United States or Pitcairn Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ως εξ ενστίκτου, εζήτει περί αυτήν έρεισμά τι, κάποιαν ενίσχυσιν, εζήτει έν φάρμακον κατά της αδυναμίας της τής ενόχου, της ολεθρίας . . . Προ πολλού επεθύμει να ταξειδεύση και ο σύζυγος ανέμενε τας διαταγάς της, χωρίς αύται να δίδωνται. — Όταν θελήσης, είμ' έτοιμος, Αρσινόη, της είπεν ημέραν τινά· τίποτε δεν θα μ' εμποδίση. — Ναι, ναι, Άγγελε, ευχαριστώ· αργότερα.

Παρεσκευάζετο μίαν φοράν να ταξειδεύση εν καιρώ χειμώνος και είς εκ των φίλων του, Δεν φοβείσαι, του είπε, μήπως ναυαγήση το πλοίον και σε φαν τα ψάρια; Και δεν θα ήτο αχαριστία, απήντησε, να μη θέλω να με φάγουν τα ψάρια, αφού εγώ τόσα ψάρια έχω φάγη; Ένα ρήτορα, ο οποίος πολύ κακώς ωμίλησε, συνεβούλευσε να μελετά και να γυμνάζεται• ο δε ρήτωρ είπε• Πάντοτε απαγγέλλω μόνος μου.

Αλλ' η γραία, μνησικακούσα πάντοτε διά τον τρόπον αυτόν του γαμβρού της, «όστις έφυγε κ' έρριξε πέτρα πίσω του», η γραία, υπερήφανος διά την καταγωγήν της και το σόι της, δεν επείθετο να επιτρέψη εις την κόρην της να ταξειδεύση, να γυρίζητα χαμένα. — Αφού δεν σου γράφη, έλεγε, θα πη πως σ' απαράτησε, κορίτσι μου, και κάθισε 'ς τ' αυγά σου.

Όταν δε πάλιν κατόπιν ήλθε και ένας μικροπλοίαρχος, έχων την μανίαν να κομίζη ειδήσεις και χαιρετίσματα από πατριώτας, και έφερε και εις την Θωμαήν, εκείνας τας ημέρας, πολλά-πολλά χαιρετίσματα από τον Λαλεμήτρον, που ήτον δραγουμάνοςτην Αθήνα, τότε η πτωχή σύζυγος απεφάσισε να ταξειδεύση μέχρι Αθηνών και θέση τέρμα εις την σαρκάζουσαν αυτήν ιστορίαν.

Και όταν ηθέλησε να ταξειδεύση και επιδείξη την εκ του γάμου ευτυχίαν του, ούτε τότε τον εγκατέλειψα, αλλά πανταχού τον ηκολούθουν, άνω και κάτω περιαγομένη υπ' αυτού και διά των φροντίδων μου να τον στολίζω και να τον οδηγώ συνετέλουν εις το να γίνεται ένδοξος και εξακουστός.

Όχι! ανεπήδα πολλάκις την νύκτα, εξυπνώσα την μητέρα της από χαράν. Όχι, δεν έπαθε κακόν ο Λαλεμήτρος. Το κακόν ακούεται αμέσως. Δεν έπαθε κακόν. Με αυτά τα όνειρα, η Θωμαή απεφάσισε να ταξειδεύση εις Πειραιά: — Να ησυχάσω, μάννα μου! Δεν μπορώ πλεια να περιμένω. Δεν υπάρχει μεγαλείτερο βάσανο από το να περιμένη κανένας. Σαν πάρω την απόφασιν, θα ησυχάσω. Ο χειμών ήδη παρήλθεν.

Ένα ολόκληρον χρόνον έμεινεν η δραχμή εις τον τόπον της, εκεί όπου εγεννήθη. Έπειτα εξεκίνησε να ιδή και τα έξω μέρη. Ένας πατριώτης της, ο οποίος έφευγε, την επήρε κατά λάθος εις το πουγγί του. Όταν την είδε ανακατωμένην με τα άλλα ξένα νομίσματα, τα οποία είχε πάρει, είπε: — Να και μία ιδική μας δραχμή. Ας ταξειδεύση και αυτή μαζή μου, η πτωχή!

Και όσα μεν έπραξα υπέρ αυτού εις την Ελλάδα και την Ιωνίαν είνε ίσως μικρά• και εις την Ιταλίαν δε όταν ηθέλησε να ταξειδεύση, διέπλευσα μετ' αυτού το Ιόνιον πέλαγος και τελευταίον τον συνώδευσα μέχρι της Κελτικής, όπου έγεινα αφορμή να κερδίση πολλά. Επί πολύν καιρόν μου ήτο πιστός και με ηγάπα, χωρίς καμμίαν νύκτα να λείψη από την κατοικίαν μας.

Ανεχώρει δε τότε και ο εξαδελφός της, ο καπετάν- Πέτρος ο Αποσπερίτης, με τα βρατσερί του, φορτωμένο πυρήνα διά τον Πειραιά. Η γραία μήτηρ, αν και εναντία πάντοτε εις το σχέδιον τούτο, όμως προς ησυχίαν και αυτών και του κόσμου, όστις δεν έπαυε να ομιλή δι' αυτάς, της έδωσε τέλος την άδειαν να ταξειδεύση, αφού έτυχεν η λαμπρά ευκαιρία, έλεγε, να υπάγη με τον εξάδελφόν της.

Ως τόσον απέρασεν ένας χρόνος, που αυτός αγαπούσε χωρίς να έχη αιτίαν να ελπίζη, επειδή εκείνη που αγαπούσε δεν ήτον άλλο παρά μια φαντασία, και τότε άρχισε να καταλαμβάνη ότε εκείνο που είδεν ήτον μία βεβαία μαγεία· όθεν επιθύμησε να ταξειδεύση με ελπίδα, ότι με τούτο το μέσον ήθελαν του έβγει οι φαντασίες που είχεν εις το κεφάλι δι' αυτήν την υπόθεσιν.