Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Τωόντι κλέπται τινές είχον επινοήσει να αρπάσωσι τα αναρίθμητα πλούτη τα οποία ο βασιλεύς Σαρδανάπαλος εφύλαττεν εις υπόγειον θησαυροφυλάκιον. Αρχίσαντες λοιπόν από την οικίαν των, έσκαπτον μέχρι της βασιλικής κατοικίας, άμα δε ενύκτονε, μετέφερον το εξαγόμενον χώμα και το έρριπτον εις τον ποταμόν Τίγριν όστις τρέχει πλησίον της Νίνου, μέχρις ου εξετέλεσαν τον σκοπόν των.

Την επαύριον εσπέραν ο κυρ Δημήτρης, δειπνήσας συντομώτερον και του συνήθους, έπλυνε πρώτον τας χείρας αυτού και το πρόσωπον, υπεδύθη κατόπιν έν ζεύγος καινουργών δήθεν σανδαλιών, άτινα από πέντε ήδη ετών εφύλαττεν η Μαριώ εντός παλαιού ερμαρίου διά τας δ ε σ π ο τ ι κ ά ς ε ο ρ τ ά ς, εφόρεσε το καλόν του φέσιον, και ευτρεπίσας όσον κάλλιον ηδύνατο την λοιπήν αυτού αναβολήν, ητοιμάσθη να εξέλθη, λέγων·

Εις το τέλος των δύο τούτων ημερών είπε προς τους μαθητάς Του: «Άγωμεν εις την Ιουδαίαν και πάλιν». Οι μαθηταί υπέμνησαν Αυτώ, πως τελευταίον οι Ιουδαίοι εκεί είχον ζητήσει να τον λιθοβολήσωσι, και τον ηρώτησαν πώς θα ερριψοκινδύνευε να υπάγη πάλιν εκεί· αλλ' Αυτός απήντησεν ότι κατά τας δώδεκα ώρας της ημερησίας εργασίας Του ηδύνατο να περιπατή εν ασφαλεία, διότι το φως του έργου Του, το οποίον ήτο το θέλημα του Ουρανίου Πατρός Του, θα τον εφύλαττεν από παντός κινδύνου.

Και αφού επέρασεν ένας χρόνος, που αυτή εζούσεν εις καθημερινήν θλίψιν και ακατάπαυστα δάκρυα, μου εζήτησεν άδειαν διά να οικοδομήση τον τάφον της, και να κλεισθή εκεί το επίλοιπον της ζωής της· εγώ της έδωσα την άδειαν, και αυτή ευθύς διώρισε και της οικοδόμησαν ένα μεγαλοπρεπές παλάτι με ένα μόνον θόλον, και το ωνόμασε το παλάτι των δακρύων· και ευθύς που ετελείωσεν έφερε μέσα τον αγαπητικόν της, τον οποίον εφύλαττεν ακόμη ζωντανόν με κάποια πιοτά μαγικά, αλλά με όλας της τας μαγείας δεν ηδυνήθη να τον θεραπεύση τελείως.

Να ήτο άρωμα να την ροφήση διά μιας; Να ήτο γάλα να την καταπιή; Να ήτο γαλανόν ιμάτιον να την φορέση; Να ήτο μητέρα του να κοιμηθή κοντά της; Πολλαίς φοραίς, την νύκτα με την σελήνην δραπετεύων από τον οικίσκον του, ανήρχετο εις την υψηλήν του Κάστρου κορυφήν όπου εφύλαττεν η βάρδεια, εις το Κανόνι, και δεν εχόρταινε να θεωρή το πέλαγος, απλούμενον γύρω του ως χρυσογάλανον καθρέπτην.

Η θεια Μυγδαλίτσα όμως δεν έπαθε τίποτε, η πτωχή, θέλεις η άπειρος ευλάβεια, ην είχεν, εκτελούσα την αγαθήν ταύτην υπηρεσίαν, θέλεις η άλλη ιδέα, ην θερμήν εφύλαττεν εις τα βάθη του στήθους της περί του αναμενομένου «καπετάνιου της», παρείχον αύτη τόσην θέρμην και αφοβίαν ψυχικήν, ώστε αντέστη καθ' όλην την σκοτεινήν εκείνην της οδού διάβασιν, έως ου, αναβάσα εις τα υψώματα, διέκρινεν απ' εκεί τας ερυθρωπάς φλόγας της πυράς των ποιμένων, ήτις έφεγγε φαεινώς εις όλον του φρουρίου τον απότομον βράχον.

Τότε ο βαστάζος έλαβε θάρρος και εχαιρέτησεν όλους τους κύκλω της τραπέζης καθημένους· και αφού εξεφάντωσαν αρκετά τόσον με τα ποικίλα και νοστιμότατα φαγητά και πιοτά και με το εναρμόνιον λάλημα μουσικών οργάνων, όσον και με το μελωδικόν λάλημα κάθε είδους πουλιών, τα οποία εφύλαττεν ο πλούσιος Σεβάχ εις ένα τερπνότατον περιβόλι στολισμένον με τα πλέον ωραιότερα δένδρα και χόρτα, των οποίων η πρασινάδα και τα ευωδέστατα άνθη συντροφιασμένα με τους ευμορφωτάτους και γλυκείς καρπούς, απετέλουν ένα επίγειον παράδεισον ποτισμένον με διάφορα κρυσταλλοειδή νερά, εις την μέσην του οποίου ήτον η μεγαλοπρεπής και ωραιοτάτη Λόντζα, που εσυνήθιζεν ο Σεβάχ θαλασσινός να κάμνη τα συμπόσιά του και εις αυτό το περιβόλι εφαίνετο η αγχίνοια της φύσεως και τέχνης, οποία δύναται να κατασκευάση θαυμάσια.

Ο Καραϊσκάκης επιθυμών να κάμη σημαντικήν τινα βλάβην εις τους εχθρούς, έκρινεν αναγκαίον να διαμείνωσιν οι Έλληνες και την επερχομένην νύκτα εις τας οποίας ευρίσκοντο θέσεις και επομένως να βάλη εις ενέργειαν το σχέδιον της αποκλείσεως· επειδή δε ο λόφος, επί του οποίου είχον τοποθετηθή οι Έλληνες, επεριτριγυρίζετο από πεδιάδα, φοβούμενος μήπως περικυκλωθώσιν είτε διά του ιππικού των εχθρών, είτε διά τινος άλλου ανελπίστου συμβεβηκότος, κατέλαβεν αυτός με ολίγους στρατιώτας ένα τόπον πετρώδη εν τω μέσω της πεδιάδος και οχυρωθείς αυτοσχεδίως εις αυτόν αντεπολέμει τους εχθρούς και εφύλαττεν ασφαλή την κοινωνίαν των επί του λόφου Ελλήνων με τους εις Δίστομον.

Γενομένου δε κατά την στιγμήν εκείνην ραγδαίου υετού, έρριψε την καταβραχείσαν κάπαν επί τινα θάμνον και ρεμβάζων εφύλαττεν έως ο εμφανισθείς ήλιος την αποξηράνη. Αίφνης εγείρεται τότε θύελλα και ορμητικός στρόβιλος ανήρπασεν εν τη δίνη αυτού την μηλωτήν, ήτις μετεωρισθείσα μέχρι νεφελών κατέπεσε μετ' ολίγον επί τους ώμους του ποιμένος.

Ο βεζύρης, ο οποίος, ως είπαμεν, ήτον τόσον εναντίος εις τέτοιαν παράνομον απόφασιν του βασιλέως, είχε δύο θυγατέρας· και η μεν μεγαλυτέρα ωνομάζετο Χαλιμά, η δε μικροτέρα Μεδινά· και αυτή η μικροτέρα δεν ήτον υστερημένη από κάποια προτερήματα επαινετά· αλλ' η Χαλιμά είχε πολλά μεγάλα προτερήματα· είχε μίαν ηρωικήν ανδρείαν, που υπερέβαινε την γυναικείαν φύσιν, είχε μίαν θαυμαστήν αγχίνοιαν, με ένα πνεύμα έξυπνον και με ένα μνημονικόν εξαίρετον εις τόσον που όσα είχεν αναγνώσει ή ακούσει από ιστορίας τα εφύλαττεν εις την ενθύμησίν της· και σιμά εις ταύτα είχε μίαν ωραιότητα υπερθαύμαστον· διά ταύτα της τα προτερήματα ο πατέρας της την αγαπούσε καθ' υπερβολήν.

Λέξη Της Ημέρας

ισχνά

Άλλοι Ψάχνουν