίγυπτον.

Την δε πρωίαν ηυτήχησε να διηγηθή την οπτασίαν του εις τον πρώτον χοιροβοσκόν, ον συνήντησε παρά την ακρώρειαν. Ούτος δε καταλιπών τους χοίρους του εις τον ευλαβή ασκητήν, όπως ποιμάνη προσκαίρως αυτούς, επέστρεψεν εις το χωρίον και διηγήθη το πράγμα εις δύο τρεις άλλους.

Λέξη Της Ημέρας

ισχνά

Άλλοι Ψάχνουν