Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


Και ενώ έλεγε ταύτα εζήτει το ξίφος• διότι ήτο άοπλος, επειδή είχε πεποίθησιν εις την εξ αιτίας του υιού του ασφάλειαν. Αλλ' ουδέ τούτο του έλειψε, διότι και τούτο ήδη του είχα προπαρασκευάσει και διά την τραγικήν του απόφασιν το είχα εγκαταλείψει.

Εγώ είμαι, ακολούθησεν αυτή, θυγατέρα του βασιλέως τούτης της χώρας· μίαν ημέραν που επήγαινα εις τα λουτρά είδον αυτόν τον Ναμαράν εις το εργαστήρι του, και ευθύς έλαβα μεγάλον έρωτα δι' αυτόν, και από εκείνην την ώραν έχασα κάθε μου ησυχίαν και ανάπαυσιν, επειδή η φαντασία μου δεν έλειψε πάντα από αυτόν και τόσον άναψεν η καρδιά μου από τον έρωτα που δεν επέρασε πολύς καιρός και έπεσα άρρωστη εις το κρεββάτι.

Η βασιλοπούλα ευθύς τον επήκουσε· και την ακόλουθον ημέραν δεν έλειψε που να υπάγη εις αυτόν η οποία εμβαίνοντας ελεύθερα εις τον Μενδρεσέ υπήγεν εις μίαν μεγάλην σάλαν, και εκεί την εδέχθη ο Δερβύσης με μεγάλην σοβαρότητα.

Τώρα είμαι σφιγμένος, δέσμιος, κλεισμένος, πλακωμένος, δεμένος χειροπόδαρα με φόβους κ' υποψίας! — Αλλά, είπε μου, έχομεν τουλάχιστον τον Βάγκον; ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Τον έχομεν, αυθέντα μου, 'ς ένα χανδάκι μέσα, με είκοσι ορθάνοικταις πληγαίςτην κεφαλήν του, Από αυταίς του έφθανε και μια! ΜΑΚΒΕΘ καθ' εαυτόν Καλόν και τούτο! Το μέγα φίδι έλειψε.

Τωόντι, κυριευθέντος του τείχους, είς των Περσών ολίγον έλειψε να φονεύση τον Κροίσον, μη γνωρίζων αυτόν· ο βασιλεύς εν τούτοις τον είδεν ορμώντα εναντίον του και έμεινεν αδιαφορών ένεκα της παρούσης δυστυχίας του και ουδόλως μεριμνών εάν έπιπτεν υπό τα κτυπήματά του.

ΜΑΚΒΕΘ Η στέγη μας απόψε δόξαν θα εσκέπαζεν αυτού του τόπου όλην, εάν εδώ ήτο παρών κι' ο Βάγκος μας. — Αλλ' όμως καλλίτερα να έπταισε και μάλλωμα ν' αξίζη, παρά να εκακόπαθε ώστε να αξίζη λύπην. ΡΩΣ Τον εαυτόν του αδικεί αν έλειψε να έλθη. Δεν κάθεσαι, αυθέντα μου, και συ, να μας τιμήσης; ΜΑΚΒΕΘ Είναι γεμάτη η τράπεζα. ΛΕΝΩΞ Ιδού εδώ μια θέσις. ΜΑΚΒΕΘ Πού;

Ο γέρος τράβηξε το τσιγάρο του, έβγαλ' ένα σύννεφο καπνό από το στόμα και τα ρουθούνια, κυττάζοντας με περιφρόνηση το παλιόπαιδο· το πανί άρχισε να παίζη, σε λίγο κρεμάστηκε σαν κουρέλι. Το Μπουζούκι και το Βιολί, που τους έλειψε το ακουμπιστήρι, ξυπνήσανε μαχμουρλήδες. Το αεράκι ξεψύχησε ολότελα. Ο γέρος κύτταξε ολόγυρά του και κάτι μουρμούρισε μέσα του.

Ο χορός έγινε μίαν εσπέραν εορτής, εις το επάνω μέρος του χωρίου, και συνεκέντρωσε τους περισσοτέρους νέους και τα κορίτσια του χωριού εις έν από τα ευρυχωρότερα σπίτια. Εκτός της Μαργής έλειψε και η Πηγή. Τι ήθελεν αυτή η πολυπικραμένη μέσα εις τοιαύτην χαράν; Ο κύκλος των χορευόντων ήτο ευρύτατος· πολλοί δε άλλοι καθήμενοι και ιστάμενοι γύρω ανέμεναν σειράν.

Αλλά τόσο ήμουν απελπισμένος, που δεν ήθελα να πιστέψω τα ίδια μου τ' αυτιά. Και όταν πάλι δυνατώτερη και πλέον κοντά εξαναδευτέρωσε, είπα πως ήταν κάποιος από τους συντρόφους μου που αγγελοκρουόταν. Αλλά, δόξα να έχη ο Θεός, δεν ήταν από τους συντρόφους μου· ήταν από μία γολέτα που έπεσε κοντά και μας έσωσε. Λίγο έλειψε, ακούς, να φάμε και δεύτερο τράκο από τη γολέτα.

Και ότε πάλιν την μεγάλην Πέμπτην, με άλλους παίδας, επηδήσαμεν κρυφά, την νύκτα, εις την έρημον αυλήν του, να κόψωμεν δενδρολίβανα, διά τους Σταυρούς μας, που θα ετραγωδούσαμεν του «Χριστού τα πάθη», ένας αράπηςφευ του θεάματος! — υπέρμεγας, κατάμαυρος, με το τσιμπούκι του μακρόν, ως μακεδονικήν σάρισσαν, ολίγον έλειψε να θραύση τας κεφαλάς μας, αν δεν επρολαμβάνομεν ημείς να θραύσωμεν αυτάς, μόνοι μας, πηδήσαντες από του αυλογύρου, σύντρομοι.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν