United States or Cabo Verde ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σωκράτης Λοιπόν και οι δειλοί και οι τρομεροί και οι μανιακοί απεναντίας δεν φοβούνται αισχρούς φόβους και δεν έχουν αισχράς αφοβίας; Σωκράτης Έχουν δε αφοβίαν εις τα αισχρά και κακά διά καμμίαν άλλην αιτίαν ή ένεκα αγνοίας και αμαθείας; Πρωταγόρας Έτσι είναι, είπε. Σωκράτης Τι λοιπόν φρονείς; Τούτο, ένεκα του οποίου οι δειλοί είναι δειλοί, το ονομάζεις δειλίαν ή ανδρείαν;

Άραγε και αντίθετον είναι τούτο προς αυτό πού λέγομεν τώρα; Δηλαδή δεν κάμνει άραγε εκείνον που πίνει αυτό πρώτον μεν περισσότερον ιλαρόν από ό,τι ήτο προηγουμένως ο ίδιος και όσον περισσότερον δοκιμάζει από αυτό, τόσον περισσοτέρας ελπίδας δεν αποκτά και πεποίθησιν εις την δύναμίν του; Εις το τέλος μάλιστα δεν φορτώνεται ο τοιούτος απόλυτον παρουσιαστικότητα και ελευθερίαν ως να είναι σοφός, και απόλυτον αφοβίαν, ώστε και να ειπή οτιδήποτε χωρίς δισταγμόν, και ομοίως να διατάξη;

Η θεια Μυγδαλίτσα όμως δεν έπαθε τίποτε, η πτωχή, θέλεις η άπειρος ευλάβεια, ην είχεν, εκτελούσα την αγαθήν ταύτην υπηρεσίαν, θέλεις η άλλη ιδέα, ην θερμήν εφύλαττεν εις τα βάθη του στήθους της περί του αναμενομένου «καπετάνιου της», παρείχον αύτη τόσην θέρμην και αφοβίαν ψυχικήν, ώστε αντέστη καθ' όλην την σκοτεινήν εκείνην της οδού διάβασιν, έως ου, αναβάσα εις τα υψώματα, διέκρινεν απ' εκεί τας ερυθρωπάς φλόγας της πυράς των ποιμένων, ήτις έφεγγε φαεινώς εις όλον του φρουρίου τον απότομον βράχον.

Εισήλθον εις τον περίβολον διά να ίδη η χήρα τον τάφον, και δείξη τούτον, ως αξιοπερίεργόν τι, εις την μικράν Ανεψιάν της. — Να, Αφέντρα μου, κύτταξε πού θα με βάλουν! Η κόρη εκύτταξε με άκακον περιέργειαν και αφοβίαν. — Τι ώμορφο ταφάκι, που θάχης, θεια, είπε· μικρούτσικο . . . — Μου πήραν μέτρο, είπεν η γραία, μα δεν ξέρω, αν θα μούρχεται ίσα-ίσα.

Παρετήρησεν ο Μανώλης, ίνα ενθαρρύνη τον κιτρινίσαντα εκ του φόβου πάτερ- Γαλακτίωνα, — Του οποίου, βλουημένε, τσινάει καμμιά φορά, το ζωντόβολο, απήντησεν ο πάτερ-Γαλακτίων, προσποιούμενος αφοβίαν. Κ' εξηκολούθησε. — Τώρα, του οποίου, κάνει τα καλά του· του οποίου, βλουημένε, σαν τσινίση, τότε να ιδής. Του οποίου, πετάει τα μαδέρια της «Γαλανομμάτας» πέρα-πέρα ως να πης τρία, του οποίου . . .

Αλλά διά την αφοβίαν και διά το υπερβολικόν και παράκαιρον θάρρος, τα οποία δεν χρειάζονται, άραγε υπάρχει ποτόν, ή πώς άλλως το εννοούμεν; Βεβαίως υπάρχει, θα ειπή, εννοών τον οίνον.

Ώστε, καθώς είπαμεν, χάριν του καλού ο ανδρείος υπομένει και πράττει συμφώνως με την ανδρείαν — ,από δε τους υπερβολικούς όστις μεν είναι υπερβολικός κατά την αφοβίαν δεν έχει όνομαείπαμεν δε ότι πολλά πράγματα δεν έχουν όνομαίσως όμως ημπορεί κάπως να θεωρηθή ως μανιακός ή ανάλγητος, εάν δεν φοβήται τίποτε, ούτε σεισμόν ούτε κύματα, καθώς λέγουν διά τους Κελτούς.

Ο μακρός αγών, κατά τον οποίον κατώρθωσε να καθυποδουλώση τελεσφόρως εαυτόν και να παρασυρθή υπό μιας μοναδικής, της σκέψεως του Θεού, ο αγών όστις του ενέπνευσε την αφοβίαν προ του κινδύνου και την ταπεινοφροσύνην εν τω μέσω του θριάμβου, — είχεν αφήσει τα ίχνη του εις τον αυστηρόν χαρακτήρα και εις την όψιν και εις την διδασκαλίαν του ανδρός.

Όταν κατετάχθην εις τους Ζουάβους, επροσπάθησα να φέρωμαι προς όλους ευγενώς και περιποιητικώς, περιμένων περίστασιν να δείξω και την αφοβίαν μου εις τους Βεδουίνους. Η ευκαιρία όμως αύτη εβράδυνε να παρουσιασθή, η δε υπερβολική των τρόπων μου ευγένεια παρεξηγήθη από μερικούς συντρόφους μου, υποπτεύσαντας ότι είχε κάποιαν συγγένειαν με την δειλίαν.

&Διάκρισις της ανδρείας από την αφοβίαν και παρρησιαστικότητα.& — Είπαμεν λοιπόν από κοινού περί των αρετών και διά το γένος των εν γένει, ότι δηλαδή είναι μεσότητες και ότι είναι συνήθειαι, και ότι εκείνα από τα οποία παράγονται τα εκτελούν αι ίδιαι, και ότι είναι εις την εξουσίαν μας και εκούσιαι και καθώς το διατάσσει ο ορθός λόγος.