United States or Solomon Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


&Ακολούθησις και τέλος της ιστορίας του βασιλέως Ορμώζ, επονομαζομένου Χωρίς Θλίψιν.& Εδώ ο Αβικένας ετελείωσε την ιστορίαν του, και εγώ εκστατικός διά τα όσα μου εδιηγήθη, ω μεγάλε φιλόσοφε, εφώναξα· ποία καλή μου τύχη σε απέστειλε διά να σε γνωρίσω· και απ' ότι μου εδιηγήθης πιστεύω ότι εις εσέ είνε όλα δυνατά.

Διά τούτο πρέπει και τους υπερβολικούς γέλωτας να αποφεύγωμεν και τα δάκρυα, να συμβουλεύη δε πάντα άνδρα έκαστος να κρύπτη την μεγάλην χαράν και την μεγάλην θλίψιν και να προσπαθή να είναι αξιοπρεπής, και εις τας ευτυχίας, τας οποίας φέρει ο αγαθός δαίμων εις έκαστον, και εις τους περισπασμούς, όταν οι δαίμονες του αντιτάσσουν κάπως υψηλά και ανωφελή εμπόδια εις τας πράξεις του, να ελπίζει δε πάντοτε ότι ο θεός εις όσα χαρίζει εις τους αγαθούς τους μεν απαιτουμένους κόπους από μεγαλιτέρους θα τους κάμη μικροτέρους, τα δε υπάρχοντά του θα τα μεταβάλη εις το καλλίτερον, όλα δε τα αντίθετα από αυτά αγαθά θα έλθουν εις αυτούς με αγαθήν τύχην.

Οδυνηράν θλίψιν αισθανθείς έπεμψε να επιπλήξη το μαντείον, παραπονούμενος ότι ο μεν πατήρ του και ο θείος του κλείσαντες τους ναούς, αποβαλόντες της μνήμης των τους θεούς, πιέζοντες τους ανθρώπους, έζησαν πολύν χρόνον, αυτός δε, ευσεβής ων, μέλλει να αποθάνη ταχέως.

Δεν ενθυμούμαι ποίος φιλόσοφος, θέλων ν' αποδείξη εις βασιλέα τινά της Ασίας ότι είχεν άδικον να βλασφημή τους θεούς διότι έχασε τον υιόν του, εζήτησε παρ' αυτού να εύρη εις τα απέραντα κράτη του τρεις μόνον ανθρώπους μη δοκιμάσαντας θλίψιν, των οποίων τα ονόματα χαρασσόμενα επί του τάφου του μακαρίτου έμελλον αμέσως να τον αναστήσωσιν εκ νεκρών.

Ο τρομερός Ούρσος, το βαρβαρικόν πρόσωπον, εξέφραζε θλίψιν την στιγμήν εκείνην, εκράτει επιδέσμους, ενώ ο γέρων έλεγεν εις τον άνθρωπον, όστις έτριβε τον βραχίονα του Βινικίου: — Γλαύκε, είσαι βέβαιος ότι το τραύμα τούτο της κεφαλής δεν είναι θανάσιμον; — Ναι, άξιε Κρίσπε.

Μα αλλοί εις εμέ! πόσον γελιούνται οι άνθρωποι· διότι οπόταν στοχάζονται να περάσουν διά πολύν καιρόν χαίροντες την ευτυχίαν τους, και την άκραν τους ευχαρίστησιν, τότε συμβαίνει κάθε εναντίον· και τες περισσότερες φορές η μεγάλη χαρά και ευχαρίστησις, μεταβάλλεται εις άκραν θλίψιν και πόνον.

Το φως εκείνο του έσβυσε πάσαν θλίψιν από την καρδίαν, πάντα πόνον και πάσαν κακότητα, και του επλήρωσε την ψυχήν γαλήνης και ιλαρότητος. Τέτοια γαλήνη και φως ιλαρόν θα είναι εις τον Παράδεισον! . . . . .

Ο Λαλάς μου μαθαίνοντας το συμβεβηκός μου και την δυστυχίαν μου ολίγον έλειψε που να αποθάνη από την θλίψιν του· μα με όλον τούτο δεν έλειψε που διά νυκτός να πάρη τόσον βίον και διαμαντικά που μας ευρίσκονταν και να τα φέρη μαζί του εις την φυλακήν που ευρισκόμουν με τα οποία εκέρδισε τους φυλακάτορας και άνοιξαν την φυλακήν και εφύγαμεν ομού με τον γέροντα και με τους ίδιους τους φύλακας.

Και δεν απέρασαν ολίγες ημέρες που από την θλίψιν της εξεψύχησεν εις τες αγκάλες μου, ζητώντας μου συμπάθειον διά ένα ανόμημα, του οποίου δεν ήτο πταίστρια. Δεν ημπορώ να σας διηγηθώ καταλεπτώς τον πόνον, και την θλίψιν που έλαβα εις το να χάσω τοιούτης λογής γυναίκα.

Και από την μεγάλην μου θλίψιν έπεσα εις μεγάλην αρρώστιαν και δεν ημπορώ να καταλάβω πώς ημπόρεσα να ελευθερωθώ από αυτήν εις καιρόν που ευρίσκετο το πνεύμα μου εις μίαν κατάστασιν, που δεν ημπορούσε να ενεργήση εις ιάτρευσίν μου· και με όλον που η υγεία μου εμεταγύρισε, δεν ανεπαύθη δι' αυτό η καρδιά μου· ήτον πάντα ο νους μου βυθισμένος εις την ωραίαν Ρετζίαν, την εφανταζόμην διά παντός εις τας αγκάλας του ευτυχισμένου ανδρός της, και εκείνη η σκληρά δεν με άφινε ποτέ να λάβω άνεσιν.