United States or Democratic Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν άφησε τη θάλασσα ο Καπετάν Δημήτρης, καραβοτσακισμένος και θεόφτωχος, με δώδεκα δραχμές σύνταξι, ύστερ' από πενήντα χρόνια δούλεψιτα μισά του τάφαγαν οι καπετανέοι και τα λιμεναρχείαχωρίς να το καταλάβη έγινε Μπαρμπα-Δημητρός, επιστάτης για χρόνια στα σχολεία, με το βούρβουλα στα χέρια, και χωρίς να το καταλάβη πάλι πήρε τις συνήθειες του μακαρίτη του Παπα-Θανάση, του σύγγαμπρού του.

Κι άρχιζε πάλε τα γέλοια ο Τραμουντάνας, και τρίβοντας τα ροζωμένα του χέρια να τα ζεστάνη, προσκαλούσε τους διαβάτες ναγοράσουνε πωρικά. Έρχεται μια μέρα ένας κλητήρας με γραμματάκι και με προσκαλεί στο νοσοκομείο. Μπαίνω σ' αμάξι και πηγαίνω. Μου λέει ο επιστάτης πως είνε μέσα ένας γέρος πατριώτης μου πολύ άρρωστος, και στο βύθο του απάνω παραλαλεί στη γλώσσα του.

Υπαίτιος του κακού δεν ήτο ούτε ο θερινός ανέφελος ουρανός, ούτε οι απεξηραμμένοι χείμαρροι της Αττικής, αλλ' απλώς ο επιστάτης της δεξαμενής Νικόλαος Γλωσσώτης, όστις, εγκαταλείψας την θέσιν του και παρακολουθών την χθεσινήν μικροδιαδήλωσιν κατά του Υπουργείου, ελησμόνησε να κλείση τας στρόφιγγας των μεγάλων τροφοδοτικών σωλήνων της δεξαμενής.

Διέρχεται επιστάτης ακολουθούμενος υπό υπηρετών φερόντων σκεύη και φαγητά από της τραπέζης. Μετ' αυτούς ο ΜΑΚΒΕΘ.

Ο νεαρός ναυτικός έκαμε την παρατήρησιν ότι το μέρος όπου είχον ναυαγήσει απείχε μίλια «από τα δυο νησιά», όπου ο επιστάτης έλεγεν ότι ευρίσκετο ο «αφαλός της θάλασσας». Ο χωρικός απήντησε·Ναι, είνε μακρυά . . . δεν έχει να κάμη . . . ο αφαλός της θάλασσας τραβάει κι' από μακρυά τα πράμματα άμα πέση όξου κανένα καΐκι φορτωμένο . . .

Την επαύριον, όταν ωδήγησε τους τρεις ναυαγούς εις την πολίχνην, ο επιστάτης της λίμνης αφού έπιε τρεις μαστίχας, διηγείτο εις έν καπηλείον εις επήκοον πολλών·

Του παίρνει και το σελάχι από τα χέρια και τόδοσε πάλι στον άμοιρον Καναβιό, οπεστεκόταν στην άκρη αποσβολωμένος. Ο Κυρ-Λοχίας, — Μπαλατσό τόνε λέγαν, αλήθεια, — έσπρωξε τον Καναβιό με τα παλιοτσάβαλά του καταόξω. Βγήκε κι αφτός. Βγήκε κι ο Επιστάτης αποπίσω. Σαν βγήκαν κ' οι τρεις, ξανάτριξαν τα βαριά κλειδιά, ξανάκλεισε η πόρτα. Πήγε κι ο Σκοπός στη σκοπιά του.

Περί το μεσονύκτιον η δεξαμενή εξεχείλισε, χείμαρροι δε ύδατος κυλισθέντες από του λόφου της Καστέλλας εξύπνισαν εντρόμους τους κατοίκους, κατέκλυσαν χαμηλούς τινας οικίσκους και παρέσυραν κατοικίδια ζώα των περιοίκων. Ο περίφημος επιστάτης ζητηθείς ανευρέθη εις παρακείμενον οινοπολείον, αγορεύων κατά της Κυβερνήσεως. Ο κ. δήμαρχος απέλυσεν αμέσως σήμερον την πρωίαν τον ένοχον υπάλληλον...»

ΠΟΛΩΝΙΟΣ Ηξεύρετε οπού κάποτ' ώραις και ώραις κάμνει περίπατον εδώτο μακρυνάρι. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Αλήθεια. ΠΟΛΩΝΙΟΣεκείνον τον καιρόν εγώ θα του απολύσω την κόρην μου, και σεις οπίσω απ' την αυλαίαν μ' εμέ κρυμμένοι θα παρατηρήτ' εκείνην την συναπάντησιν· και αν δεν την αγαπάει, αν από έρωτα τον νουν δεν έχει χάση, σύμβουλος να μην ήμ' εγώ της πολιτείας, αλλ' επιστάτης των αγρών και ζευγολάτης.

Με όρεξιν λοιπόν παρεκάθησεν εις την τράπεζαν, όταν ήλθε να τον καλέση ο επιστάτης του ατρίου. Αφού ετελείωσε το δείπνον του, εξηπλώθη επί του ανακλίντρου, ετοποθέτησε τον μανδύαν του υπό την κεφαλήν του και απεκοιμήθη. Δεν αφυπνίσθη ή μάλλον δεν τον εξύπνισαν παρά όταν έφθασεν ο Κρότων, Τότε μετέβη εις το άτριον.