United States or Tokelau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και όταν δε πάλιν ήκουσε παρά του ιδίου την παράδοξον ιστορίαν εκείνης της αλύσεως, με ακόμη περισσότερον θάμβος την έβλεπε, ως ιερόν τι πράγμα πλέον, οπού είχε μεγάλην δύναμιν ν' αποτρέπη το κακόν. Καθώς τω όντι και συνέβη πολλάκις εις την Αμερικήν, όταν ως δύτης πολλάκις εσώθη, όπως εκείνος έλεγεν. Η ιδία η μητέρα της, έκπληκτος, της είπε μίαν ημέραν, οπού ο Λαλεμήτρος ήτο άρρωστος.

Εντός περιθωρίου εκ σταυρών και κρανίων μικρών, εναλλάξ συνδεομένων εν είδει αλύσεως, η ζωγραφία παρίστα κτίριον μικρόν, οποίον τα εξοχικά παρεκκλήσιά μας. Αλλά δεν εφαίνετο απλούν παρεκκλήσιον. Ήτο τάφος.

Προς ανατολάς εις απόστασιν ολίγων μιλίων, ωρθούτο η πράσινη και στρογγυλή κορυφή του Θαβώρ, πλήρης δρυών. Προς δυσμάς, ο Χριστός προσήλονε τους οφθαλμούς του διά μέσου του διαφανούς αέρος επί της πορφυράς αλύσεως του Καρμήλου, εις τα δάση του οποίου ο Ηλίας είχεν εύρει κατοικίαν.

Ηκούετο ο ρογχασμός του ως κρότος υπόκωφος συρομένης αλύσεως πλοίου μακράν εις τον λιμένα, συνεχής και μονότονος. Νέα ακόμη η κυρά-Μανωλάκαινα, μόλις τριάκοντα πέντε ετών, πρώτην φοράν από του γάμου τηςγενομένου προ πέντε ετώνευρίσκετο εις την ευτυχή περίστασιν να φορέση τα νυμφικά της και σταθή εις την πρώτην γραμμήν της γυναικωνίτιδος.

Η κυρία Περδίκη αφήνει την επιφυλλίδα της «Εφημερίδος», η Ασπασία την επιφυλλίδα της «Στοάς», ο Τηλέμαχος, . . δεν αφίνει το σιγάρον του, εγείρονται δε και οι τρεις και κυκλούσι τον Περδίκην, και σύρουσιν αυτόν, η μεν από της χειρός, η δε από του επενδύτου του, και ο χαριέστατος κληρονόμος του πατρικού ονόματος και των πατρικών αρετών από της χονδράς αλύσεως του ωρολογίου του.

Και άλλοι: — Τι φυσικόν εκείνο το βώδι! — Τι ζωηρός εκείνος ο αστήρ! — Τι φυσικά εκείνα τα άχυρα! Λέγει τότε το Φάσμα: — Ακούεις; Όλοι ούτοι θεωρούν την εικόνα, αλλ' όμως, δεν την βλέπει κανείς. Ερώτησε και τον πλησίον σου άνθρωπον. Και ερωτώ ευγενώς θεατήν λαμπρώς ενδεδυμένον και σύροντα Σκύλλον όπισθεν του από αλύσεως στιλπνής.

Αφού διέβην την υγράν και ανήλιον εκείνην αυλήν, ευρέθην αντικρύ ετέρας θύρας επί της οποίας ανεγινώσκετο η επιγραφή «Αίθουσα αγρυπνίας». Υπερβάς και ταύτην, εισήλθον εντός απεράντου αιθούσης, ήτις είχεν ως μόνα σκεύη γιγαντιαίον φανάριον, κρεμάμενον από της οροφής διά σιδηράς αλύσεως, και άνθρωπόν τινα ή μάλλον μονόφθαλμον και χωλαίνον ερείπιον ανθρώπου, βραδέως διαβηματίζον από της μιας εις την άλλην άκραν της αιθούσης.

Τόσον ολίγον δε απέχει η Ρήνεια από της Δήλου, ώστε ο τύραννος των Σαμίων Πολυκράτης, ο οποίος επί τινα χρόνον είχεν ισχυρόν ναυτικόν και υπέταξεν υπό την κυριαρχίαν του τας άλλας νήσους, κυριεύσας την Ρήνειαν την ανέθηκεν εις τον Δήλιον Απόλλωνα δέσας αυτήν δι' αλύσεως μετά της Δήλου. Και τότε κατά πρώτον μετά την κάθαρσιν εώρτασαν οι Αθηναίοι τα ανά πάσαν πενταετίαν τελούμενα Δήλια.

Και ο μέγας καραβόσκυλος, ο Τσούρμος, τρέχων και αυτός όσον του επέτρεπεν η άκρα έντασις της αλύσεώς του, εγαύγιζε μανιωδώς προπέμπων το πλοίον, εφ' ου εντός της ημέρας έμελλε να μεταφερθή.

Ο βορράς εσύριζεν. Ήκουσε συριγμόν τροχαλίας και κρότον αλύσεως. Μέγας όγκος εφαίνετο εις τον λιμένα αντικρύ του παραθύρου της. Μεγάλη βάρκα, φέρουσα φανόν, απεσπάσθη από τον μέγαν όγκον, κ' επλησίασε με βαρείαν κωπηλασίαν εις την προκυμαίαν. — Καλώς σ' ηύρα, καπιτάνισσα! έκραξε μία φωνή από την βάρκαν.