United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και το έν και το άλλο μέρος δεν εμελέτων μικρά σχέδια, αλλ' ητοιμάζοντο δυνατά προς πόλεμον. Και δεν πρέπει να απορώμεν διά τούτο, διότι πάντοτε κατά την έναρξιν έργου τινός οι άνθρωποι αναπτύσσουν πλειότερον ζήλον. Τότε δε η νεολαία πολλή μεν ήτο εις την Πελοπόννησον, πολλή δε και εις τας Αθήνας, η οποία ένεκα απειρίας εζήτει ευχαρίστως να περιπλακή εις πόλεμον.

Και ενώ έλεγε ταύτα εζήτει το ξίφος• διότι ήτο άοπλος, επειδή είχε πεποίθησιν εις την εξ αιτίας του υιού του ασφάλειαν. Αλλ' ουδέ τούτο του έλειψε, διότι και τούτο ήδη του είχα προπαρασκευάσει και διά την τραγικήν του απόφασιν το είχα εγκαταλείψει.

Ήρχιζε την καθημερινήν ασχολίαν του σοβαρός και αυστηρός. Επρόσεχε συντόνως, όταν εξήταζε, και είτα ανέπτυσσεν αντί να σημειώνη απλώς το παρακάτω. Εζήτει εις το έργον του βάλσαμον κατά της διπλής πληγής, της εκ του στεφανώματος και της εκ της χηρείας.

Δυο ρεύματα διεσταυρούντο εις την ανθρωπίνην εκείνην μάζαν η οποία εκυμάτιζε πιεζομένη από το περίφραγμα των τοίχων. Ο Βιτέλλιος ηρώτησε τι εζήτει όλον αυτό το πλήθος. Ο Αντίπας του εξήγησε τον λόγον. Ήτο το δείπνον της επετείου εορτής του.

Η δε Τόμυρις, πληρώσασα ασκόν από ανθρώπινον αίμα, εζήτει το πτώμα του Κύρου μεταξύ των φονευμένων Περσών· και αφού το εύρεν, εβύθισε την κεφαλήν του εις τον ασκόν, και υβρίζουσα τον νεκρόν, είπε τα εξής· «Συ μεν αιχμαλωτίσας τον υιόν μου με δόλον, με ηφάνισες ζώσαν και νικώσαν σε· εγώ δε, ως σε ηπείλησα, θα σε κορέσω αίματος.» Ο τρόπος λοιπόν δι' ου ετελεύτησεν ο Κύρος αυτός είναι κατ' εμέ ο πιθανώτατος, μολονότι άλλοι άλλως διηγούνται αυτόν.

Έκαμαν δώδεκα τρύπας εις το βαρέλι και καθένας εζήτει την υψηλοτέραν, νομίζων ότι θα ελάμβανεν ούτω και το περισσότερον ποσόν του οίνου. Ο Μάρτης που είνε ο εξυπνότερος μήνας και παίζει τους άλλους εις τα δάκτυλα, με όσην ευκολίαν το μικρό παιδί τα πεντόβόλα, ίστατο πλησίον ατάραχος, σιωπηλός, παρατηρών αυτούς με το ειρωνικόν του μειδίαμα.

Ως εξ ενστίκτου, εζήτει περί αυτήν έρεισμά τι, κάποιαν ενίσχυσιν, εζήτει έν φάρμακον κατά της αδυναμίας της τής ενόχου, της ολεθρίας . . . Προ πολλού επεθύμει να ταξειδεύση και ο σύζυγος ανέμενε τας διαταγάς της, χωρίς αύται να δίδωνται. — Όταν θελήσης, είμ' έτοιμος, Αρσινόη, της είπεν ημέραν τινά· τίποτε δεν θα μ' εμποδίση. — Ναι, ναι, Άγγελε, ευχαριστώ· αργότερα.

Μεταξύ των Μήδων έζη άνθρωπός τις σοφός καλούμενος Δηιόκης και ήτο υιός του Φραόρτου· αυτός ο Δηιόκης, επιθυμήσας τυραννίδα, έπραξε τα εξής. Ο Μηδικός πληθυσμός ήτο τότε διανενεμημένος κατά κώμας· αυτός δε, ήδη αρκετά σεβαστός εις την ιδικήν του, τότε με περισσοτέραν προθυμίαν εζήτει να φαίνεται δίκαιος.

Τοιουτοτρόπως ο πλέον ανήσυχος περιπλανώμενος άνθρωπος ποθεί τέλος πάλιν την πατρίδα του, και ευρίσκει εις την καλύβην του, εις την αγκάλην της συζύγου του, εις τον κύκλον των τέκνων του, εις τους κόπους προς συντήρησίν των την ηδονήν εκείνην που μάτην εζήτει μακράν εις τον ευρύχωρον κόσμον.

Παράδοξον ερώτημα εκ μέρους του δικαστού όστις εζήτει να εύρη ψευδομαρτυρίας κατά του δεσμώτου! Αλλ' όμως ούτω πως ορκιζόμενος, και προς τοιούτον ερώτημα, ο Ιησούς δεν ηδύνατο να σιωπήση· επί τοιούτου κεφαλαίου δεν ηδύνατο ν' αφήση χώρον ανοικτόν προς παρερμήνευσιν.