United States or New Caledonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Ουφ! Έξοδα πάλι. Δεν μου χρειάζονται νταντέλες. Ο λ γ ί ν α. Μαμά μου, για το καινούργιο σου το φόρεμα. Ξέρεις, την αφίνει μια λίρα. Γ ι ω ρ γ ά κ η ς. Και τα παιδιά λένε πώς αξίζει πέντε Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Έτσι δα να φαίνεσαι ωραίος! Να σε θαυμάση και σήμερα η κ. Βιλή! Γ ι ω ρ γ ά κ η ς. Μήπως την έχει κλεμμένη; Κα Μ ε μ ι δ ώ φ.

Τώρα έγινε ο Σβεν σωστό αγόρι, είπε ο μπαμπάς. Και με το πιστοποιητικό αυτό του αρρενωπού του έτρεξε ο Σβεν να τονέ δούνε τα μεγάλα αδέρφια και να τον τονέ θαυμάση η Μάρθα. Το καλοκαίρι, που άρχισε σε μια τόσο γελαστή τοποθεσία, έπρεπε να συνεχιστή στα δυτικά ακρογιάλια κι ο λόγος είτανε πως με τραβούσε κει μια επιθυμία δυνατότερη παρότι μπορώ να την περιγράψω.

Ο έπαινος είνε κάτι τι ελεύθερον και δεν υπάρχει νομοθετημένον μέτρον, το οποίον να κανονίζη το μέγεθος ή την έκτασίν του, αλλ' ο σκοπός του είνε κυρίως να θαυμάση όσον το δυνατόν περισσότερον και να καταστήση ζηλευτόν τον επαινούμενον. Την δικαιολογίαν ταύτην ηδυνάμην να προβάλω, αλλά δεν θα το πράξω εκ φόβου μήπως αποδοθή τούτο εις αμηχανίαν.

Πρωί, μόλις είχε ξυπνήσει ο παππούς, η Φωτεινή επέστρεψεν από την πόλιν. — Σήκω, παππού, του εφώναξεν, έφερα τα υποδήματα! Ο παππούς δεν ήξευρε τι πρώτα να θαυμάση, τα ωραία και στερεά υποδήματα ή το πρόσωπον της εγγονής του, το οποίον έλαμπεν όλον από χαράν.

Ο μπάρμπ’-Αλέξης ύψωσε την σημαίαν, εμετρίασε τον δρόμον και απέδωκε τας τιμάς. Ο κελευστής της βασιλικής ημιαλίας, όστις εγνώριζε τον μπάρμπ’- Άλέξην από πολλών ετών, δεν ηδυνήθη να μη θαυμάση την ευχέρειαν και την ραστώνην μεθ' ης έπλεε. — Μπράβο, καπετάν-Αλέξη, τω έκραξεν, είσαι πολύ σβέλτος. — Αλήθεια, απήντησεν ο μπάρμπ’-Αλέξης . . . και μάλιστα ο σύντροφός μου.

Απορεί δε τι περισσότερον να θαυμάση τις, την αφοβίαν του εις τας τρικυμίας ή τα τεχνάσματα δι' ων εξηπάτα τα πλοία του αποκλεισμού. Γνωρίζων την νωθρότητα και την μικράν αντοχήν των Τούρκων εις την θάλασσαν, εξέλεγε τας τρικυμιώδεις και σκοτεινάς νύκτας, διά να προσεγγίζη εις τας κρητικάς ακτάς, πάντοτε ασφαλώς εισδύων εις τους μικρούς της νήσου όρμους, χάρις εις τον Κρήτα πλοηγόν του Τζαρδήν.

Ο ποιητής αφού πρόκειται να περιγράψη ή εξυμνήση τον αγροτικόν βίον δέον να είνε εις θέσιν να θαυμάση τα βουνά, τας κοιλάδας, τους ποταμούς, τους δρυμούς, τα νερά τα ηχηρώς κατερχόμενα εις τας χαράδρας, τους σπειρομένους αγρούς, τα τραγούδια του λαού, τον βίον, τα ήθη και έθιμα του Ελληνικού λαού διότι εάν δεν δύναται να εννοήση ταύτα, εάν δεν δύναται να τα αισθανθή, να συγκινηθή εξ αυτών, αδυνατεί και να τα περιγράψη.

Ανδράρια τα οποία ορθούνται επί των τακουνιών των διά να περάσουν ως γίγαντες, ληστάς οι οποίοι περιφέρονται εις τας πόλεις με το προσωπείον εντίμων υποκειμένων. Και επειδή ο άνθρωπος έχει έμφυτον την ανάγκην του θαυμασμού, ο μικρός κόσμος δεν ευρίσκει τίποτε άλλο να θαυμάση, παρά μόνον τους εξέχοντας εις το κακόν, τους μεγάλους ληστάς.

Προσέτι δύναταί τις να θαυμάση εις την οροφήν το ωραίον μετά του απερίττου, το ανεπίλυπτον του διακόσμου και την συμμετρίαν και ευπρέπειαν των χρυσωμάτων, και ότι η χρήσις του χρυσού έγινε κατά τρόπον ώστε να μη υποπτεύη τις φειδώ, αλλά να διακρίνη φιλόκαλον λιτότητα, όπως εις γυναίκα σεμνήν και ωραίαν αρκεί διά ν' αναδείξη το κάλλος της ή λεπτόν περιδέραιον περί τον τράχηλον ή εις τον δάκτυλον δακτύλιος καλλιτεχνικός, ή ενώτια, ή πόρπη ή ταινία συγκρατούσα την κόμην και τοσούτον προσθέτουσα εις το κάλλος όσον εις το ένδυμα η πορφύρα.

Εγνώρισε νεανίας την αθηναϊκήν πρωτεύουσαν, ελληνικήν έτι μικρόπολιν, και επανέρχεται να ίδη και θαυμάση την μακρόθεν φημισθείσαν εις τα ώτα του ευρωπαϊκήν μεγαλόπολιν. Εγνώρισε, φοιτών εις το πανεπιστήμιον προ ετών πολλών, τας στενάς ατραπούς, ας διέβαινε πρωινός τον χειμώνα, σπεύδων να καταλάβη θέσιν εις τον Παπαρρηγόπουλον.