Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025


Ολόγυρά του και μέσα του βασίλευε νέκρα και σιωπή. Μοναχά το ποτάμι μούγγριζε δίπλα του, σα να τούλεγε ότι το μούγγρισμ' αυτό θα νάχη από δω και πέρα συντροφιά και κουβέντα του, ως που ο καιρός κ' η βροχές θα να το σωριάσουν στα ρέματά του. Ο Φώτος είχε τραβήξει με τάλογο φορτωμένο κατά το δρόμο της Λάκκας.

Κάθουνται σ' ένα τραπέζι γύρω, φορτωμένο από φαγιά και πιοτά. Η ομιλία τους είνε πολύ σοβαρή. — Εκείνα που σου λέου, Κεριάκο, είνε τα καλά και τ' άγια· στην υγειά σου. — Για να ης, γούμενε, — Το λόγο σου τον έχω τόσον καιρό τώρα και δεν ακούω πλιο πρόφασες. — Ναι, μα το λόγο μου τον ήδωκα πρώτα του Κοντοπάνη.

Το όνομα «Θεσσαλονίκη» είναι μάγια φορτωμένο, αντιλαλεί σαν κανόνι, και λάμπει στα μάτια του λαού σαν το άστρο της αυγής, και μόνο αυτή να κάνουμε δική μας, ο Βενιζέλος δεν πέφτει από την Πρωθυπουργία, ― πράμα αδιάφορο. Ποιος θα κοτήσει τότε να βγάλει τσιμουδιά;

Μεγάλο, μικρό... η φορτούνα το σπρώχνει κατά 'δώ. — Ξυλάρμενο; είπεν ο άλλος. — Ποιος μπορεί να διακρίνη; Παρήλθον ολίγα λεπτά της ώρας. Το πλοίον είχε πλησιάσει. Εφαίνετο να έχη κατεβασμένα τα πανιά. Ηκούσθη κρότος αλύσεως. — Να, άραξε, είπεν ο Νικολός το Πιτς. Θε μου, και να ήτον φορτωμένο κρασιά; ...ο Χριστός το στέλνει.

Κατέβηκε, ξεφόρτωσε, έδεσε τ' άλογό του στο κατώγι, ανέβηκε τη σκάλα και μπήκε στο δωμάτιο, όπου ηύρε τη φωτιά να καίγη γλυκά-γλυκά, το τραπέζι φορτωμένο από φαγητά, και τη μάννα και το παιδί να κοιμούνται σφιχταγκαλιασμένοι.... Ο ξένος έγεινε αλλοιώτικος και στη στιγμή μια μεγάλη δίστομη μαχαίρα άστραψε στο δεξί του χέρι.

Και ο μεν Ευριπίδης λέγει : ... Ποθεί βροχήν το ξηραμμένο χώμα. Το φορτωμένο σύννεφο ποθεί την γην να βρέξη. Επίσης και ο Ηράκλειτος ως εξήγησιν της φιλίας φέρει την αντίθεσιν των συμφερόντων και λέγει ότι: «από τα διαφέροντα γεννάται καλή αρμονία και ότι τα γεννά η διχόνοια». Αντιθέτως δε προς αυτούς άλλοι πολλοί και ο Εμπεδοκλής πρεσβεύουν ότι το όμοιον επιζητεί το όμοιον.

Ο Πέτρος Βάγιας πέθανε τα ξημερώματα, μέσα στο μικρό του μαγαζάκι, πριν προφθάση να ξαναϊδή τον Ήλιο και την Αγάπη του. Μα ούτε ο Ήλιος, ούτε η Αγάπη του πολυσκοτίστηκαν για το θάνατό του. Ο Ήλιος πρόβαλε πρόσχαρος στο βουνό κ' η αγάπη του στο παραθύρι Μονάχα ένας γαλατάς, μ' ένα τουλούμι φορτωμένο σ' ένα γάιδαρο, έρριξε μια ματιά μέσα και τράβηξε βιαστικά το δρόμο του.

Και προς αυτόν απάντησες, ω Εύμαιε χοιροτρόφε• «Εμέν' αυτά δεν έμελε να μάθω, να ερευνήσω, 465την πόλι τριγυρίζοντας• και μ' έβιαζε η ψυχή μου, άμ' είχα ειπεί την είδησιν, εδώ να φθάσω πάλι. ήλθε μαζή μου μηνυτής γοργός απ' τους συντρόφους κήρυκας, κ' είπε πρώτ' αυτός τον λόγο της μητρός σου. και άλλο γνωρίζω, πώτυχε να ιδούν οι οφθαλμοί μου• 470 άνω απ' την πόλιν, εις του Ερμή την ράχην, είχα φθάσει, κ' εκείθε γοργοκίνητο ξαγνάντευσα καράβι, 'πώμπαινετον λιμένα μας, και πλήθος ανδρών είχε, και λόγχαις ήταν δίστομαις και ασπίδαις φορτωμένο• και ότ' ήσαν κείνοι ελόγιασεν ο νους μ', ουδ' άλλο ξεύρω» 475

Ο «Ζώης μας» εδώ κι ο «Ζώης μας» εκεί, το πήγαιναν νύχτα μέρα «Το μοναχό μας, τ' αρχοντοπλό μας, το μοσχοαναθρεμμένο μας, το τζοβαΐρ μας». Είχε γιομώσ' η γειτονιά με τ' όνομα του Ζώη, φορτωμένο μ' όλ' αυτά τα χαϊδευτικά χαϊμαλιά. Δεν έμεινεν άλλο τώρα. παρά να χτίση και το περιπόθητο σπίτι ο Ζώης.

Ο νεαρός ναυτικός έκαμε την παρατήρησιν ότι το μέρος όπου είχον ναυαγήσει απείχε μίλια «από τα δυο νησιά», όπου ο επιστάτης έλεγεν ότι ευρίσκετο ο «αφαλός της θάλασσας». Ο χωρικός απήντησε·Ναι, είνε μακρυά . . . δεν έχει να κάμη . . . ο αφαλός της θάλασσας τραβάει κι' από μακρυά τα πράμματα άμα πέση όξου κανένα καΐκι φορτωμένο . . .

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν