United States or Niue ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφού τον εξαναβεβαίωσα πως θέλω τον έχει πάντα εις το σκέπος μου, και ωμιλήσαμεν και καμπόσον διά την φθοράν του στρατεύματος του Κασέμ, ετραβήχθη διά να μας αφήση εις ελευθερίαν με την Σχυρίναν· η οποία και αυτή δεν έλειψε που να δείξη μεγάλες ευχαρίστησες· και μου το εβεβαίωσε με χίλια χάιδια που με έκαμεν· και ούτως έστεκα όλως αφιερωμένος εις αγαλλίασιν με αυτήν.

Από τον Σιφνέικο καφενέ στη Σαντορινιά ταβέρνα· από τη Σαντορινιά ταβέρνα στο Κεμεραλτί. Χαρτιά, κρασί, γυναίκες νυχτόημερα! Σε δεκαπέντε ημέρες έβαλα και χρέος τρία τάληρα στον καφενέ και δεκατρία φράγκα στην ταβέρνα. Όσο για το Κεμεραλτί μην ερωτάς. Λίγο έλειψε να μου φορέσουν το φεσάκι και να με βάλουν να παίζω τη λατέρνα στην πόρτα. Μα τον δουλευτή που είνε γερός μη τον φοβερίζης.

Λίγο έλειψε ν' αρχίσω τα δάκρυα. Το μίσος μου, η τυρανία, τα κακά της, οι αγρύπνιες και ο κάματος όλα τα έδιωξα ευθύς σαν κακά όνειρα. Δεν εκράτησα παρά τις πρώτες χάρες, το μεθύσι που μ' επότισε, των ταξειδιών τη γλύκα, των κινδύνων την μαγική ανατριχίλα, της σωτηρίας την απόλαυσι, την ασυλλόγιστη ζωή. Κύταξε! όλα επήγα και τ' άφισα για μια γυναίκα!

Υπέφερεν ακόμη από της καυτηριάσεως τους πόνους, αλλά κατά τα άλλα εφαίνετο καλώς έχων. Μετ' ολίγας ημέρας αι πληγαί του ουλώθησαν εντελώς. Αλλ' οι χωρικοί δεν είχον εμπιστοσύνην εις την θεραπείαν του νοσοκομείου. Η υποψία των δεν προήρχετο εκ του ότι εβράδυνεν η καυτηρίασις, αλλ' εκ του ότι έλειψε το λυσσόχορτον.

Έλειψε πάει ο ερωτόθυμος γαμπρός που θ' αναδείξη τροφαντά μ' ένα σφιχταγκάλιασμα τα σπλάχνα της. Ούτε ζευγάς, ούτε βουκόλος, ούτε αμπελουργός φαίνεται πουθενά. Τα δάση κάηκαν είτε ξεράθηκαν. Τα ποτάμια γίνηκαν νεροσυρμές και τα ρυάκια στράτες. Αγρίεψαν τα ήμερα δέντρα και οι καρποί τους γίνηκαν στυφοί και λιγοστοί.

Διότι και εμένα απαράλλακτα με περιγελούν ως τρελλόν, οσάκις εις την συνέλευσιν του λαού αυθορμήτως αναφέρω τίποτε θρησκευτικά ζητήματα και προφητεύω δι' όσα μέλλουν να γείνουν · αν και ποτέ δεν έλειψε να μη επαληθεύση κανέν από όσα εγώ επροφήτευσα. Αλλ' όμως ημάς τους θεοπνεύστους όλους μας φθονούν.

Εις ταύτα πρέπει να προσθέσω ότι αι μητέρες, αδελφαί, ή θείοι και άλλοι συγγενείς των κυρίων τούτων μ' εδεξιώθησαν διά μειδιάματος, ομοιάζοντος γονυκλισίαν ενώπιον σάκου ταλλήρων. Εις έκαστον των προσκυνητών έδωκα ανά ένα αντίχορον, κατά την διάρκειαν του οποίου δεν έπαυσαν καίοντες προ εμού θυμίαμα τρίτης ποιότητος, ου αι αναθυμιάσεις ολίγον έλειψε να μοι προξενήσωσι λιποθυμίαν.

Ο βασιλεύς όμως με το να έμεινε λαβωμένος, δεν έλειψε να ξαναγυρίση την ακόλουθον ημέραν εις τον Αλή· και με τούτον τον τρόπον έκαμε διά πολλάς ημέρας·, και με το αίτιον διά να ιδή τες ζωγραφιές, έμβαινεν εις όλους τους οντάδες, και με εύμορφον τρόπον έμβαινε και εις εκείνον που εγώ ευρισκόμουν.

Ο Ρουσκάδ εκεί που έστεκε διά να του αποκριθή και να τον ευχαριστήση, η βασίλισσα του έκοψε τον λόγον, και λέγει προς τον άνδρα της. Κύριε, δεν ηξεύρεις που ο ξένος με τον οποίον ομιλείς είναι ο βασιλεύς της Κίνας; Ευθύς που ο βασιλεύς της Θέμπας ήκουσεν ετούτο, εζήτησε συμπάθειαν του Ρουσκάδ, ανίσως και έλειψε να του προσφέρη το πρεπούμενον σέβας.

Διέκοψε τώρα επί μικρόν εις αναψυχήν και πάλιν λέγει: — Ξεύρεις, παπά μου, πόσους ναύλους εγώ έχασα ς' την Φραγκιά για να προτιμήσω την Πόλιν; Τώρα η νεολαία ξεύρει μόνον της φάμπρικαις της Πόλεως. Και πού να σου πω ακόμα πως ολίγον έλειψε να ιδώ και τον Άγιον Βασιλέα! — Τον Άγιον Βασιλέα! εκραύγασεν έκθαμβος ο ιερεύς. Μέγας ει Κύριε! Άλλη φορά δεν μου τα είπες αυτά.